Ο διάλογος που προσπαθούν να ξεκινήσουν Ελλάδα και Τουρκία οφείλεται κατά την άποψή μου σε κινήσεις τακτικής και δεν έχει καμία ουσιαστική προοπτική.
Η Τουρκία βρίσκεται στην ανάγκη να κάνει κάποια ανοίγματα βιτρίνας στην κατεύθυνση της ΕΕ εξαιτίας της ασταθούς ισορροπίας της τουρκικής οικονομίας και των πιέσεων που δέχεται ο Ερντογάν από τον Πρόεδρο Μπάιντεν.
Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ προβλέπεται ότι θα κινηθεί με αυστηρότητα στο θέμα των ρωσικών πυραύλων S-400 και του σκανδάλου της τουρκικής τράπεζας Halkbank. Εάν κρίνουμε από τις δηλώσεις του Μπλίνκεν, του επόμενου υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, οι κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας που αποφάσισαν η Γερουσία και το Κογκρέσο μπορεί να επεκταθούν από τα ζητήματα των εξοπλισμών και στα ζητήματα της οικονομίας.
Πρόκειται για μεγάλη απειλή για την τουρκική οικονομία και το καθεστώς του Ερντογάν εφόσον οι αμερικανικές οικονομικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν το 2018 προκειμένου να επιτευχθεί η απελευθέρωση ενός Αμερικανού πάστορα, τον οποίο ο Ερντογάν θεωρούσε εχθρό του καθεστώτος, αποσταθεροποίησαν την τουρκική οικονομία και το εθνικό νόμισμα.
Κατά συνέπεια η Άγκυρα χρειάζεται κάποιου είδους ελληνοτουρκικό διάλογο για να ικανοποιήσει τους υποστηρικτές της στο εσωτερικό της ΕΕ και κυρίως το Βερολίνο.
Εάν κρίνουμε από τη φρασεολογία στην οποία επιμένουν οι Τούρκοι αξιωματούχοι ο διάλογος είναι υπονομευμένος από τους ίδιους γιατί προβάλλεται με όρους που ικανοποιούν τους ισλαμοεθνικιστές στην Τουρκία και με μία ατζέντα που στρέφεται σε βάρος της εθνικής μας κυριαρχίας.
Από την πλευρά της Ελλάδας, του πολιτικού συστήματος και της ευρύτερης κοινής γνώμης, δεν υπάρχουν ψευδαισθήσεις σε ό,τι αφορά την προοπτική του διαλόγου. Κρίνεται όμως αναγκαίος για συγκεκριμένους λόγους τακτικής.
Πρώτον η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει επενδύσει σε μία εικόνα εποικοδομητικού συμμάχου με ευρύτητα πνεύματος και ανοιχτούς ορίζοντες. Με τον τρόπο αυτό αναδεικνύει καλύτερα την ασυνέπεια και την επικινδυνότητα του Ερντογάν σε ό,τι αφορά τη στρατηγικής σημασίας σχέση με τις ΗΠΑ.
Δεύτερον, η Αθήνα διαχειρίζεται μία πολυδιάστατη κρίση και δέχεται πιέσεις στον τομέα της δημόσιας υγείας, της οικονομίας και της κοινωνίας. Είναι λογικό να επιδιώκει μια προσωρινή σχετική ηρεμία στη σχέση με την Τουρκία για να αντιμετωπίσει καλύτερα τις σημαντικές προκλήσεις.
Το κυβερνητικό επιτελείο γνωρίζει ότι δεν πρόκειται να αλλάξει η στρατηγική της Τουρκίας ταυτόχρονα όμως εκτιμά ότι ο Ερντογάν πρέπει να προσαρμόσει την τακτική του στις νέες συνθήκες και ιδιαίτερα στην απομάκρυνση του Τραμπ και του γαμπρού του από τον Λευκό Οίκο, οι οποίοι του εξασφάλιζαν πλήρη ασυλία.
Τρίτον, η Ελληνική κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να λάβει υπόψιν της και τη θέληση των σταθερών υποστηρικτών της Τουρκίας στο εσωτερικό της ΕΕ, με ισχυρότερη τη Γερμανία και με το ζήλο του νεοφώτιστου την Ισπανία, οι οποίοι προωθούν τη λεγόμενη θετική ατζέντα στις ευρωτουρκικές σχέσεις. Σε αυτές τις συνθήκες η Ελλάδα δεν μπορεί να πάρει την ευθύνη για την αποτροπή μιας ενδεχόμενης ευρωτουρκικής προσέγγισης η οποία πιθανότατα θα ματαιωθεί εξαιτίας του καταπιεστικού και επιθετικού χαρακτήρα του καθεστώτος Ερντογάν.
Θα παιχτεί λοιπόν ένα σκάκι τακτικής γύρω από έναν διάλογο χωρίς προοπτική και την ίδια νέο-οθωμανική επεκτατική στρατηγική από την πλευρά της Τουρκίας.
(Ο Γιώργος Κύρτσος είναι ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας)