Τη στιγμή που γράφονταν αυτές ο αράδες γινόταν γνωστό ότι παραιτήθηκε ο Διευθύνων Σύμβουλος της Αττικής Οδού, κ. Βασίλης Χαλκιάς, μετά το φιάσκο και την ταλαιπωρία εκατοντάδων πολιτών σε έναν από τους πιο σύγχρονους ελληνικούς αυτοκινητόδρομους, που προκλήθηκε εξαιτίας της σφοδρής χιονόπτωσης και κακοκαιρίας με το κωδικό όνομα «Ελπίς» (μόνο ως τρολάρισμα θα μπορέσει να το κατανοήσει ο ιστορικός του μέλλοντος).Η εξέλιξη της παραίτησης είχε ουσιαστικά προ από τις δηλώσεις του υπουργού Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, κ. Χρήστου Στυλιανίδη, ο οποίος από την πρώτη στιγμή αναφέρθηκε στην αναζήτηση ευθυνών προς την πλευρά της εταιρείας.
Σε αυτό, ωστόσο, που αξίζει να εστιάσουμε είναι στην επανάληψη από πλευράς υπουργού και κυβέρνησης ότι υπήρχαν διαβεβαιώσεις από τη εταιρεία για την επαρκή αντιμετώπιση του επερχόμενου φαινομένου. Ο κ. Στυλιανίδης, αφού ζήτησε συγγνώμη, κάτι το οποίο τον τιμά, γιατί δεν έχουμε συνηθίσει στη χώρα μας να γίνεται κάτι τέτοιο εν εξελίξει ενός γεγονότος, θεώρησε, μάλλον εκ των ων ουκ άνευ, ότι οι διαβεβαιώσεις μιας εταιρείας που διαχειρίζεται τον δρόμο δύο και πλέον δεκαετίες αρκούν για να καθησυχαστεί το κεντρικό κράτος. Ευρωπαίος πολιτικός κυρίως ο υπουργός Πολιτικής Προστασίας, ίσως να το αντιλήφθηκε ως αυτονόητο, κάτι που δεν μπορεί να του χρεωθεί ως αφέλεια ή άγνοια, αν και σε αυτές τις θέσεις χρειάζονται ως συνεργάτες και άνθρωποι του πεδίου – θα μπορούσε π.χ, να γίνει μια «τράμπα» μεταξύ των υφυπουργών Πολιτικής Προστασίας και Άμυνας, με τον κ. Νίκος Χαρδαλιά να γυρίζει στο πόστο που γνωρίζει όσο κανείς άλλος και ο πτέραρχος κ. Ευάγγελος Τουρνάς σε μια θέση που την γνωρίζει επίσης πολύ καλά.
Το ζήτημα όμως που ανακύπτει είναι ποιος πρέπει να είναι ο ρόλος του κεντρικού κράτους και της αιρετής τοπικής αυτοδιοίκησης στο πλαίσιο μιας ετεροβαρούς υπέρ του ιδιώτη «ΣΔΙΤ». Απλώς να την εμπιστεύεται εκ των προτέρων και να αναγκάζεται να παρακολουθεί την εξέλιξη μιας αποτυχημένης επιχείρησης, όπως λόγου χάρη έγινε τη Δευτέρα 24 Ιανουαρίου, με την προσπάθεια απεγκλωβισμού πολιτών, και στο τέλος να συνδράμει ο στρατός και η κοινωνία των πολιτών ή μέλη κομμάτων; Επιπλέον, κατά πόσο είναι τελικά σωστό να κατασκευάζονται μεγάλα έργα υποδομών, με αποικιοκρατικές κατά κύριο λόγο συμβάσεις και τα οικονομικά οφέλη να τα έχουν μόνο οι διαχειριστικές εταιρείες, όταν μάλιστα στην κρίσιμη στιγμή αποδεικνύονται ανεπαρκείς να διεκπεραιώσουν τη μοναδική υποχρέωση που έχουν αναλάβει.
Σε μια συγκυρία που η πανδημία απέδειξε με τον πιο εμφαντικό τρόπο ότι η ενίσχυση τη δημόσιου τομέα μόνον υπέρ του πολίτη λειτουργεί, χρειάζεται αναθεώρηση και της πρακτικής σε σχέση με τη διαχείριση των μεγάλων έργων υποδομής, των δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών. Δεν μπορούμε να αντιπαρέλθουμε στο γεγονός ότι στο οικονομικό σύστημα που έχει επικρατήσει, δυστυχώς, τα μεγάλα έργα χρειάζονται τη συμμετοχή ιδιωτών. Ωστόσο, η βασική προϋπόθεση για τις εκάστοτε συμπράξεις είναι να καθίστανται επωφελείς στο κοινωνικό σύνολο. Κάτι που δεν συμβαίνει αν λάβουμε υπόψη μας όλες τις μεγάλες ιδιωτικοποιήσεις ή παραχωρήσεις μετοχικού κεφαλαίου από το δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα. Η κρατική παρέμβαση οφείλει να είναι παρούσα και η διαμονοποίησή της μόνο δεινά έχει επιφέρει…
*[χρησιμοποιούμε καταχρηστικά και «σκωπτικά» τον όρο Σύμπραξη Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ)].
(Ο Δημήτρης Στεμπίλης είναι δημοσιογράφος-διεθνολόγος)