Στις 20 Ιουνίου του 1978, στις 11 το βράδυ, η ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης χτυπήθηκε από ισχυρό σεισμό μεγέθους 6,5 στην κλίμακα Richter. O απολογισμός υπήρξε τραγικός. Σκοτώθηκαν 48 άνθρωποι, τραυματίστηκαν εκατοντάδες, έμειναν άστεγοι χιλιάδες, γιατί χιλιάδες ήταν και τα κτίρια που εβλάβησαν. Στην πλατεία Ιπποδρομίου, στο κέντρο της πόλης, κατέρρευσε μια οκταώροφη πολυκατοικία, όπου σημειώθηκαν και τα περισσότερα θύματα.
Ο σεισμός αυτός είναι εμβληματικός, όχι μόνο για τις τραγικές του επιπτώσεις, αλλά και για δύο ακόμη λόγους. Ο πρώτος είναι ότι στη σύγχρονη ιστορία της χώρας μας, για πρώτη φορά χτυπήθηκε από ισχυρό σεισμό μια μεγαλούπολη, όπως η Θεσσαλονίκη. Ο δεύτερος λόγος που καθιστά εμβληματικό το σεισμό του 1978 είναι ότι αμέσως μετά μπήκαν μερικά από τα θεμέλια της αντισεισμικής πολιτικής στην Ελλάδα, όπως την ξέρουμε σήμερα, δεδομένου ότι τότε η χώρα ήταν εντελώς απροετοίμαστη στον τομέα της αντισεισμικής προστασίας.
(Πηγή φωτό: ΕΡΤ3)
Οι ισχυροί σεισμοί αποτελούν τομές στην ιστορία των τόπων που πλήττουν. Αυτή η ιστορική διαπίστωση επαληθεύτηκε πλήρως με το σεισμό του 1978. Πολλά είναι τα επιστημονικά δεδομένα και ερευνητικά αποτελέσματα για το σεισμό αυτό και τα γνωστά στοιχεία για τις πολυποίκιλες επιπτώσεις του. Όμως, λίγοι γνωρίζουν ορισμένες σημαντικότατες πτυχές που καθόρισαν άμεσα ή έμμεσα τις αποφάσεις που πάρθηκαν τότε. Μετά από επιστημονική διαδρομή 45 ετών, όντας παρόν, με τον ένα ή άλλο τρόπο, σε όλες τις σημαντικές στιγμές των σεισμών στη χώρα μας από το 1978 και μετά, πιστεύω ότι δικαιούμαι να γνωστοποιήσω ευρύτερα μερικές από τις λίγο γνωστές πτυχές που αναφέρονται στους σεισμούς της Θεσσαλονίκης του 1978.
Δύο υπήρξαν τα κεντρικά πρόσωπα, ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Βασίλης Παπαζάχος, τότε νεοεκλεγμένος Καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ). Ο μήνας Ιούνιος έχει σημαδέψει την επιστημονική μου πορεία. Τον Ιούνιο του 1982 αναγορεύτηκα διδάκτορας της Σχολής Θετικών Επιστημών του ΑΠΘ, δεδομένου ότι είχα ολοκληρώσει τη διδακτορική μου διατριβή, υπό την επίβλεψη του Β. Παπαζάχου που μου είχε αναθέσει το θέμα ήδη από τον Νοέμβριο του 1977. Τον Ιούνιο του 1978, πριν το σεισμό είχα προγραμματίσει να μεταβώ στη Θεσσαλονίκη στις 21.6.1978 για συνεργασία με τον καθηγητή μου. Το προηγούμενο βράδυ μας πρόλαβε ο σεισμός, αλλά η μετάβασή μου έγινε με την πρώτη πρωινή πτήση της Ολυμπιακής αεροπορίας. Αντί για συνεργασία στο εργαστήριο, αναχωρήσαμε αμέσως με τον καθηγητή για τη σεισμόπληκτη περιοχή στις λίμνες Βόλβη και Λαγκαδά, όπου βρισκόταν το επίκεντρο του σεισμού. Για πρώτη φορά είδα από κοντά τις επιπτώσεις ενός βλαβερού σεισμού. Είδα εκατοντάδες κατεστραμμένων σπιτιών σε όλα τα χωριά της περιοχής. Είδα για πρώτη φορά το ρήγμα που άνοιξε ο σεισμός στην επιφάνεια της γης. Είδα για πρώτη φορά τις ρευστοποιήσεις του εδάφους. Είδα την αγωνία του κόσμου για το αύριο.
Τις επόμενες μέρες ο Β. Παπαζάχος επικρίθηκε από μερίδα του Τύπου και της κοινής γνώμης, γιατί ένα μήνα πριν είχε κάνει την εκτίμηση ότι η σεισμική δράση που είχε ξεκινήσει στην περιοχή ήδη από τον περασμένο Μάιο, μάλλον δεν θα οδηγήσει σε μεγάλο σεισμό. Εκ των υστέρων αποδείχτηκε ότι η σεισμική δράση, που προηγήθηκε του κύριου σεισμού της 20ης Ιουνίου, αποτέλεσε μια τυπική περίπτωση προσεισμών. Η εκτίμηση δεν ήταν ορθή. Μπορούσε, όμως, ένας σεισμολόγος να κάνει κάτι καλύτερο με τα λίγα μέσα της εποχής; Θυμάμαι ότι η αρνητική κριτική τον είχε πικράνει. Άκουσα με προσοχή όσα μου είπε για το θέμα. Αν και εκκολαπτόμενος επιστήμων θέλησα να τον υπερασπιστώ με τις μικρές μου δυνάμεις. Χωρίς να του πω κάτι, αποφάσισα και δημοσίευσα μια σχετική επιστολή στην εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, αν θυμάμαι καλά. Λίγες μέρες αργότερα, σε νέα μας συνάντηση, η σύζυγός του, του είπε μπροστά μου: “Mόνο ο Μάκης σε υπερασπίστηκε». Αυτό ήταν το πρώτο και καθοριστικό μάθημα που έλαβα, ότι πάντα στα σεισμικά φαινόμενα η αβεβαιότητα είναι πολύ υψηλή.
Όμως, και στις ανθρώπινες σχέσεις δε συμβαίνει το ίδιο;
Αμέσως μετά το σεισμό ο πληθυσμός πανικοβλήθηκε και άρχισε να εγκαταλείπει την πόλη εξαιτίας πολλών παραγόντων. Πρώτα από όλα ήταν οι αρνητικές επιπτώσεις του σεισμού ακόμη και μέσα στο κέντρο της πόλης. Έπειτα ήταν οι τερατώδεις φήμες που κυκλοφορούσαν σε συνδυασμό και με την πανσέληνο εκείνων των ημερών. Η αρνητική ψυχολογία του πληθυσμού εντάθηκε τόσο από τις μνήμες του φοβερού σεισμού, που έπληξε το Βουκουρέστι το Μάρτη του 1977, αλλά και από την όχι επιτυχή εκτίμηση του καθηγητή ένα μήνα πριν. Για πρώτη φορά τότε άκουσα και την εντελώς αβάσιμη φήμη ότι οι σεισμολόγοι έκρυβαν το πραγματικό μέγεθος του σεισμού για να μη δώσει αποζημιώσεις το κράτος. Αυτή η αβάσιμη φήμη κυκλοφορεί συχνά και στις μέρες μας μετά από καταστροφικούς σεισμούς.
Ενώπιον αυτής της κατάστασης ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής συγκάλεσε μίνι υπουργικό συμβούλιο στη Θεσσαλονίκη με διευρυμένη συμμετοχή τοπικών παραγόντων του Δήμου, της Νομαρχίας και του Πανεπιστημίου. Είχα την ευκαιρία να πληροφορηθώ λεπτομέρειες για τα όσα διαδραματίστηκαν σ’ εκείνη την ιστορική σύσκεψη. Αμέσως φάνηκε ότι ο πρωθυπουργός δεν είχε επηρεαστεί από την όποια αρνητική κριτική ασκήθηκε στον καθηγητή Β. Παπαζάχο. Απεναντίας, τον εμπιστεύτηκε απολύτως, του έδωσε το λόγο και του είπε τι ζητά από επιστημονική άποψη. Ο Β. Παπαζάχος ήταν προετοιμασμένος και υπέβαλε δύο βασικά αιτήματα. Το πρώτο ήταν να δημιουργηθεί σεισμογραφικό δίκτυο στη Βόρεια Ελλάδα, δεδομένου ότι τότε μόνο ένας σεισμογραφικός σταθμός του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών υπήρχε. Το αίτημα αυτό συμπληρώθηκε και με την απαραίτητη ανέγερση κτιρίου στη Θεσσαλονίκη για τη στέγαση των κεντρικών εγκαταστάσεων του σεισμογραφικού δικτύου.
Το δεύτερο αίτημα εστίασε στη δημιουργία του Ινστιτούτου Τεχνικής Σεισμολογίας και Αντισεισμικών Κατασκευών (ΙΤΣΑΚ). Το πρώτο αίτημα στόχευε στην καταγραφή και μελέτη των σεισμικών φαινομένων. Το δεύτερο στόχευε στην πραγματοποίηση εφαρμοσμένης έρευνας για τη δόμηση κατασκευών ανθεκτικών στους σεισμούς.
Παρά τις επιφυλάξεις των υπουργών του οικονομικού επιτελείου της τότε κυβέρνησης, ο πρωθυπουργός πήρε όλη την απόφαση πάνω του και ενέκρινε και τα δύο αιτήματα. Λέγεται ότι μετά τη σύσκεψη πήρε παράμερα τον καθηγητή Β. Παπαζάχο και του είπε, ότι όλοι αυτοί που βλέπεις από αύριο θα βάζουν γραφειοκρατικές «τρικλοποδιές» και θα καθυστερήσουν αυτά που αποφασίσαμε. Έχεις το ελεύθερο να μου τηλεφωνείς όταν οι διαδικασίες κολλάνε.
Στις αρχές του 1981 είχε ήδη εγκατασταθεί το σεισμογραφικό δίκτυο και ανεγερθεί στη Θεσσαλονίκη το τριώροφο κτίριο που στέγασε τις κεντρικές εγκαταστάσεις. Τα εγκαίνια τα πραγματοποίησε ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας πλέον.
Παράλληλα ιδρύθηκε και άρχισε να λειτουργεί και το ΙΤΣΑΚ.
Το σεισμογραφικό δίκτυο της Β. Ελλάδας αποτελεί σήμερα σημαντικό τμήμα του εθνικού σεισμογραφικού δικτύου και το ΙΤΣΑΚ επιτελεί συνεχώς σημαντικό έργο από τότε μέχρι σήμερα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτά τα επιτεύγματα αποτέλεσαν έργο του καθηγητή Β. Παπαζάχου. Είναι, όμως εξαιρετικά αμφίβολο αν θα είχαν πραγματοποιηθεί αν δεν υπήρχε η σταθερή απόφαση και υποστήριξη του τότε πρωθυπουργού. Εξάλλου, τότε πάρθηκαν και άλλες αποφάσεις, πέραν των συνήθων ευεργετημάτων (π.χ. φοροελαφρύνσεις) που η εκάστοτε κυβέρνηση θεσπίζει για την ανακούφιση των σεισμοπλήκτων. Για παράδειγμα, τότε αποφασίστηκε και ιδρύθηκε η περίφημη ΥΑΣΒΕ (Υπηρεσία Αποκατάστασης Σεισμοπλήκτων Βορείου Ελλάδος), η ύπαρξη της οποίας αποτέλεσε θετικό θεσμικό προηγούμενο για την ίδρυση παρόμοιων υπηρεσιών σε άλλα μέρη της χώρας που επλήγησαν από σεισμούς τα επόμενα χρόνια.
(Πηγή φωτό: ΕΡΤ3)
Πολλοί με ρωτούν ποιο ήταν το κίνητρο του Κωνσταντίνου Καραμανλή για να λάβει αμέσως όλες τις γενναίες αποφάσεις. Αρκετοί πιστεύουν ότι ως Μακεδόνας είχε ευαισθητοποιηθεί από το γεγονός ότι από το σεισμό του 1978 επλήγη η Μακεδονία και η πρωτεύουσά της.
Προσωπικά αμφιβάλλω για την ορθότητα αυτής της άποψης, την οποία βρίσκω απλοϊκή και εύκολη. Γνωρίζοντας πολύ καλά τη σεισμική ιστορία της χώρας μας εντοπίζω αλλού τα αίτια αυτού του έντονου ενδιαφέροντος που έδειξε ο τότε πρωθυπουργός.
Η εξήγηση μάλλον βρίσκεται στη δεκαετία του 1950, η οποία σφράγισε την ιστορία της χώρας μας με τους πολλούς καταστροφικούς σεισμούς εκείνης της δεκαετίας. Η αρχή έγινε με την εθνική τραγωδία που προκάλεσαν οι τρεις διαδοχικοί, πολύ ισχυροί σεισμοί, που ισοπέδωσαν την Κεφαλονιά, τη Ζάκυνθο και την Ιθάκη τον Αύγουστο του 1953. Χιλιάδες τα κατεστραμμένα σπίτια και άλλα κτίρια, σχεδόν 500 τα ανθρώπινα θύματα, χιλιάδες οι τραυματίες και άστεγοι. Η τότε κυβέρνηση του Α. Παπάγου ίδρυσε Υφυπουργείο για την αποκατάσταση των περιοχών. Αλλά το έργο της αποκατάστασης δεν προχωρούσε με ικανοποιητικό ρυθμό. Λίγους μήνες μετά, ο πρωθυπουργός Παπάγος ανέθεσε και αυτό το έργο στον Υπουργό Δημοσίων Έργων Κ. Καραμανλή, ο οποίος κατάφερε να επιταχύνει εντυπωσιακά το έργο της αποκατάστασης.
Αργότερα, ο ίδιος πολιτικός βρέθηκε και πάλι αντιμέτωπος με τα καταστροφικά αποτελέσματα των σεισμών στη Θεσσαλία (1954) και στις Κυκλάδες (1956),καθοδήγησε την αποκατάσταση των πληγεισών περιοχών και δρομολόγησε τη δημιουργία του πρώτου αντισεισμικού κανονισμού της χώρας που θεσπίστηκε το 1959. Συμπεραίνω, λοιπόν, ότι το 1978 γνώριζε ήδη πολύ καλά το δράμα που ζουν οι σεισμόπληκτες περιοχές και ήταν έτοιμος για γενναίες αποφάσεις. Ίσως πολιτικά σκεπτόμενος γνώριζε και κάτι άλλο. Ότι η λήψη γενναίων αποφάσεων μετά τους σεισμούς δημιουργεί θετική γνώμη στο εκλογικό σώμα.
Σε κάθε περίπτωση οι γενναίες αποφάσεις, που λήφθηκαν και υλοποιήθηκαν μετά το σεισμό της Θεσσαλονίκης, αποτελούν μάλλον παράδειγμα προς μίμηση. Τα βασικά θεμέλια της αντισεισμικής πολιτικής στη χώρα μπήκαν τότε. Οι σεισμοί του 1981, που έπληξαν την Κορινθία, τη Βοιωτία και μερικώς την Αττική, οδήγησαν τις κατοπινές κυβερνήσεις και σε άλλα σημαντικά βήματα, όπως η δημιουργία του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ) το 1983, η μερική αναθεώρηση του αντισεισμικού κανονισμού το 1985, η θέσπιση νέου, σύγχρονου αντισεισμικού κανονισμού το 1992 και η δημιουργία της Γεν. Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας το 1995.
(Ο Δρ Γεράσιμος Α. Παπαδόπουλος είναι Σεισμολόγος, Επιστημονικός συνεργάτης ΕΕ και UNESCO, Μέλος της Επιτροπής Εκτίμησης Σεισμικού Κινδύνου, Συγγραφέας του βιβλίου «Στα Μονοπάτια του Εγκέλαδου», Εκδόσεις Οσελότος, Ιούνιος 2021)