Θα έπρεπε να είναι αναφαίρετο δικαίωμα των πολιτών αλλά και υποχρέωση των πολιτικών κομμάτων, να εκθέτουν με σαφήνεια πριν τις εκλογές, τις θέσεις τους για τη πορεία της χώρας, τις αναγκαίες πολιτικές, τις προτεραιότητες που πρέπει να δρομολογηθούν, τις συνεργασίες σε κοινοβουλευτικό επίπεδο και μετεκλογικά, εφόσον υπάρχουν προβλήματα στο σχηματισμό κυβέρνησης.
Αυτή η πολιτική πρακτική ακολουθείται στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες, αν και έχουν οργανωμένο αποκεντρωμένο κράτος, δομημένη, λειτουργική δημόσια διοίκηση που μπορεί να πορευτεί για ένα μεγάλο διάστημα, χωρίς τη καθοδήγηση από την οριστικά εκλεγμένη από την Βουλή Κυβέρνηση, γίνεται παρουσίαση του «οδικού χάρτη» του κάθε κόμματος.
Το ΠΑΣΟΚ προσπαθεί σε ένα δύσκολο πολιτικό περιβάλλον και σε μια περίοδο με συνεχή ανατρεπτικά γεγονότα, όπως της εθνικής τραγωδίας των Τεμπών, να αναλάβει πρωτοβουλία και ευθύνη για την επόμενη μέρα της διακυβέρνησης της χώρας.
Η πολιτική δεν είναι στο παρελθόν. Είναι στο μέλλον. Το ΠΑΣΟΚ κάνει restart.
Προφανώς, η συνολική προαναγγελθείσα πρόταση του Νίκου Ανδρουλάκη, είναι πολιτική που ξενίζει. Ταράζει τα λιμνάζοντα νερά του πολιτικού διαλόγου. Θέτει προβληματισμό στα κόμματα ,στη κοινωνία.
Είναι μια πολιτική πρόκληση για ανοικτό δημόσιο διάλογο. Τα πολιτικά κόμματα πρέπει να ξεδιπλώσουν τη δική τους πολιτική, συμμαχιών και εκλογικών πρακτικών, για να τις γνωρίζει ο ελληνικός λαός. Να ξέρει πόσες φορές θα συρθεί σε εκλογές ,με ποιο πολιτικό αφήγημα, πως θα διασφαλιστεί η σταθερότητα στη χώρα. Η αυτοδυναμία μετά τα Τέμπη, είναι ένας «αυτόκλητος όρος» των κυβερνώντων, που δεν φαίνεται να διασφαλίζεται από τη σημερινή συμπεριφορά της κοινωνίας. Μάλιστα, όταν βλέπει χαρτοπόλεμο ανακοινώσεων και αποποίησης ευθυνών, από τα δύο κόμματα.
Θα περιμένουμε…
Πρώτον: Οι συνεργασίες δεν είναι ζήτημα συγκυριακού επικοινωνιακού ερωτήματος αλλά πολιτικής πρότασης διακυβέρνησης της χώρας. Ο Νίκος Ανδρουλάκης, δεν έπεσε στη παγίδα με το «ποιόν θα πας»… Έχει θέσει εδώ και μήνες το πλαίσιο συνεργασιών, το οποίο φυσικά εξαρτάται και από την εκλογική δυναμική του κάθε κόμματος. Θα ήταν αποτελεσματικό, να διευκρινίζονται σταθερά τα ζητήματα των συνεργασιών της πρότασης.
Δεύτερον: Είναι κατανοητό ότι οι πολίτες ψηφίζουν στις εθνικές εκλογές κόμμα και τον αρχηγό του. Να αναφερθεί, όμως ότι η κομματική βάση και η συσπείρωση της, είναι η κύρια δύναμη του κάθε κόμματος. Στο σημερινό δίπολο-ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ- όπως καταγράφεται, η ΝΔ έχει γύρω στο 26% ,ο ΣΥΡΙΖΑ μετά την ανατροπή του δίπολου που ίσχυε μέχρι το 2009, φθάνει το 22%. Ιστορικά, το ΠΑΣΟΚ ακόμη και στα δύσκολα χρόνια 1989-90,δεν έπεφτε κάτω από το 37% και εκπροσωπούσε ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Το σημερινό επικοινωνιακό ερώτημα που προκύπτει από τη διμερή «ιδιότυπη συμφωνία», είναι η επιλογή μεταξύ «Μητσοτάκη ή Τσίπρα». Εάν, οι δυο αρχηγοί του διπόλου, δεν μπορέσουν να διασφαλίσουν τη νίκη του κόμματος τους, πως μπορεί να διακυβερνήσουν χωρίς να εκπροσωπούν το μεγαλύτερο μέρος των πολιτών! Η Βουλή δε, δίνει ψήφο εμπιστοσύνης ή ανοχής, σε κυβέρνηση και Πρωθυπουργό, βάση Συντάγματος και Νόμων. Δεν έχει αλλάξει κάτι μέχρι σήμερα…
Τρίτον: Με περίσσεια ευθύτητα, ο Νίκος Ανδρουλάκης, τόνισε ότι η πρόταση του για σχηματισμό κυβέρνησης βάσει προγραμματικών συμφωνιών και Πρωθυπουργό πολιτικό πρόσωπο, θα κριθεί από την εκλογική δυναμική του ΠΑΣΟΚ. Εάν ο ελληνικός λαός δεν το στηρίξει, με κριτήριο τη πολιτική ηθική, δεν θα μπορέσει να συμμετέχει στις διαβουλεύσεις(sic). Αφήνει τους άλλους, που η κοινωνία τους έχει δώσει μεγαλύτερη στήριξη, να βρουν το τρόπο διακυβέρνησης της χώρας. Σεβαστό το ότι: «Δεν μπορώ να επιβάλλω τους όρους μου χωρίς ισχυρό διψήφιο ,ούτε και εκείνοι όμως τους δικούς τους, χωρίς να έχουν υψηλά ποσοστά».
Τέταρτον: Ο Νίκος Ανδρουλάκης τονίζει, ότι θα κάνει κάθε προσπάθεια θεσμική, πολιτική, προγραμματική, για να κυβερνηθεί η χώρα. Με συνεκτικότητα, σταθερότητα, με μεταρρυθμίσεις και όχι με διαχειριστικού τύπου πρακτικές του 3 :2 : 1,ούτε με κυβερνήσεις ειδικού σκοπού, ούτε κανενός άλλου ασταθούς σχήματος, που θα εκθέτει τη χώρα, ευρωπαϊκά και διεθνώς. Αν μια αυτοδυναμία των 151 εδρών, με επιτελικό κράτος που προσβάλλει την εκτελεστική εξουσία , τις κοινοβουλευτικές διεργασίες , μπορεί να αντιμετωπίσει τα σημερινά θεσμικά και κοινωνικά ρήγματα, τότε είναι ζήτημα επιλογής των πολιτών και δεν μπορεί κάποιος να το εμποδίσει.
Πέμπτον: Μια «προαναγγελθείσα» ονοματολόγια πολιτικού προσώπου για Πρωθυπουργός, εκ μέρους του ΠΑΣΟΚ, θα ήταν ασυνεπής με τη διαδικασία που κατατέθηκε σε δημόσιο διάλογο και τη δέσμευση, ότι αυτό θα αποφασιστεί από κοινού. Εξάλλου, μια πολιτική πρόταση διακυβέρνησης, είναι άδικο να χαθεί σε μια πολυδαίδαλη ονοματολογία, που πετάει το μπαλάκι σε τακτισμούς και όχι στην ουσία του πολιτικού θεσμικού αφηγήματος.
Μάλλον ,ο πολιτικός κόσμος και τα κόμματα δεν έχουν αντιληφθεί το βάθος της κρίσης των αξιών και των αναξιόπιστων θεσμών.
Το πόσο λοξά, μας κοιτά η κοινωνία ,οι γείτονες μας, οι άνθρωποι της καθημερινότητας.
Οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι ζουν ακόμη υπό το καθεστώς μνημονίων και εργασιακών περιορισμών.
Το ιδιωτικό χρέος θα βυθίσει οικογένειες και επιχειρήσεις ενώ το δημόσιο χρέος θα περιορίσει αναπτυξιακές πολιτικές.
Οι νέοι και μάλιστα μετά τα Τέμπη, έχουν δρομολογήσει τις δικές τους ανατροπές.
Οι πρόσφατες κινητοποιήσεις των πολιτών για τα Τέμπη, απασφάλισαν τις διεκδικήσεις τους, επί όλων των θεμάτων.
Η αποχή μέχρι σήμερα ήταν αδιαφορία και όχι πολιτική επιλογή, που μπορεί να μετεξελιχθεί.
Προφανώς, κάθε πολιτική πρόταση διακυβέρνησης και εκλογικών συνεργασιών κρίνεται από τα θετικά και αρνητικά ζητήματα, που προκύπτουν. Πολιτικά, κοινοβουλευτικά και κομματικά .Καμία πρόταση και λύση δεν μπορεί να σταθεί χωρίς κριτική.
Οι πολίτες όμως, δεν πρέπει να αισθάνονται ή να διαισθάνονται ότι γίνεται κάτι χωρίς να το γνωρίζουν. Υπογείως και ψιθυριστά….
(Η Κατερίνα Μπατζελή είναι π. Υπουργός, βουλευτής, ευρωβουλευτής ΠΑΣΟΚ, Υποψ. Βόρειος Τομέας (Β1) Αθήνας)