Η Βρετανία έχασε μια αυτοκρατορία και ακόμη ψάχνει να βρει ένα ρόλο- έτσι είχε σχολιάσει την μεταπολεμική στρατηγική αμηχανία του Λονδίνου στις αρχές της δεκαετίας του 50 ό τότε Υπουργός Εξωτερικών του Προέδρου Τρούμαν Άτσεσον.
«Έχετε χάσει τον βαρύνοντα γεωπολιτικό ρόλο που είχατε ως ενδιάμεσος χώρος ανάμεσα στο ΝΑΤΟ και το Σύμφωνο Βαρσοβίας την εποχή του Ψυχρού Πολέμου και αν παρασυρθείτε από τους εθνικιστικούς ανταγωνισμούς κανείς δεν θα παρέμβει να αποτρέψει μια εμφύλια πολεμική σύγκρουσή στη χώρα σας», ήταν η ωμή προειδοποίηση στην ηγεσία της Γιουγκοσλαβίας τον χειμώνα του 1990-91 από τον τότε πρέσβη των ΗΠΑ στο Βελιγράδι Τσίμερμαν.
Με την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού και την διάλυση της ΕΣΣΔ την περίοδο 1989-91, η Τουρκία έχασε τον στρατηγικό ρόλο που της έδινε η θέση της ως προκεχωρημένου φυλάκιου του ΝΑΤΟ στο μαλακό υπογάστριο της ΕΣΣΔ.
Με εξαίρεση την Νορβηγία που συνόρευε για λίγα χιλιόμετρα με την ΕΣΣΔ ,η Τουρκία ήταν η μόνη χώρα – μέλος του ΝΑΤΟ που είχε εκτεταμένα χερσαία σύνορα με την Γεωργία και την Αρμενία καθώς και εκτεταμένη ακτογραμμή στον Εύξεινο Πόντο.
Αρχικά η Άγκυρα επιχείρησε να αξιοποιήσει το τέλος του ψυχρού πολέμου και την διάλυση πρώτα της Γιουγκοσλαβίας και στην συνέχεια της ΕΣΣΔ για να δημιουργήσει μια ζώνη επιρροής σε μουσουλμανικούς και τουρκόφωνους πληθυσμούς από την Αδριατική μέχρι το Σινικό Τείχος όπως είχε πει τότε ο Οζάλ.
Η προσγείωση στην πραγματικότητα υπήρξε απότομη καθώς η Μόσχα λόγω και έργω διαμήνυσε ότι οι χώρες της πρώην ΕΣΣΔ είναι αποκλειστική ζώνη ρωσικής επιρροής την οποία έσπευσε να ονομάσει πρόσω εσωτερικό ενώ σε ότι αφορά την πρώην Γιουγκοσλαβία τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο τον είχαν εξασφαλίσει οι ΗΠΑ.
Για μια στιγμή η Ουάσιγκτον επιχείρησε να δώσει νέο ρόλο στην Άγκυρα μέσω ανοιγμάτων στο μετριοπαθές πολιτικό Ισλάμ με εντυπωσιακό δείγμα γραφής τις ομιλίες του νεοεκλεγέντος τότε Ομπάμα την Άνοιξη του 2009 στην Κωνσταντινούπολη και στο Κάιρο.
Οι μεσανατολικές φιλοδοξίες του Ερντογάν προκάλεσαν τότε την δυσαρέσκεια του Ριάντ αλλά και του Καΐρου μετά την ανατροπή την άνοιξη του 2013 του ισλαμιστή Μόρσι από τον στρατηγό Σίσι.
Σήμερα η συντριπτική πλειοψηφία των αραβικών χωρών θεωρεί τις περιφερειακές φιλοδοξίες της Τουρκίας εξίσου αν όχι περισσότερο απειλητικές από τις βλέψεις του Ιράν που ούτως η άλλως οριοθετούνται εντός των περιοχών που πλειοψηφούν η κυβερνούν σιιτικά καθεστώτα.
Ο Ερντογάν προσπάθησε να απεγκλωβίσει την χώρα του από την μεταψυχροπολεμική στρατηγική δύσπνοια για να την μεταλλάξει τελικά σε γεωπολιτική ασφυξία καθώς υποθήκευσε την στρατηγική θέση με τις ΗΠΑ και προκάλεσε την σύμπηξη μετώπου δυσαρεστημένων στον Αραβικό Κόσμο.
Έτσι η προσαρμογή του Ερντογάν στον περιορισμένο γεωπολιτικό ρόλο για την Τουρκία αναδεικνύεται ως μια πρόκληση που ξεπερνά μια διμερή διευθέτηση με τις ΗΠΑ του Μπάιντεν για το θέμα των S-400…
Ο Γιώργος Καπόπουλος είναι δημοσιογράφος – διεθνολόγος