Τα αρκετά τελευταία χρόνια βιώνουμε πολλά παράδοξα, στα οποία βεβαίως συνέβαλλαν οι απανωτές κρίσεις, αλλά και η ανωριμότητα (εκτός των άλλων παθογενειών) κάποιων ηγεσιών που ανήλθαν κατά περιόδους στην εξουσία . Ο λαός μπερδεμένος και παραζαλισμένος από τις πολλές υποσχέσεις και τον μηδενιστικό λόγο, επιλέγει αρνητικά με συνέπεια να χαθεί η ορθολογική πολιτική σκέψη και εν πολλοίς οι ιδεολογίες.
Η σημερινή ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας εκμεταλλεύτηκε και ακόμη προσπαθεί να εκμεταλλευτεί όσο πιο πολύ μπορεί, εκείνες τις δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας που είναι μεταρρυθμιστικές και εκσυγχρονιστικές.
Αυτές οι δυνάμεις είναι βεβαίως υγιές κομμάτι της κοινωνίας που κινείται ιδεολογικά στην ευρύτερη κεντροαριστερά και τη σοσιαλδημοκρατία και με την πολιτική τους στάση διαχρονικά, προσπάθησαν να συμβάλουν θετικά στην αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος.
Έτσι, από έρευνες πολιτικών επιστημόνων, συνάγεται ότι αυτό το κρίσιμο ποιοτικά και ποσοτικά μέγεθος στήριξε το ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του 1980, τις εκσυγχρονιστικές δυνάμεις τη δεκαετία του ΄90 και του 2000 και τις δυνάμεις που είδαν μια ευκαιρία μπροστά στη λαίλαπα των μνημονίων και ήθελαν να προσπαθήσουν να εκμεταλλευτούν, έστω αυτή την τραγική περίοδο, να προωθήσουν ένα μεταρρυθμιστικό θεσμικό πλαίσιο το οποίο θα έβγαζε την Ελλάδα από το παρελθόν του εικοστού αιώνα και θα έβαζε τις βάσεις για να γίνει μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα.
Η ατυχία γι αυτές τις δυνάμεις ήταν ότι είχαν να αντιμετωπίσουν διάφορες «ελκυστικές» φωνές που ήθελαν να εκμεταλλευτούν τη συγκυρία και να αποκομίσουν εκλογικά οφέλη.
Μετά τις απανωτές απογοητεύσεις όμως, το αποτέλεσμα ήταν να σκορπίσουν, να μην έχουν κοινό σημείο αναφοράς και να μπαίνουν στη διαδικασία των αποκλεισμών και της αρνητικής ψήφου, πέφτοντας θύματα οφθαλμοφανών ψευδο-υποσχέσεων για το άμεσο αλλά και το απώτερο μέλλον, στη λογική του λιγότερου κακού.
Αυτή η οπτική όμως είναι ξεκάθαρο ότι δεν δίνει λύσεις, αλλά αντίθετα οδηγεί σε νέα αδιέξοδα, σε νέες περιχαρακώσεις, σε νέους διχασμούς, σε νέους φανατισμούς και σε επαναλαμβανόμενες οπισθοχωρήσεις σε κάθε επίπεδο.
Το πώς πολιτεύτηκε η τωρινή κυβέρνηση είναι πλέον γνωστό (πελατοκρατεία, βόλεμα ημετέρων, διαπλοκή, ανατροπή δημοκρατικών λειτουργιών – αντισυνταγματικότητα των ρυθμίσεων για τους ΟΤΑ, πολιτικές παρεμβάσεις δια της δικαιοσύνης για τη μη διερεύνηση των υποκλοπών κλπ κλπ) και μόνο όσοι εθελοτυφλούν δεν το βλέπουν.
Κατά συνέπεια η επιλογή για το κρίσιμο ποσοστό των παραδοσιακά προοδευτικών –κεντρώων- εκσυγχρονιστών ψηφοφόρων, δεν θα πρέπει να είναι η αρνητική ψήφος με τη λογική των αποκλεισμών, που οδηγεί άμεσα ή έμμεσα στην ενίσχυση της Νέας Δημοκρατίας, αλλά οι εναλλακτικές λύσεις που μπορούν να δώσουν αξιόπιστες διεξόδους στα σημερινά τραγικά αδιέξοδα.
Σε αυτό το πλαίσιο θεωρώ ότι η εξισορρόπηση του πολιτικού συστήματος είναι από τα μεγάλα διακυβεύματα και μπορεί να προέλθει με την επιλογή αυτών των προοδευτικών πολιτών, όχι φυσικά της Νέας Δημοκρατίας, αλλά της εκλογικής ενίσχυσης του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, το οποίο θα συνεισφέρει παραγωγικά στην εξομάλυνση των ακραίων αντιθέσεων, στη σύνθεση κι όχι στους φανατισμούς και τελικά στη δημιουργία μιας νέας ελπίδας και μιας προοπτικής για τις επόμενες γενιές.
Όλοι-ες όσοι-ες έχουν δημοκρατικές ευαισθησίες, αυτοί-ες που επιθυμούν να συμβάλουν στην αλλαγή του κυρίαρχου – οπισθοδρομικού ( με κοτζαμπάσικα χαρακτηριστικά) πολιτικού τοπίου, με σύγχρονες μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα, πιστεύω ότι είναι καιρός να σταματήσουν να τιμωρούν την Πατρίδα και τη Δημοκρατία κι ας επιλέξουν αυτή τη φορά θετικά, δίνοντας τη δυνατότητα να ισχυροποιηθεί σημαντικά ένας προοδευτικός πόλος που μπορεί να δώσει ουσιαστικές λύσεις προς την προαναφερόμενη κατεύθυνση ( στέλνοντας παράλληλα ένα ηχηρό μήνυμα προς κάθε κατεύθυνση).
Η μονόδρομη λύση, είναι η θετική ψήφος και ο στόχος οι συνεργασίες, με προοδευτικό πρόσημο, κάτι που ισχύει και εφαρμόζεται από χρόνια σε όλη την Ευρώπη.
Ίσως τώρα να είναι η τελευταία ευκαιρία να ισορροπήσει η Γ΄ Ελληνική Δημοκρατία και να κλείσει ομαλά ο κύκλος της Μεταπολίτευσης, χωρίς νέες τραγωδίες και διχασμούς.
Ας αναλάβουμε όλοι τις ευθύνες μας.
(Ο Βασίλης Μαστρογιάννης είναι Δρ. Δημοσίου Δικαίου)