Ο Γάλλος υπουργός εξωτερικών και «μετρ» της παγκόσμιας διπλωματίας Ταλεϋράνδος είχε πει πως «όταν κάτι είναι αυτονόητο, γίνεται ακόμα πιο αυτονόητο όταν το λέμε».
Η κυβέρνηση δέχθηκε σφοδρή κριτική τις τελευταίες ημέρες ακριβώς γιατί επικοινώνησε το αυτονόητο. Πως δεν είναι δυνατό ευρωπαϊκά όπλα, να στραφούν κατά μιας χώρας μέλους της ΕΕ. Κάποιοι, ανόητα, έσπευσαν να μιλήσουν για «εθνική ήττα» από το γεγονός πως δεν επιβλήθηκε εμπάργκο στην προμήθεια όπλων από την ΕΕ προς την Τουρκία.
Αυτή η κριτική εκτός όμως από άδικη, είναι κι εκτός διπλωματικών κανόνων. Κι αυτό γιατί επιχειρείται από την αντιπολίτευση να απομακρυνθεί η ελληνική διπλωματία από έναν ουσιαστικό κανόνα της άσκησης των εθνικών μας δικαιωμάτων.
Αυτού της επικοινωνίας στο διεθνές περιβάλλον των θέσεων μας ακόμα κι αν δεν γίνουν σε μια πρώτη φάση απόλυτα κατανοητές. Από πού κι ως πού ο ΣΥΡΙΖΑ ή τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης επιδιώκουν να αφαιρέσουν το λόγο από τον υπουργό Εξωτερικών και τους Έλληνες διπλωμάτες; Γιατί είναι λάθος το γεγονός πως με σθένος μια ελληνική κυβέρνηση έθεσε ζήτημα σε ανοικτό μιντιακά περιβάλλον για τη σχέση εξοπλισμών μεταξύ Γερμανίας και Τουρκίας (βλέπε συνέντευξη Δένδια στη Welt);
Το ότι τέθηκε δημόσια το θέμα της ειδικής σχέσης Κρατών μελών με το ακραία ισλαμιστικό κι αντιδημοκρατικό καθεστώς Ερντογάν ακόμα και αν δεν είχε ένα άμεσο κι εύκολα ορατό αποτέλεσμα στη Σύνοδο Κορυφής, «δουλεύει» πολιτικά με άλλο τρόπο. Αποτέλεσμα μήπως αυτής της ανοικτής διπλωματίας της κυβέρνησης δεν ήταν η ξεκάθαρη αποδοκιμασία Πρασίνων και Φιλελευθέρων για το πρόγραμμα εξοπλισμών της Γερμανίας στη γειτονική ιμπεριαλιστική χώρα και το αίτημα εμπάργκο που κατέθεσαν; Κι αν κάποιος σπεύσει να πει πως πρόκειται για μικρότερες πολιτικές δυνάμεις, να υπενθυμίσουμε πως τα δύο αυτά κόμματα ήταν, είναι και θα είναι κυβερνητικοί μπαλαντέρ στη χώρα τους με κρίσιμο ρόλο και παρουσία.
Κι επιπλέον, εφόσον για κάποιους το τελικό κείμενο της συνόδου συνιστά εθνική ήττα λόγω της μη επιβολής κυρώσεων, μήπως κατ’ αντιστοιχία θα πρέπει να θεωρείται εθνική νίκη η απόφαση των ΗΠΑ για επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία; Οπωσδήποτε είναι παράδοξο, οι ΗΠΑ να επιβάλουν κυρώσεις στην Τουρκία, η οποία είναι μέλος του ΝΑΤΟ, ενώ την ίδια ώρα η Ευρώπη διστάζει να πράξει το ίδιο για μια χώρα μάλιστα που δεν είναι καν μέλος της, μεταθέτοντας τις όποιες αποφάσεις της για τον προσεχή Μάρτιο. Παρόλα αυτά οι αποφάσεις οι οποίες αποτυπώνονται στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, είναι σαφέστερες από ποτέ υπέρ των δικαίων της Ελλάδος και της Κύπρου απέναντι στην επιθετικότητα της Τουρκίας, αφού διευρύνεται η λίστα των κυρώσεων προς άτομα και οντότητες που παρανομούν, καλούνται, για πρώτη φορά, ο Ύπατος Εκπρόσωπος και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αξιολογήσουν συνολικά τις σχέσεις Ευρωπαϊκής Ένωσης και Τουρκίας και να προτείνουν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το αργότερο μέχρι το Μάρτιο, μέτρα στα οποία μπορούν να συμπεριλαμβάνονται και τομεακές κυρώσεις, ενώ μπορεί να επαναξιολογηθεί η Τελωνειακή Ένωση, εάν εκτιμηθεί ότι θίγονται συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σε κάθε περίπτωση η ελληνική διπλωματία θα πρέπει να αναλάβει νέες πρωτοβουλίες μέχρι τη Σύνοδο του Μαρτίου, όπου θα συζητηθεί εκ νέου η τουρκική προκλητικότητα, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να ενισχύσουμε τις συμμαχίες μας με το Ισραήλ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, διαμορφώνοντας ένα τόξο χωρών που έχουν ευθυγραμμισμένα συμφέροντα και βλέπουν τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο μέσα από το ίδιο οπτικό πρίσμα ενώ παράλληλα καθίσταται επιτακτική η ανάγκη εμβάθυνσης της συνεργασίας μας με τη νεοεκλεγείσα κυβέρνηση Μπάιντεν.
Ο δρόμος προς την Ευρώπη της έμπρακτης αλληλεγγύης φαίνεται ότι θα είναι μακρύς και δύσκολος, όμως η ελληνική διπλωματία είναι αποφασισμένη να τον διανύσει μέχρι τέλους.
Ο Δημήτρης Μαρκόπουλος είναι βουλευτής Νέας Δημοκρατίας στη Β’ Πειραιά