Τί είναι εκείνο που κάνει ανθρώπους ευδιάκριτους στην κοινωνία μας, επιτυχημένους, ευκατάστατους, μορφωμένους, πρώην υπουργούς κλπ. να διακωμωδούν και να διασύρουν έναν νέο που χαροπαλεύει, που σπαρταράει ανάμεσα σε ζωή και θάνατο σαν το ψάρι έξω από το νερό, και να τον ειρωνεύονται γιατί δεν επιμένει να πεθάνει; Γιατί όλοι αυτοί δεν αδιαφορήσαν για την απεργία πείνας του Γιάννη Μιχαηλίδη; Γιατί την κρίσιμη στιγμή τόση ενέργεια και δραστηριότητα όχι για να διασωθεί μια ζωή, αλλά να βυθιστεί στο θάνατο σε κοινή θέα; Τί είναι και από πού προήλθε εκείνο το πνεύμα ρωμαϊκής αρένας του πλήθους που με τον αντίχειρα προς τα κάτω ουρλιάζει για το θάνατο του νικημένου μονομάχου; Τί είδους τέρψη αντλούν από τα βάσανα ενός φτωχοδιάβολου που μπλέχτηκε στα γρανάζια του νόμου, βασανίστηκε, σάπισε στις φυλακές, απέδρασε, σπούδασε, έκανε ότι πιο σπασμωδικό και απελπισμένο μπορούσε για να βγει από την κατάστασή του; Από πού προκύπτει αυτή η επιθυμία βασανισμού ενός ανθρώπου τρομοκρατημένου και καθημαγμένου στην παγίδα;
Ο Αινστάιν έγραφε κάποτε στον Φρόυντ ότι εκείνο που τον ανησυχούσε περισσότερο ήταν ο φανατισμός των μεσοαστών. Πότε; Λίγο πριν ανέβει ο Ναζισμός. Αυτό το πνεύμα των μεσοαστών είναι πολύ πιο επικίνδυνο από οποιονδήποτε οπαδισμό, χουλιγκανισμό, οχλοκρατία. Η διακωμώδηση του θανάτου του άλλου δείχνει μια βαθιά διάβρωση των κοινωνικών αξιών. Ένας απεργός πείνας, μετά όχι από δυο μέρες, όχι από δυο εβδομάδες, αλλά μετά από δυο μήνες μπρος στο θάνατο είναι homosacer. Άνθρωπος εκτός κοινότητας, απογυμνωμένος από κάθε ιδιότητα, αλλά ιερός, ιερός ως ετοιμοθάνατος, με τον τρόπο που το λέει ο ρωμαϊκός όρος. Γιατί αυτή η μοχθηρία; Τί σημαίνει και τί μας επιφυλάσσει;
Ας αποκαταστήσουμε στοιχειωδώς τα γεγονότα. Το 2008 δολοφονείται ένα 15χρονο παιδί από αστυνομικό. Ξεσπούν ταραχές. Επιστημονικά τις αποκαλούν και “urbanriots” ή μητροπολιτικές ταραχές,γιατί ανάλογες έχουν ξεσπάσει και μάλιστα πολλές φορές στις μεγαλουπόλεις των ΗΠΑ της Βρετανίας, της Γαλλίας και άλλων χωρών, μετά από αστυνομικές δολοφονίες ή κρούσματα ρατσιστικής βίας. Δεν πρωτοτυπούσε η Αθήνα. Και όπως συνέβη συχνά μετά το 1968, κινήματα που έσβησαν ή καταστάλθηκαν, άφησαν μικρές ομάδες που τράβηξαν το μοναχικό δρόμο της ένοπλης βίας. πολλές μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες πέρασαν από αυτή τη θλιβερή εμπειρία. Πέρασαν και ξεπέρασαν.
Όποιος διάβαζε τα κείμενα των Πυρήνων της Φωτιάς καταλάβαινε ότι επρόκειτο για παιδαριώδη κείμενα, συμπιλήματα, ένα είδος επαναστατικής διακειμενικότητας που δεν άντεχε στην κριτική, και οι ίδιοι τώρα θα τα αντιμετωπίζουν θυμόσοφα. Κι όποιος έβλεπε τον τρόπο επαναστατικής δράσης με τις χύτρες και τα μπρίκια καταλάβαινε ότι η αντίληψή τους για την επανάσταση ήταν περίπου σαν τα καρτούν με τον Λούκυ Λούκ.
Ας έρθουμε όμως στο σήμερα. Ο ένοχος της δολοφονίας, ο Κορκονέας, αποφυλακίστηκε και κυκλοφορεί ανάμεσά μας. Αυτοί όμως με τη ρετσινιά του τρομοκράτη, συνεχίζουν να είναι στη φυλακή, σε συνθήκες βασανισμού, σε ένα καφκικό λαβύρινθο χωρίς προοπτική, χωρίς τέλος. Κι από πάνω τους περιγελά η καλή κοινωνία, οι θεσμοί, οι αρχές, κοιτάζοντάς τους σαν ποντίκια που προσπαθούν απελπισμένα να δραπετεύσουν από τη φάκα.
Αν τους αρνηθούμε πολιτικά κίνητρα, έστω κακά και βλακώδη, τί μένει να πούμε; Μήπως να τους κατατάξουμε σε εγκληματικές φυσιογνωμίες τύπου Λομπρόζο και να τους κάνουμε λοβοτομή; Δεν είναι μια κραυγαλέα αδικία ο δολοφόνος που βρίσκεται στην αρχή αυτής της ιστορίας να είναι έξω, και οι παρεπόμενοι, και χωρίς φόνο, να πληρώνουν ακόμα; Και αν δεν αναγνωρίζουμε πολιτικά κίνητρα σ΄ αυτούς, τότε γιατί τους βάζουμε στην ίδια ζυγαριά με τους Χρυσαυγίτες; Ισχύουν για εκείνους πολιτικά κίνητρα και όχι για τούτους; Και βέβαια ισχύουν, και βέβαια εκκαθάριση των εκκρεμοτήτων αφορά κι αυτούς. Μόνο που οι ποινές τους είναι πολύ ελαφρότερες από όσων καταδικάστηκαν για τρομοκρατία. Πράγματι μερικές εκκρεμότητες λύνονται πριν από τις άλλες. Οι Αριστεροί της δεκαετίας του 1940 έμειναν στις φυλακές έως τα μέσα της δεκαετίας του 60, αλλά οι ιστορικές εκκρεμότητες των δοσίλογων και των συνεργατών των Γερμανών είχαν τακτοποιηθεί πριν την δεκαετία του 1950.
Το ζήτημα πάντως ετέθη. Θεώρησα χρέος μου να γράψω λόγω των εμπειριών μου στη δικτατορία. Όπως θεώρησε επιβεβλημένο άλλωστε και ο Σύλλογος Φυλακισθέντων και Εξορίστων να πάρει θέση με ειδική ανακοίνωση. Ούτε βέβαια συνέκρινα τον απεργό πείνας με τον Παναγούλη, όπως ισχυρίζονται άνθρωποι που θα επευφημούσαν τον Παπαδόπουλο αν τον τουφέκιζε. Αν δεν το κατάλαβαν, αυτούς τους ίδιους συνέκρινα με τη Χούντα. Ας ξαναδιαβάσουν το Πιστεύω του Παπαδόπουλου· θα δουν σαν σε καθρέφτη όσα γράφουν και υποστηρίζουν σήμερα.
(Ο Αντώνης Λιάκος είναι ομότιμος καθηγητής νεώτερης ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών)