Opinions

Χρήστος Χριστοδούλου: Η αλήθεια όπως ακριβώς έχει

Ένας πόλεμος στην Ουκρανία δεν θα λύσει κανένα πρόβλημα, ενώ θα προσθέσει πολλά περισσότερα, τα οποία δεν θα μπορεί πλέον να διαχειριστεί η παγκόσμια κοινότητα, ανεξάρτητα από την έκβαση στο πεδίο της μάχης.

Τις ημέρες αυτές αν και ζούμε στον αστερισμό της μετάλλαξης της Όμικρον, της ακρίβειας, των προβλημάτων από την «Ελπίδα του χιονιά», καθώς και πολλών μικρών ή μεγάλων όσων απασχολούν την ελληνική κοινωνία και την παγκόσμια κοινότητα, έρχεται εκ νέου στην επιφάνεια η κρίση στην Ουκρανία και η ρήξη στις σχέσεις ΗΠΑ, ΕΕ, ΝΑΤΟ με Ρωσία, η οποία επηρεάζει σημαντικά την περιοχή μας.

ΜΙΑ ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ

Ας δούμε όμως τα πράγματα για το πώς εξελίχθησαν ιστορικά και συγκεκριμένα από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης τον Δεκέμβριο 1991, μέχρι και το ξέσπασμα της σημερινής κρίσης.

Από το τέλος του 1991 και έπειτα, υπήρξαν συχνές εντάσεις στις σχέσεις μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας για διάφορα ζητήματα, όπως ήταν το πυρηνικό οπλοστάσιο της Ουκρανίας, ο διαχωρισμός του πρώην Σοβιετικού Στόλου της Μαύρης Θάλασσας, ο ελλιμενισμός του Ρωσικού Στόλου της Μαύρης Θάλασσας στη Σεβαστούπολη, το καθεστώς του Ρωσικού στρατιωτικού προσωπικού στην Κριμαία και φυσικά το καθεστώς της ίδιας της Κριμαίας, αφού για σχεδόν 170 χρόνια η Κριμαία υπήρξε ένα εσωτερικό κομμάτι της αυτοκρατορικής Ρωσίας, και μετά το 1921 της Σοβιετικής Ρωσικής Ομοσπονδίας.

Αυτό σημαίνει ότι η Κριμαία είναι πιο κοντά στην καρδία των Ρώσων από οποιαδήποτε άλλη πρώην σοβιετική περιοχή. Πέραν δε αυτών, εντός της Ουκρανίας υπάρχουν θύλακες πολιτών ρωσικής καταγωγής, ενώ παραδοσιακά το έδαφος της Ουκρανίας αποτελούσε και παραμένει το στρατηγικό βάθος της Ρωσίας για απειλές προερχόμενες από την Ευρώπη (Μ. Ναπολέων, Χίτλερ κλπ).

Σε ό,τι δε αφορά στην ενέργεια και οικονομία, είναι γνωστό ότι οι αγωγοί φυσικού αερίου (ΦΑ) προς Ευρώπη τρέχουν μέσω ουκρανικού εδάφους. Η νέα μετά-Σοβιετική εποχή λοιπόν, βρήκε την Ουκρανία κάτοχο του τρίτου μεγαλύτερου πυρηνικού οπλοστασίου, μετά τη Ρωσία και τις ΗΠΑ, κάτι που δεν θα μπορούσε να δεχθεί η ρωσική πλευρά, δηλαδή να δημιουργηθεί από τα σπλάχνα της μια πυρηνική δύναμη χωρίς τον έλεγχο της. Το γεγονός αυτό έγινε ευτυχώς γρήγορα αντιληπτό και από τις τότε ευρωπαϊκές ηγεσίες. Έτσι η Ρωσία μαζί με την Βρετανία και τις ΗΠΑ, κατέληξαν σε μία συμφωνία με την Ουκρανία το 1994, η οποία είναι γνωστή ως «Μνημόνιο της Βουδαπέστης» με την οποία η Ουκρανία συμφώνησε να παραδώσει το πυρηνικό της οπλοστάσιο με αντάλλαγμα το σεβασμό «ανεξαρτησίας και κυριαρχίας και των υπαρχόντων συνόρων της Ουκρανίας».

Οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών παραμένουν περίπλοκες αν και υπήρξαν περίοδοι συνεργασίας όπως συνέβη επί προεδρίας του Βίκτορα Γιανουκόβιτς (2010-14),όπου ήταν περισσότερο οικονομικές. Μετά την επανάσταση της Ουκρανίας το 2014, όπου ανατράπηκε ο Γιανουκόβιτς, οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών επιδεινώθηκαν ταχέως. Η Ρωσία, για να μην χάσει την επιρροή της στην Ουκρανία, εισέβαλε στην Αυτόνομη Δημοκρατία της Κριμαίας και μετέφερε στρατεύματα και βαριά όπλα στο ανατολικό τμήμα της Ουκρανίας για περαιτέρω κλιμάκωση. Το Μάρτιο του 2014, η Ρωσική Ομοσπονδία προσάρτησε την Κριμαία μετά από δημοψήφισμα που καταδικάστηκε ευρέως από τη διεθνή κοινότητα.

Κατόπιν αυτών, ακολούθησε μια ειρηνευτική συμφωνία του 2015 με τη μεσολάβηση της Γαλλίας και της Γερμανίας, η οποία βοήθησε να τερματιστούν οι μάχες μεγάλης κλίμακας στο Ντόνετσκ και στο Λουχάνσκ, αλλά οι προσπάθειες για την επίτευξη πολιτικού διακανονισμού απέτυχαν και σποραδικές αψιμαχίες συνεχίζονται σχεδόν μέχρι σήμερα κατά μήκος της οριογραμμής.

Στο μεσοδιάστημα βέβαια είχαμε την ένταξη χωρών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, αν και η Ρωσία αντιδρούσε σθεναρά, θυμίζοντας ότι οι διαβεβαιώσεις όλων των ηγετών της Ευρώπης την περίοδο εκείνη, (Θάτσερ, Κολ, Μιτεράν), προς τον Γκορμπατσόφ, όταν συζητούσαν τότε την επανένωση της Γερμανίας, ήταν πως: το ΝΑΤΟ δεν θα επεκταθεί προς Ανατολάς και δεν θα απειλεί τη Ρωσία.

Η Ουκρανία όπως γίνεται αντιληπτό από τα παραπάνω ιστορικά δεδομένα, έχει τεράστια σημασία για τη Ρωσία και δεν μπορούμε να τη συγκρίνουμε ούτε με την Πολωνία, ούτε με την Εσθονία, ή την Κροατία ή με κάποια άλλη χώρα της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Συνεπώς, η προοπτική ένταξης της Ουκρανίας στους στρατιωτικούς θεσμούς της Δύσης προκάλεσε από την πρώτη στιγμή έντονη αντίδραση από πλευράς Ρωσίας.

ΟΙ ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ

Στο τελευταίο διάστημα, βλέπουμε μια έξαρση των παραβιάσεων της εκεχειρίας στα ανατολικά της Ουκρανίας με συγκέντρωση ρωσικών στρατευμάτων στην περιοχή, οι οποίες τροφοδότησαν τους φόβους για πόλεμο. Αξιωματούχοι των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών ισχυρίζονται ότι η Ρωσία σχεδιάζει να αναπτύξει περίπου 175.000 στρατιώτες εκ των οποίων σχεδόν οι μισοί από αυτούς έχουν ήδη σταθμεύσει σε διάφορα σημεία κοντά στα σύνορα της Ουκρανίας, προετοιμάζοντας μια πιθανή εισβολή που θα μπορούσε να ξεκινήσει ήδη τις ημέρες αυτές, ενώ η Ουκρανία κατήγγειλε ότι η Μόσχα διατηρεί πάνω από 90.000 στρατιώτες κοντά στα σύνορα των δύο χωρών, μετά από μαζικά πολεμικά παίγνια και ασκήσεις στη δυτική Ρωσία, του περασμένου φθινόπωρου.

Η ΤΡΕΧΟΥΣΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ-ΤΙ ΘΕΛΕΙ Η ΜΟΣΧΑ;

Η Ρωσία σήμερα κατηγορεί την Ουκρανία ότι δεν τηρεί την ειρηνευτική συμφωνία του 2015 και παράλληλα επικρίνει τη Δύση ότι δεν ενθαρρύνει τη συμμόρφωση της Ουκρανίας. Η συμφωνία ήταν διπλωματική επιτυχία για τη Μόσχα, καθώς απαιτούσε από την Ουκρανία να παραχωρήσει ευρεία αυτονομία στις περιοχές των ανταρτών και να προσφέρει μια σαρωτική αμνηστία στο ρωσικό στοιχείο που ζει στις περιοχές της Ουκρανίας.

Η Ουκρανία, με τη σειρά της, επισημαίνει παραβιάσεις της εκεχειρίας από τους αυτονομιστές που υποστηρίζονται από τη Ρωσία και επιμένει ότι υπάρχει συνεχής παρουσία ρωσικών στρατευμάτων στα ανατολικά της σύνορα, παρά τις διαψεύσεις του Κρεμλίνου.

Η ρωσική θέση λοιπόν είναι ξεκάθαρη: Πρέπει να σταματήσει η επέκταση του ΝΑΤΟ και να υιοθετηθούν νέες αρχές για τις χώρες εκείνες που δεν έχουν ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. Για όσες εντάχθηκαν δεν γίνεται λόγος, σε ότι αφορά όμως χώρες όπως η Ουκρανία, χρειάζονται νέες συμφωνίες, ώστε να προστατεύονται τα συμφέροντα της Ρωσίας.

 Η ΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΕ ΚΑΙ ΤΩΝ ΗΠΑ

Από τα μέχρι τώρα διαθέσιμα ιστορικά, οικονομικά και διπλωματικά δεδομένα και τη σχετική διεθνή ενημέρωση διαφαίνεται ότι: οι ευρωπαϊκές χώρες δεν θέλουν να αναμειχθούν στο «ζήτημα αυτό», αν και σε αντίθεση με την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, οι μεγάλες κυρίως χώρες της Ευρώπης όπως η Γαλλία, η Γερμανία, η Βρετανία, ακόμα και η Ιταλία, συμμετείχαν στη δημιουργία του κλίματος, αν και σε κάποιες των περιπτώσεων διαφωνούσαν. Σήμερα όμως, η μοναδική χώρα η οποία αποτελεί εξαίρεση είναι η Γερμανία, και αυτό γιατί έχει τα δικά της, άμεσα, οικονομικά συμφέροντα, γεγονός που πιστοποιεί η συνάντηση της Κας Μέρκελ με τον Πρόεδρο Πούτιν, λίγο πριν την αποχώρηση της από την πολιτική σκηνή τον Μάιο 2021. Η πραγματική θέση της Γερμανίας στο θέμα αυτό εκφράστηκε ανοικτά με όσα είπε δυνατά ο πρώην Αρχηγός του Πολεμικού Ναυτικού Αντιναύαρχος Κάι-Άχιμ Σένμπαχ, ο οποίος τελικά οδηγήθηκε σε παραίτηση, όχι γιατί δεν συμφωνούσε η πολιτική ηγεσία της χώρας του, αλλά επειδή είπε ανοικτά αυτό που όλοι σκέφτονται.

ΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΩΝ ΔΥΟ ΠΛΕΥΡΩΝ ΣΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΧΡΟΝΟ

Στον παρόντα χρόνο τα πράγματα είναι απλά αν και παρουσιάζονται διαφορετικά. Στόχος λοιπόν των ΗΠΑ είναι η διατήρηση του συστήματος που προέκυψε με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Αυτό σημαίνει: οικονομικό και στρατιωτικό έλεγχο της Ευρώπης, κυρίως με την ανάπτυξη νέων πηγών ενέργειας (πχ LNG) με ταυτόχρονη μείωση εξάρτησης της ΕΕ από το ρωσικό ΦΑ, περιορισμό διείσδυσης της Κίνας στην αγορά της ΕΕ (πχ 5G, φθηνά προϊόντα κλπ), καθώς και όσο γίνεται μεγαλύτερη επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, που σημαίνει πέραν του γεωπολιτικού εγκλωβισμού της Ρωσίας και προώθηση νέου πολεμικού υλικού δυτικού τύπου στους νέους συμμάχους.

Από την άλλη πλευρά, στόχος της Ρωσίας είναι η επιστροφή στις αρχές του Ψυχρού Πολέμου, και συγκεκριμένα η διατήρηση της ισορροπίας δυνάμεων στην Ευρώπη. Ισορροπία όμως πρωτίστως δυνάμεων οικονομικών συμφερόντων και όχι αμυντικών-στρατιωτικών. Τούτο συνεπάγεται συνέχιση της ροής ΦΑ προς δυσμάς, εξασφάλιση του στρατηγικού βάθους της Ρωσίας μέσω Ουκρανίας και περιορισμό της πολιτικής επιρροής των ΗΠΑ στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.

ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ;

Η απάντηση στο ερώτημα πολεμικής σύρραξης στην Ουκρανία, είναι ξεκάθαρα όχι. Η όποια εμπλοκή του ΝΑΤΟ στρατιωτικά αφενός δεν εμπίπτει στο καταστατικό του και αφετέρου θα οδηγήσει σε καταστάσεις που δεν γνωρίζουμε «που» θα καταλήξουν και μάλιστα χωρίς επιστροφή. Ένας πόλεμος στην Ουκρανία δεν θα λύσει κανένα πρόβλημα, ενώ θα προσθέσει πολλά περισσότερα, τα οποία δεν θα μπορεί πλέον να διαχειριστεί η παγκόσμια κοινότητα, ανεξάρτητα από την έκβαση στο πεδίο της μάχης. Ο σίγουρα χαμένος σε μια τέτοια διένεξη θα είναι ο λαός της Ουκρανίας. Όσο για την Ευρώπη είναι βέβαιο ότι θα παγώσει λόγω έλλειψης ενεργειακών αποθεμάτων και θα στραγγαλιστεί η οικονομία της. Ως εκ τούτου θα συνταχθώ με αυτό που είπε ο Γερμανός Α/ΓΕΝ, σεβόμενος και όχι φοβούμενος την δήλωση Πούτιν σε Μακρόν:

«Η Ρωσία είναι μια στρατιωτική υπερδύναμη και μια πυρηνική υπερδύναμη. Δεν θα υπάρξουν νικητές και θα παρασυρθείτε σε αυτή τη σύγκρουση παρά τη θέλησή σας».

Η απάντηση λοιπόν σε κάθε διεκδίκηση, όπως έχω εκφράσει και για τα εθνικά μας θέματα είναι: όχι κλιμάκωση ,όχι υποχώρηση σε ό,τι απορρέει από το διεθνές δίκαιο. Συμφωνίες και Συνθήκες σύμφωνα με το καταστατικό του ΟΗΕ και τη διεθνή νομιμότητα! Το αποτέλεσμα βέβαια θα κρίνει το ειδικό βάρος των σημερινών πολιτικών ηγεσιών και αντίστροφα.

(Ο Χρήστος Χριστοδούλου είναι Πτέραρχος, τέως Α/ΓΕΕΘΑ ε.τ.)

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Αλέξης Π. Μητρόπουλος - Δημήτρης Π. Μητρόπουλος: Τι αποφάσισε το ΣτΕ για την ιδιωτικοποίηση του νερού
Η «αναρχία» της μάσκας στις ΗΠΑ
Chevron Right