Την προηγούμενη εβδομάδα, το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη αποφάσισε αιφνιδιαστικά την αποπομπή του, τέως πλέον, Αρχηγού της Αστυνομίας κ. Κωνσταντίνου Σκούμα, μόλις 11 μήνες μετά την ανάδειξή του στο αξίωμα. Εξίσου αιφνιδιαστικά, ο αποπεμφθείς αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ. απηύθηνε δημόσια επιστολή προς την ηγεσία του Υπουργείου, με πρωτοφανείς καταγγελίες για τη λειτουργία της Αστυνομίας.
Σταχυολογώ ορισμένες χαρακτηριστικές: ο κ. Σκούμας μιλάει για «απογύμνωση των Αστυνομικών Τμημάτων και των μάχιμων υπηρεσιών του Σώματος και μετακίνησεις αστυνομικών σε θέσεις που δεν εξυπηρετούν το κοινωνικό συμφέρον». Αναφέρει επίσης πως στις τελευταίες κρίσεις της Αστυνομίας αγνοήθηκαν οι τεκμηριωμένες αντιρρήσεις του για συγκεκριμένα πρόσωπα και κάνει λόγο για «πολυετή κατεστημένα σε κρίσιμες υπηρεσίες της αστυνομίας», και «κέντρα εξουσίας στο Υπουργείο που ζητούσαν τη λήψη αποφάσεων ενάντια στην απόλυτη διαφάνεια και αξιοκρατία». Ο κ. Σκούμας τελειώνει τις άκρως ανησυχητικές καταγγελίες του με μια ευθεία μομφή κατά του κ. Θεοδωρικάκου: «δεν θα αναλάβω ευθύνες του πολιτικού μου προϊσταμένου ούτε θα γίνω το εξιλαστήριο θύμα κανενός».
Παρατήρηση πρώτη επί της ουσίας των καταγγελιών: στους παροικούντες την αστυνομική Ιερουσαλήμ, δεν προκαλούν καμία εντύπωση. Ήδη, πρόσφατα δημοσιεύματα αναφέρονται σε «άνωθεν» παρεμβάσεις ώστε να αφαιρεθούν 135 περίπου αστυνομικοί από αστυνομικά τμήματα της Αθήνας προκειμένου να τοποθετηθούν, όπως μνημονεύεται, σε «βολικές» υπηρεσίες» καθώς επίσης και προτάσεις που αφορούσαν εσωτερικό έλεγχο για ύποπτες συνομιλίες αξιωματικών της αστυνομίας με ανθρώπους της νύχτας και απορρίφθηκαν από την ηγεσία.
Η απόσπαση αστυνομικών για τη φύλαξη προσώπων που πιθανότατα δεν το δικαιούνται, είναι μια διαρκής πληγή για την Ελληνική Αστυνομία. Ακόμη χειρότερα, κατά τη συνήθη πρακτική της, είναι μια πληγή που η ΕΛ.ΑΣ. και το Υπουργείο δεν δείχνουν καμία διάθεση να θεραπεύσουν. Εγώ ο ίδιος, ως κοινοβουλευτικός υπεύθυνος του ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής για το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, έχω εδώ και χρόνια απευθύνει συγκεκριμένες ερωτήσεις προς το Υπουργείο, ζητώντας στοιχεία και αριθμούς: πόσοι αστυνομικοί απασχολούνται σε τέτοιες υπηρεσίες, για ποιούς λόγους, ποιος αποφασίζει, ποιά κριτήρια χρησιμοποιούνται. Με μία καφκική και αυθαίρετη επίκληση σε κάποιο απόρρητο, το Υπουργείο αρνείται πεισματικά να απαντήσει επί της ουσίας, επιτείνοντας την εντύπωση πως η αρμόδια υπηρεσία της ΕΛ.ΑΣ. έχει καταστεί ένα αυτόνομο βιλαέτι εξυπηρέτησης ιδιωτικών ή πολιτικών συμφερόντων: ό,τι ακριβώς καταγγέλει δηλαδή ο κ. Σκούμας στην επιστολή του.
Παρατήρηση δεύτερη: είναι απορίας άξιον το ότι τέτοιες συγκλονιστικές καταγγελίες δεν έχουν ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων και δεν έχουν προκαλέσει μείζον πολιτικό ζήτημα στην κυβέρνηση. Μπορεί η τραγωδία των Τεμπών και τα όσα θλιβερά αποκαλύπτονται να επισκιάζουν – και δικαίως- την ειδησεογραφία, όμως εδώ έχουμε επώνυμες καταγγελίες, από τον μέχρι χθες Αρχηγό της Αστυνομίας για εκτεταμένα κέντρα διαφθοράς μέσα στο ίδιο το Σώμα. Το Υπουργείο, κατά συνέπεια, δεν μπορεί να κρύβεται και να αποδίδει τις καταγγελίες σε ανθρώπινη πικρία. Για τον λόγο αυτό κατέθεσα κοινοβουλευτική ερώτηση με συγκεκριμένα ερωτήματα προς την ηγεσία του Υπουργείου, η οποία οφείλει πλέον να λογοδοτήσει με τον πλέον επίσημο τρόπο, με τη διαδικασία του κοινοβουλευτικού ελέγχου.
Η ατιμωρησία, η καλλιέργεια μιας νοοτροπίας «ομερτά», η έλλειψη λογοδοσίας, είναι δυστυχώς χαρακτηριστικά του τρόπου που λειτουργεί η Ελληνική Αστυνομία, με την ανοχή, αν όχι τη συνέργεια, του Υπουργείου. Φαίνεται από τις εκατοντάδες ανολοκλήρωτες ΕΔΕ για περιστατικά αδικαιολόγητης αστυνομικής βίας και αυθαιρεσίας, τις δεκάδες καταδίκες από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για κάποιες από τις υποθέσεις αυτές, τις πολλαπλές καταγγελίες για διαφθορά μέσα στους κόλπους της ΕΛ.ΑΣ. , που σχεδόν ποτέ δεν φτάνουν σε μια ουσιαστική κάθαρση. Με την εμπέδωση αυτής της νοοτροπίας, διαβρώνεται σταθερά η θεμελιώδης εγγύηση για τις σχέσεις αστυνομίας και πολίτη: η αξιοπιστία και η εμπιστοσύνη. Μπορεί να αναλογιστεί κανείς πόσο επικίνδυνο είναι αυτό, μέσα σε ένα περιβάλλον γενικότερης κρίσης της εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς και στην ίδια τη δημοκρατία.
(Ο Γιώργος Καμίνης είναι βουλευτής Επικρατείας και υπεύθυνος κοινοβουλευτικού τομέα Προστασίας του Πολίτη του ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής)