Το ενδεχόμενο ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ προκαλεί την οργή της Ρωσίας και ανεβάζει το θερμόμετρο της έντασης παραπέμποντας σε στιγμές της περιόδου του Ψυχρού Πολέμου.
Το ΝΑΤΟ έχοντας ως στρατηγική την πολιτική «ανοιχτών θυρών», μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, μέσα στην τελευταία τριαντακονταετία στρατολόγησε 14 νέα μέλη από το πρώην Ανατολικό μπλοκ.
Το ΝΑΤΟ ιδρύθηκε το 1949 με 12 μέλη έχοντας ως βασική αποστολή την αποτροπή της σοβιετικής απειλής στη Δυτική Ευρώπη. Μέχρι τη στιγμή που ο Ψυχρός Πόλεμος τελείωσε το 1990, το ΝΑΤΟ είχε αυξηθεί σε 16 μέλη. Μετά το 1990 και μέχρι σήμερα το ΝΑΤΟ προσέθεσε αλλά 14 νέα μέλη, κυρίως από το πρώην σύμφωνο της Βαρσοβίας στην Ανατολική Ευρώπη, φτάνοντας τα 30 μέλη.
Στο μεταξύ άλλες τέσσερις χώρες στην Ανατολική Ευρώπη βρίσκονται στον προθάλαμο του ΝΑΤΟ. Ήδη από την Σύνοδο κορυφής στο Βουκουρέστι το 2008, η Γεωργία και η Ουκρανία φλερτάρουν με την ένταξη τους στο ΝΑΤΟ και σύμφωνα με τον ελεγκτικό μηχανισμό της Συμμαχίας έχουν κάνει προόδους ως προς μεταρρυθμίσεις στην άμυνα τους .
Επίσης από τον Απρίλιο του 2008 και η Βοσνία, όπως και η Ερζεγοβίνη εξέφρασαν την επιθυμία να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ. Σε αυτές τις δύο χώρες παρ´ ότι έχουν σημειώσει κάποια πρόοδος μέσω των αμυντικών μεταρρυθμίσεων, ωστόσο εξακολουθούν να βρίσκονται πιο μακριά από την Ένωση.
Στην καρδιά των Δυτικών Βαλκανίων βρίσκεται και το Κοσσυφοπέδιο. Κατά την τελευταία δεκαετία, πολλοί από τους ηγέτες του έχουν εκφράσει την επιθυμία να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ. Ωστόσο σημαντικότερο εμπόδιο παραμένει το γεγονός ότι τέσσερα μέλη της Συμμαχίας ( Ελλάδα, Ρουμανία, Σλοβακία ,Ισπανία) δεν αναγνωρίζουν την ανεξαρτησία του Κοσσυφοπεδίου.
Στην Ευρώπη εκτός από τη Γεωργία, την Ουκρανία, τη Βοσνία , την Ερζεγοβίνη και το Κοσσυφοπέδιο, υπάρχουν άλλες δύο χώρες ( Σουηδία – Φινλανδία) που αν και πληρούν τα κριτήρια ένταξης τους στο ΝΑΤΟ εκείνες επιλέγουν για γεωπολιτικούς λόγους να παραμένουν εκτός της Συμμαχίας.
Αυτή την στιγμή καθώς το θερμόμετρο της έντασης ανεβαίνει επικίνδυνα στις σχέσεις της Ρωσίας με την Δύση, παραμένει αδιευκρίνιστο εάν, πως και πότε θα γίνει η διεύρυνση του ΝΑΤΟ με τις παραπάνω τέσσερις υποψήφιες προς ένταξη χώρες. Και το καίριο ερώτημα είναι εάν το ΝΑΤΟ εξακολουθεί να πορεύεται με την στρατηγική των «ανοιχτών θυρών» και εάν επιτρέψει σε τρίτους να καθορίζει την διεύρυνση ή μη της συμμαχίας.
Στο σημείο αυτό τίθεται ένα άλλο βασικό ερώτημα: Μπορεί η Ρωσία να ανακόψει την διεύρυνση του ΝΑΤΟ;
Δυτικοί σχολιαστές υποστηρίζουν ότι η κλιμακούμενη επιθετικότητα του Ρώσου Προέδρου Βλάντιμιρ Πούτιν διασταυρώνεται μεταξύ της ανασφάλειας και της υπερηφάνειας του Ρώσου Προέδρου και γι αυτό απειλεί με πόλεμο την Ουκρανία και απαιτεί συμβιβασμούς από τις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ για να τραβήξει την προσοχή και να παρουσιάσει τη Ρωσία ως μεγάλη δύναμη ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι…
Ωστόσο υπάρχει και ο αντίλογος, ότι αυτή η εκτίμηση παρερμηνεύει τον Πούτιν. Ο Ρώσος πρόεδρος δεν απειλεί διότι επιζητεί την προσοχή. Ο Πούτιν κάνει αυτό που κάνει για να αποσπάσει απτές παραχωρήσεις. Και αν η Ρωσία δεν ήταν μεγάλη δύναμη, δεν θα υπήρχε ανησυχία για το τι θα μπορούσε να κάνει ο Πούτιν…
Η οικονομία της Ρωσίας μπορεί να είναι μικρότερη από αυτή του Καναδά και της Ιταλίας και μόνο ελαφρώς μεγαλύτερη από αυτή της Αυστραλίας. Ωστόσο, ο Πούτιν έχει μοχλούς εξουσίας που του επιτρέπουν να χτυπήσει πολύ πέρα από τους οικονομικούς του περιορισμούς.
Στο στρατιωτικό μέτωπο, η Ρωσία διατηρεί ισχυρές δυνάμεις πυρηνικής επίθεσης. Η Ρωσία έχει τις περισσότερες πυρηνικές κεφαλές από οποιαδήποτε άλλη χώρα, περίπου 6.200 συνολικά. Το ρωσικό Ναυτικό διαθέτει 12 υποβρύχια με δυνατότητα ανάπτυξης βαλλιστικών πυραύλων, συμπεριλαμβανομένων πέντε από τα πιο προηγμένα της κλάσης Borei (το Ναυτικό των ΗΠΑ χειρίζεται 14 υποβρύχια βαλλιστικών πυραύλων). Τα νέα ρωσικά στρατηγικά όπλα ανταγωνίζονται και σε ορισμένες περιπτώσεις υπερβαίνουν τις αναπτυσσόμενες δυνατότητες των ΗΠΑ. Ο ηλεκτρονικός πόλεμος της Ρωσίας και οι στρατιωτικές δυνατότητες που βασίζονται στο διάστημα είναι εξίσου προηγμένες. Οι δυνάμεις των υποβρυχίων επίθεσης της Ρωσίας, οι δυνάμεις πυραύλων και πυροβολικού και οι μηχανοποιημένες μονάδες πεζικού είναι επίσης ικανές και γενικά καλά εξοπλισμένες.
Αυτή είναι η πολιτική ισχύς της Ρωσίας. Το μέσο για τη μόχλευση πολιτικών παραχωρήσεων μέσω αξιόπιστης απειλής και καταστροφής.
Επίσης η Ρωσία έχει μεγάλη γεωπολιτική επιρροή στην Ευρώπη και σε άλλους τομείς όπως για παράδειγμα στον τομέα της ενέργειας. Αυτό επιτρέπει στον Πούτιν να χειραγωγεί τις τιμές και να εκβιάσει πολιτικές παραχωρήσεις σε αντάλλαγμα για τον ενεργειακό εφοδιασμό, ειδικά τον κρύο ευρωπαϊκό χειμώνα.
Αυτή την στιγμή στην Δύση και την Μέση Ανατολή επικρατεί η άποψη – «φόβο» τον χαρακτηρίζουν ορισμένοι – ότι η Ρωσία είναι ικανή να προβεί σε οποιαδήποτε ανορθόδοξη ή ακραία κίνηση γι’ αυτό είναι καλύτερα να κάνουμε αυτό που θέλει ο Πούτιν.
Η Αίγυπτος, το Ισραήλ, το Ιράν και οι σουνιτικές αραβικές μοναρχίες έχουν καλές σχέσεις με τη Ρωσία. Καθένας αναζητά τη ρωσική υποστήριξη όχι επειδή συμπαθεί τον Πούτιν, αλλά επειδή δεν θέλουν να χάσουν την επιρροή τους μαζί του. Στην περίπτωση της Σαουδικής Αραβίας, ειδικότερα, τα κράτη είναι πρόθυμα να πληρώσουν μεγάλα χρήματα για αυτό το προνόμιο. Ακόμη και εν μέσω μεγάλων εντάσεων με την Κίνα, η Ινδία συνεχίζει να δίνει προτεραιότητα στις ρωσικές εξαγωγές όπλων και τη διεθνή συνεργασία. Επίσης, οι ρωσικοί δεσμοί με την Κίνα ενισχύουν την ικανότητα του Πούτιν να αμφισβητήσει τις
ΗΠΑ και τους συμμάχους τους στον Ειρηνικό.
Όπως αποδεικνύεται από την παγκόσμια πρακτική, η δύναμη του Πούτιν είναι πραγματική και ασκείται με επιτυχία, γεγονός που φαίνεται να φρενάρει – ενδεχομένως και να μπλοκάρει τα σχέδια του ΝΑΤΟ για περαιτέρω διεύρυνση στην Ανατολική Ευρώπη.
(Ο Δήμος Βερύκιος είναι δημοσιογράφος)