«Χαστούκι» ή «χάδι» ετοιμάζεται να δώσει στον «Έρντο» η Ε.Ε κατά την προσεχή Σύνοδο Κορυφής στις 10 & 11 Δεκεμβρίου ;
Η Γερμανίδα Καγκελάριος σε διαδικτυακή συνάντηση με τους ηγέτες της ΕΕ την περασμένη Πέμπτη δήλωσε απογοητευμένη: «Τα πράγματα με την Τουρκία δεν εξελίχθηκαν όπως θα θέλαμε…» προαναγγέλλοντας επί της ουσίας κυρώσεις κατά της Τουρκίας.
Αλλά τι είδους κυρώσεις μπορεί να επιβάλει η Ευρώπη στον Ερντο (Ερντογάν) ; Σαν αυτές που προβλέπει η αμερικανική νομοθεσία (CATSA) ή εμπάργκο ευρωπαϊκών όπλων που έχει προτείνει η Ελλάδα ;
Όχι ! Ούτε «αμερικανικές», ούτε «ελληνικές». Οι κυρώσεις της Ε.Ε στην Τουρκία – εφόσον επιβληθούν- αναμένεται να είναι χαμηλής κλίμακας περιορισμοί όπως : Απαγόρευση εισόδου τουρκικών πλοίων σε ευρωπαϊκά λιμάνια , μη διάθεση βίζας σε στελέχη του καθεστώτος Ερντογάν , προσωρινή διακοπή συνεργασίας με εταιρίες – κυρίως- του τομέα της ενέργειας…
Βεβαίως το ενδεχόμενο υποβολής των παραπάνω κυρώσεων δεν θα γίνει αποκλειστικά και μόνο εξαιτίας της τουρκικής προκλητικότητας στο Αιγαίο και το Καστελλόριζο. Ο πονοκέφαλος της Ε.Ε προκαλείται κυρίως για την πειρατική δράση της Τουρκίας κατά μήκος των κάτω άκρων της Ευρώπης, που απλώνεται σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο. Από τα στενά των Δαρδανελίων μέχρι την Κύπρο και την Μάλτα αμφισβητώντας Διεθνείς Συμφωνίες και κυριαρχικά δικαιώματα 7 Μεσογειακών χωρών ( Ελλάδας – Κύπρου – Αιγύπτου- Ιταλίας – Λιβύης – Γαλλίας και Μάλτας).
Η Ε.Ε καλείται να αντιμετωπίσει την Τουρκία μέσα από τις μεγάλες εστίες έντασης που η ίδια εμπλέκεται και πρωταγωνιστεί στην ανορθόδοξη δράση στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, της βορείου Αφρικής και του Καυκάσου. Εστίες που εγκυμονούν τεράστιους κινδύνους για τη ίδια την Ευρώπη, οικονομικούς, ενεργειακούς και αποσταθεροποιητικούς με αιχμή του δόρατος το μεταναστευτικό και την τρομοκρατία…
Ο εμπρηστικός ρόλος της Άγκυρας στην Κύπρο ανησυχεί ιδιαίτερα την Ε.Ε. Ενδεικτική η δήλωση του Γερμανού ΥΠΕΞ Χάικο Μάας : «Από την Τουρκία δεν βλέπουμε θετικά μηνύματα παρά μόνο συνεχιζόμενες προκλήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο και την Κύπρο με την επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στη Βόρεια Κύπρο».
Ο Χάικο Μάας προειδοποίησε ότι εάν μέχρι αρχές Δεκεμβρίου η Τουρκία δεν επιδείξει σημάδια συνεννόησης τότε προχωρούμε σε μια δύσκολη συζήτηση».
Την ίδια ημέρα, ο επικεφαλής εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Josep Borrell προειδοποίησε επίσης την Άγκυρα ότι «διευρύνει τον διαχωρισμό της από την ΕΕ», προσθέτοντας ότι βρίσκεται σε «κρίσιμο σημείο» η σχέση της Ε.Ε με την Τουρκία.
Η ΕΕ έχει επικρίνει την Τουρκία ότι οι πρόσφατες δηλώσεις και ενέργειες του Προέδρου Ερντογάν στην κατεχόμενη Κύπρο είναι αντίθετες με τα ψηφίσματα του ΟΗΕ.
Στον αντίποδα των συγκεκριμένων αυστηρών προειδοποιήσεων των Ευρωπαίων αξιωματούχων, ήρθαν οι δηλώσεις του εκπροσώπου της τουρκικής προεδρίας Ιμπραήμ Καλίν, που προαναγγέλλει ότι το “Ορούτς Ρέις” μέχρι τέλους του μήνα θα παραμείνει στην περιοχή του Καστελλόριζου και «αργότερα μπορεί να ολοκληρώσει τις εργασίες του και να αποχωρήσει από την περιοχή και να πάει σε εντελώς διαφορετικό σημείο». Ο «πορτ παρόλ» του Ερντογάν έσπευσε να καθορίσει το πλαίσιο του διαλόγου με την Ελλάδα που επιδιώκει η Τουρκία: «Δεν πρέπει να εστιάζουμε μόνο εκεί (Καστελλόριζο). Εμείς θέλουμε διερευνητικές επαφές. Να συζητήσουμε την υφαλοκρηπίδα, το καθεστώς των νησιών» !
Ωστόσο, δεν υπάρχει άνθρωπος επί της γης που να πιστεύει ότι οι προαναφερόμενες κυρώσεις της ΕΕ προς την Τουρκία θα συνετίσουν τον Ερντογάν. Απεναντίας υπάρχει το ενδεχόμενο να τον εκτροχιάσουν ακόμη περισσότερο…
Ο Τούρκος ηγέτης ακολουθεί μια επιθετική στρατηγική στην Ανατολική Μεσόγειο έχοντας στραμμένο το βλέμμα του στο εσωτερικό. Στόχος του να αποπροσανατολίσει και να αποσπάσει την προσοχή της κοινής γνώμης από την επιδείνωση της οικονομίας, την πανδημία και την αποπομπή του γαμπρού του Μπεράτ Αλμπαράκ από το υπουργείο Οικονομικών.
Η Γαλλία, η Αυστρία και η Ελλάδα πιέζουν την ΕΕ να λάβει σκληρά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής της τελωνειακής ένωσης με την Τουρκία. Ωστόσο οι Βρυξέλλες είναι απίθανο να αναλάβουν ισχυρότερη δράση. Οι κομισάριοι θεωρούν ότι οι ευρωπαϊκές κυρώσεις θα είναι πιο αποτελεσματικές εάν στοχεύουν στην τουρκική ενεργειακή βιομηχανία, τα λιμάνια και την ναυτιλία…
Το ερώτημα είναι αν οι επηρεαζόμενες βιομηχανίες από το Ευρωπαϊκό εμπάργκο θα ασκήσουν πίεση στον Ερντογάν να ακούσει την φωνή της λογικής και της επιστροφής στον δρόμο της σύνεσης και του διαλόγου.
Η αλλαγή ηγεσίας στο υπουργείο Οικονομικών και η προσδοκία για αποκατάσταση των σχέσεων με τις ΗΠΑ, ενδεχομένως να ωθήσουν την Τουρκία σε διαπραγματεύσεις, όμως μπορεί να συμβεί το αντίθετο και να αξιοποιηθεί από το καθεστώς Ερντογάν για να εμφανίσει την ΕΕ ως “κακοποιό” ! Κανείς πλέον δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο οι σχέσεις μεταξύ της ΕΕ και της Τουρκίας να γίνουν πιο επιθετικές και τεταμένες μετά τις κυρώσεις και ο Ταγίπ Ερντογάν να επιδείξει απροθυμία έναρξης διαπραγματεύσεων με την ΕΕ καθώς αυτό θα θεωρηθεί «συνθηκολόγηση» από τους πολιτικούς του αντιπάλους στην Τουρκία.
Αναλυτές των Βρυξελλών συνιστούν αναμονή μέχρι της ανάληψη της Αμερικανικής Προεδρίας από τον Τζο Μπάιντεν καθ´ ότι η επιρροή του Ερντογάν στον Τραμπ δεν έχει πλέον καμία πρακτική αξία. Απεναντίας μόνο προβλήματα δημιουργεί στον Ερντογάν η φιλία του με τον Τραμπ ακόμη και στο εσωτερικό του Ρεπουμπλικανικού κόμματος, όπως φάνηκε από την πρωτοφανή στα διπλωματικά χρονικά κίνηση Πομπέο να επισκεφτεί τον Πατριάρχη στο Φανάρι χωρίς να συναντηθεί με την Τουρκική ηγεσία.
Ίσως ειπωθεί ότι είναι γνωστή η απέχθεια του Μάικ Πομπέο για το καθεστώς Ερντογάν ! Ok ! Μόνο που ο Πομπέο δεν είναι από τον σορό ως άλλος ένας απερχόμενος Αμερικανός ΥΠΕΞ . Είναι ο πρώην διοικητή της CIA και πιθανότατα ο επόμενος υποψήφιος Πρόεδρος των Ρεπουμπλικάνων. Είναι άρα γνήσιο τέκνο του βαθέως Αμερικανικού Κράτους που κινεί τα νήματα κυρίως στο παρασκήνιο παρά στο προσκήνιο και που σίγουρα θα βάλει την πινελιά του στην εξωτερική πολιτική Μπάιντεν καθώς αναμένεται να επικεντρωθεί στην ανατολική Μεσόγειο γεγονός που ενδεχομένως πυροδοτήσει ανάφλεξη στις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας.
Η εκλογή του Τζο Μπάιντεν ως επόμενου προέδρου των ΗΠΑ έχει δημιουργήσει ελπίδες στην Ευρώπη για την επαναφορά της Διατλαντικής Σχέσης. Αλλά αυτό δεν μπορεί να υπάρξει ως απλή επιστροφή στο παρελθόν.
Είναι σαφές ότι ο Μπάιντεν αντιμετωπίζοντας τόσες πολλές προκλήσεις -εγχώριες και διεθνείς- θα κληθεί να επανεκτιμήσει τη Διατλαντική σχέση των ΗΠΑ με την Ευρώπη η οποία καλείται να αναλάβει μεγαλύτερο μερίδιο των παγκόσμιων ευθυνών.
Ολοένα και πιο συχνά ακούμε για την ανάγκη επίτευξης «ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας», αλλά τι σημαίνει αυτό στην πράξη;
Η αυτονομία δεν πρέπει να συνεπάγεται απόλυτη ανεξαρτησία ή απομόνωση της Ευρώπης από τον υπόλοιπο κόσμο. Αντιθέτως η Ευρώπη θα πρέπει να αποκτήσει την ικανότητα να σκέφτεται και να νοιάζεται για τον εαυτό της και να ενεργεί σύμφωνα με τις Αξίες και τα ενδιαφέροντά της.
Η ΕΕ αντιμετωπίζει σοβαρές στρατηγικές προκλήσεις στο σημερινό ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον, όπου οι γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί και ο ανταγωνισμός των Μεγάλων Δυνάμεων αυξάνονται.
Όπως έχει πει η Γερμανίδα Καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ: «Εμείς οι Ευρωπαίοι πρέπει πραγματικά να πάρουμε τη μοίρα μας στα χέρια μας. Πρέπει να σταθούμε στα πόδια μας».
Για μεγάλο χρονικό διάστημα, η συζήτηση για τη “στρατηγική αυτονομία“ της Ευρώπης επικεντρώθηκε κυρίως στην ασφάλεια και την άμυνα. Εδώ και καιρό αρκετοί είναι αυτοί που πιστεύουν ότι η στήριξη της Αμερικής προς την Ευρώπη έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση και ότι στο μέλλον ενδέχεται να προκύψει μεγαλύτερη αποσύνδεση.
Ωστόσο ουδείς αμφισβητεί ότι το ΝΑΤΟ έχει διαδραματίσει απαραίτητο ρόλο στην ευρωπαϊκή ασφάλεια. Επομένως οποιαδήποτε ενοποίηση της Ευρωπαϊκής Ασφάλειας θα πρέπει να επιδιωχθεί εντός της συμμαχίας.
Διαδοχικά οι ηγέτες των ΗΠΑ τουλάχιστον τις δυο τελευταίες δεκαετίες επαναλαμβάνουν μονότονα ότι η Ευρώπη είναι αναγκαίο να αυξήσει τη δική της συνεισφορά στην άμυνα, καθώς δεν μπορεί μόνο η Αμερική να πληρώνει για τη διατλαντική ασφάλεια.
Επί Προεδρίας Μπάιντεν αναμένεται αλλαγή στον τόνο αλλά όχι στην ουσία της αμερικανικής στρατηγικής που αφορά την οικονομική συνεισφορά της Ευρώπης στην Ατλαντική Συμμαχία δαπανώντας το 2% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος στην Άμυνα έως το 2024.
Εξίσου σημαντική, η δημιουργία ενός νέου Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας για τη βελτίωση των ικανοτήτων της ευρωπαϊκής στρατιωτικής βιομηχανίας.
Αλλά οι προκλήσεις ασφάλειας της Ευρώπης υπερβαίνουν την παραδοσιακή αρμοδιότητα του ΝΑΤΟ.
Από την Μέση Ανατολή μέχρι τον Καύκασο και από το Σαχέλ της Σαχάρας μέχρι τη Λιβύη στην ανατολική Μεσόγειο, προκύπτουν διαρκώς διάφορες κρίσεις αποσταθεροποίησης που δημιουργούν ισχυρά μεταναστευτικά κύματα για την αντιμετώπιση των οποίων απαιτείται ισχυρή ευρωπαϊκή αντίδραση.
Το καθήκον της ΕΕ είναι να καθορίσει μια κοινή θέση από την οποία μπορεί να δράσει προς το συμφέρον της διατήρησης της περιφερειακής σταθερότητας.
Η Ευρώπη είναι αναγκαίο να αναπτύξει Κέντρο Διαχείρισης Κρίσεων που θα παρακολουθεί και θα αναλύει τις απειλές ώστε να μπορεί να μετακινηθεί γρήγορα από την αξιολόγηση των απειλών στην επιχειρησιακή λειτουργία και την αντίδραση. Δηλαδή η Ευρώπη καλείται να δημιουργήσει μια «Πυξίδα» στρατηγικής.
Ωστόσο είναι σημαντικό η συζήτηση περι «στρατηγικής-αυτονομίας» να επεκταθεί πέρα από τα θέματα άμυνας και ασφάλειας. Στον καιρό των μνημονίων και εν συνέχεια της πανδημίας έχουμε κατανοήσει ότι θέματα όπως η δημόσια υγεία και η οικονομική αλληλεξάρτηση είναι εξ ίσου σημαντικά και απόλυτα εξαρτημένα μεταξύ τους.
Μεμονωμένα, οι μάσκες προσώπου και τα φάρμακα δεν είναι στρατηγικά προϊόντα αλλά αποκτούν στρατηγική έννοια όταν η παραγωγή τους περιορίζεται σε λίγες μόνο χώρες. Το ίδιο ισχύει και για την προμήθεια σπάνιων μετάλλων, κοινωνικών μέσων και άλλων ψηφιακών πλατφορμών και τεχνολογιών όπως το 5G.
Η ΕΕ αντιμετωπίζει σοβαρές στρατηγικές προκλήσεις στο σημερινό ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον. Για την επίτευξη στρατηγικής αυτονομίας θα απαιτηθεί εντατική αξιοποίηση της δύναμης της ενιαίας αγοράς της Ευρώπης. Με το τεράστιο μέγεθος και το εύρος της, η ενιαία αγορά προσφέρει πολλά μέσα για τη διαφύλαξη των ευρωπαϊκών συμφερόντων όσον αφορά τις υποδομές ζωτικής σημασίας, τις ξένες επενδύσεις, τις κρατικές επιδοτήσεις (από τις οποίες ωφελούνται ορισμένοι ξένοι επενδυτές) ή τις εξαγωγές διπλής χρήσης (στρατιωτικές και εμπορικές).
Για παράδειγμα, η Ευρώπη συνειδητοποιεί ολοένα και περισσότερο τα τρωτά σημεία που δημιουργούνται από την μη ισορροπημένη οικονομική σχέση με την Κίνα, οπότε ο όρος «αμοιβαιότητα» τίθεται ως βασικός στόχος στις διαπραγματεύσεις για μια επενδυτική συμφωνία.
Η Ευρώπη δεν έχει κανένα πρόβλημα με την οικονομική ανάπτυξη της Κίνας αλλά δεν μπορεί να επιτρέψει τη διεθνή επέκταση της Κίνας να πραγματοποιηθεί εις βάρος των ευρωπαϊκών συμφερόντων και αξιών. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Ευρώπη καταλήγει σε διπλή προσέγγιση, αντιμετωπίζοντας την Κίνα ως «σημαντικό εταίρο, αλλά επίσης ως «ανταγωνιστή και συστηματικό αντίπαλο».
Πρωταρχικός στόχος της ΕΕ πρέπει να είναι η ενίσχυση του ρόλου και της επιρροής της στον κόσμο, έτσι ώστε να είναι ο εταίρος της επιλογής για κάθε άλλη χώρα και παγκόσμια δύναμη. Η έννοια της στρατηγικής αυτονομίας είναι απαραίτητη για αυτήν τη φιλοδοξία.-
(Ο Δήμος Βερύκιος είναι δημοσιογράφος)