Δεν θα διαφωνήσουν πολλοί με τις περισσότερες διαπιστώσεις του ευρωβουλευτή Στέλιου Κούλογλου -στο πρόσφατο άρθρο του με τίτλο «Πρόεδρε μήπως δεν αρέσουμε πλέον;»-για την κατάσταση στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Παρότι παραβλέπει το «ΠΣ» από τον τίτλο.
Ενδεχομένως δεν διαφωνεί ούτε ο Αλεξης Τσίπρας- χωρίς τον οποίο, όπως σημειώνει ο Κούλογλου, το κόμμα δεν θα έφτανε ποτέ στην κυβέρνηση.
Είναι αλήθεια ότι «η ευκαιρία μιας μεγάλης, ανοιχτής ανασυγκρότησης των οργανωμένων δυνάμεων του κόμματος και των συμμάχων του μετά την εκλογική ήττα, χάθηκε». Ή ότι οι επιδόσεις στο συνδικαλιστικό χώρο και στην αυτοδιοίκηση είναι δραματικές.
Όλοι τελικά προσυπογράφουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ «είτε θα προχωρήσει σε ριζική επανεκκίνηση ή αναπόφευκτα κάποιος άλλος σχηματισμός θα καλύψει το κενό».
Ωστόσο σε ένα κόμμα που διεκδικούν όλοι ισοδύναμο ρόλο στις αποφάσεις , δεν νοείται όταν πρόκειται για κριτική να αναφέρεται μόνο ο πρόεδρος. Συνεπώς όταν λέμε «μήπως δεν αρέσουμε;», ποιοι ακριβώς δεν αρέσουν; Ονόματα και διευθύνσεις δεν έχουν;
Σε τελευταία ανάλυση , αν το δούμε από αυτή τη σκοπιά, ο μόνος που συνεχίζει να αρέσει σ αυτό το κόμμα είναι ο επικεφαλής του. Κανείς άλλος δεν κάνει «γκελ « στην κοινωνία, δεν έχει τη δημόσια ακτινοβολία του, τον πολιτικό λόγο του, αλλά και την εμπειρία του πλέον.
Θα ωφελούσε περισσότερο η παρέμβαση Κούλογλου , αν αντί να ρωτάει τον Τσίπρα , ρωτούσε αυτούς που πραγματικά δεν αρέσουν- για διάφορους λόγους ο καθένας.
Αρέσει πχ ο -προκαθήμενός του στα ευρωέδρανα –Παπαδούλης ή ο ασύδοτος Πολάκης; Αρέσει ο αποτυχημένος Σκουρλέτης ή ο Παππάς, τον οποίο έχει πιάσει κορόιδο η μισή πιάτσα;.
Μήπως αρέσει ο Βούτσης με τον ξύλινο λόγο και η Δούρου που έχασε την ευκαιρία της, όταν δεν κατάλαβε την κρίσιμη στιγμή ότι στην πολιτική η ευθύνη είναι αντικειμενική;
Αρέσει ο Τσακαλώτος που μπορεί να είναι το πιο καταρτισμένο στέλεχος της εσωκομματικής αντιπολίτευσης, αλλά «βάζει τα προσόντα του στον τόκο», που θα έλεγε και ο Βενιζέλος;. Ή όσοι δεν θέλουν μαζικό κόμμα εξουσίας, αλλά «πόλο» και δεν έχουν ως στόχο την εκλογική νίκη, αλλά τις «συμμαχίες»;
Αρέσουν όσοι αυτοπροβάλλονται ως φωτισμένη πρωτοπορία που θέλει να «καθοδηγεί» τον Τσίπρα και οι άλλοι απλώς να τους ψηφίζουν; Ή μήπως αρέσουν όσοι δεν συνειδητοποίησαν ακόμη ποιος ακριβώς είναι ο τίτλος του κόμματος και χρησιμοποιούν μόνο το «ΣΥΡΙΖΑ»;
Περισσότερο δεν αρέσουν όσοι σφυρίζουν κλέφτικα από την περίοδο. Απέχουν από την πρώτη γραμμή της πολιτικής μάχης, φραξιονίζουν προκλητικά και περιμένουν να ηττηθεί το κόμμα για να φύγει ο Τσίπρας.
Εξ ίσου δεν αρέσουν όσοι νομίζουν ότι τις εκλογές του 2015 τις κέρδισε η «Αριστερά» και θέλουν « δεύτερη φορά». Αλλά παθαίνουν αλλεργία με τον όρο «Δημοκρατική παράταξη».
Ασφαλώς ωφελείται ένα κόμμα όταν ψάχνεται, αν «αρέσει» ή όχι. Αλλά πρέπει να το κάνει δίκαια και για όλους.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ο Τσίπρας είναι ίσως το μοναδικό πλεονέκτημα, ως φυσικός επικεφαλής του δημοκρατικού χώρου. Ως πρόσωπο επιρροής , που μπορεί να καταστήσει θελκτικό το πρόγραμμα μιας προοδευτικής κυβέρνησης, απέναντι στο σύστημα Μητσοτάκη και τη Δεξιά.
Αν έχει έναν ανοικτό λογαριασμό ο Τσίπρας, δεν είναι με κάποια κομματικά στελέχη , όπως νομίζουν οι ίδιοι. Είναι με το 32% του 2019, που του έδωσε την εντολή να μετασχηματίσει το κόμμα του σε σύγχρονο ριζοσπαστικό πολιτικό φορέα. Με ευρωπαϊκή ταυτότητα, πατριωτικό χαρακτήρα και εναλλακτική ισχύ. Όποιος δεν το διάβασε έτσι, είναι μακριά νυχτωμένος.
Αυτό το 32 % θα συμφωνήσει με τον Κούλογλου για την ανάγκη μιας κυβερνώσας ηγετικής ομαδας. Άφθαρτης, χωρίς βαρίδια και αμαρτίες του παρελθόντος. Ορθά λέει ότι «χρειάζονται γερές βάσεις στην κοινωνία, όχι μόνο για να κερδίσεις τις εκλογές, αλλά και να μπορέσεις να κυβερνήσεις».
Αλλά δεν αρκούν τα «καλύτερα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και της Προοδευτικής Συμμαχίας». Χρειάζονται πέρα από αυτούς, άνθρωποι που μπορούν να πείσουν ότι είναι ικανοί να κυβερνήσουν.
Νέοι άνθρωποι. Ποιος θα ψηφίσει τον Τσίπρα αν πρόκειται να εμφανιστούν ως μέλλοντες υπουργοί του κάποια πρόσωπα από αποδοκιμασθείσες κυβερνήσεις του ΣΥΡΙΖΑ ή του ΠΑΣΟΚ;
Στην πορεία προς τις κάλπες πρέπει να βρεθούν δίπλα του φιγούρες από την κοινωνία, που μπορούν να επικρατήσουν με το δημόσιο λόγο τους, το δημοκρατικό τους φρόνημα και πρωτίστως με το βιογραφικό τους.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ θα μπει σε τροχιά επιστροφής στην κυβέρνηση , όταν ο Τσίπρας – ως εν δυνάμει Πρωθυπουργός- εμπλουτίσει το κεντρικό πολιτικό προσωπικό του κόμματος με δυνάμεις πέρα από την ανακυκλούμενη γραφειοκρατία της Κουμουνδούρου και την περισυλλογή ναυαγισμένων από άλλα κόμματα.
Δεν χρειάζεται να βάλει αγγελία στις εφημερίδες για να σπεύσουν δίπλα του νέες δυνάμεις. Αρκεί να κατεβάσει κάποια ονόματα από τη μαρκίζα και να κάνει χώρο για τους καινούργιους- που θα αντικαταστήσουν όσους «δεν αρέσουν».
(Ο Γιώργος Λακόπουλος είναι δημοσιογράφος)