Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) ανακοίνωσε τις προηγούμενες ημέρες ένα σχέδιο πράσινης μετάβασης με τίτλο «Βιομηχανικό Σχέδιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας». Για άλλη μια φορά η ΕΕ εμφανίζεται άτολμη. Θεωρητικά η πρόταση είναι η ευρωπαϊκή απάντηση στο πρόγραμμα InflationRedactionAct, ένα πλαίσιο κρατικών ενισχύσεων προς τις βιομηχανίες τους που ανακοίνωσαν οι ΗΠΑ.
Απέναντι λοιπόν σε ένα πρόγραμμα 369 δις η ΕΕ θα διαθέσει αδιάθετους πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης περίπου 250 δις. Το πρόβλημα όμως εδώ είναι πως ενώ οι ισχυρές χώρες θα μπορέσουν να στηρίξουν τις μεγάλες επιχειρήσεις τους οι πιο αδύναμες χώρες όπως η Ελλάδα όσο και αν χαλαρώσουν οι κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις δεν θα μπορέσουν να στηρίξουν τις βιομηχανίες τους καθώς ο δημοσιονομικός χώρος είναι ανύπαρκτος.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση εδώ και σχεδόν ένα χρόνο ταλαιπωρείται από μία ενεργειακή κρίση διαρκείας, για την οποία σε σημαντικό βαθμό είναι και η ίδια υπεύθυνη. Γιατί το ισχυριζόμαστε αυτό; Γιατί επί δεκαετίες ολόκληρες τόσο το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο όσο και η Κομισιόν, στις αμέτρητες συνεδριάσεις τους, δεν κατάφεραν να διαμορφώσουν εναλλακτικά μονοπάτια ενεργειακής πολιτικής και να διαφοροποιήσουν τις πηγές ενέργειες, αφήνοντας σήμερα πίσω πολλές αρνητικές συνέπειες στις ευρωπαϊκές κοινωνίες και οικονομίες.
Η εξάρτηση της ΕΕ από το ρωσικό αέριο, που έφθανε στο 50% των συνολικών αναγκών της, όφειλε να καταστήσει την Ένωση εξαιρετικά προσεκτική και προνοητική ως προς τις αποφάσεις και την πολιτική της. Το οξύτατο ενεργειακό πρόβλημαπου αντιμετωπίζει η Ευρώπη επισκιάζεται σε κάποιο βαθμό χάρη σε κρατικές επιδοτήσεις, που όμως δεν μπορούν να κρατήσουν για πολύ ακόμα. Ήδη η Κομισιόν μιλάει για περιορισμό των δημοσιονομικών δαπανών και επιδοτήσεων, για συγκράτηση των προϋπολογισμών, ώστε τα μεγάλα ποσά που δαπανήθηκαν να επιστρέψουν πίσω, στα κρατικά ταμεία, για να χρηματοδοτηθεί το δημόσιο χρέος και να «πιαστούν» οι στόχοι για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα.
Η λήψη πρόσκαιρων μέτρων για τον περιορισμό των δυσμενών επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις καλλιεργούν την ψευδαίσθηση ότι η κρίση αποτελεί μία «περιπέτεια» που θα περάσει, που θα έχει περιορισμένη διάρκεια. Ωστόσο, αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα είναι ότι η κρίση είναι μακράς διάρκειας καθώς δεν προβλέπεται αποκλιμάκωση της εμπόλεμης κατάστασης, ούτε υπάρχει ορίζοντας για ειρήνευση των δύο πλευρών, Ρωσίας και Ουκρανίας.
Την ίδια στιγμή, η ΕΕ συνεχίζει να μην έχει βρει επαρκείς πηγές ενεργειακής τροφοδοσίας και να μην απαντά στο ερώτημα τί θα γίνει όταν τα αποθέματα φυσικού αερίου εξαντληθούν πλήρως. Οι προσπάθειες απεξάρτησης από το ρωσικό αέριο«σκοντάφτουν» στον πρόχειρο προγραμματισμό και τα διαφορετικά συμφέροντα των κρατών-μελών, ενώ παράλληλα χρειάζονται χρόνο για να αποδώσουν. Η συγκρατημένη αισιοδοξία της Κομισιόν, αλλά και ευρωπαϊκών κυβερνήσεων για την τιμή του αερίου, που είναι χαμηλότερη από την αντίστοιχη του καλοκαιριού, δεν δημιουργεί συνθήκες σταθερότητας κι ασφάλειας καθώς παραμένει περίπου έξη φορές υψηλότερη σε σχέση με αυτήν πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Η επάνοδος στη σφικτή νομισματική πολιτική και σε πολιτικές λιτότητας, για τις οποίες ήδη έχουν μιλήσει δημόσια Κομισιόν και ΔΝΤ, αλλά και η συνέχιση της κλιμάκωσης του πληθωρισμού, προκαλούν περαιτέρω προβληματισμό στις κοινωνίες και νευρικότητα στους μικρούς και μεσαίους επιχειρηματίες που δεν μπορούν να σχεδιάσουν ένα μακρόπνοο πλάνο δράσης με υπολογισμένα κόστη και εκτίμηση της ζημιάς. Παράλληλα, τα σκάνδαλα που χτυπούν την καρδιά των Βρυξελλών, όπως το Qatargate, αλλά και η απουσία πολιτικών κοινωνικής και εισοδηματικής συνοχής, τροφοδοτούν κοινωνικές κρίσεις και εξασθενούν το ρόλο της ΕΕ ως πυλώνα ασφάλειας και σταθερότητας σε μία γεωγραφική περιφέρεια γεμάτη γεωπολιτικές προκλήσεις κι ανατροπές.
Οι παραπάνω δυσάρεστες εξελίξεις θα βαρύνουν πρωτίστως τις πιο αδύναμες ευρωπαϊκές οικονομίες με τα περισσότερα προβλήματα και τα υψηλότερα χρέη, όπως είναι οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, και κατεξοχήν η χώρα μας.
Η Ελλάδα χρειάζεται ισχυρή, προοδευτική κυβέρνηση για να χτίσει άμυνες απέναντι στις δύσκολες συνθήκες που διαμορφώνονται ώστε να προστατέψει με το μέγιστο δυνατό τρόπο την κοινωνία της και να διαμορφώσει δίχτυ προστασία για τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία που βάλλεται. Διαφορετικά, τα επόμενα χρόνια θα είναι εξαιρετικά δύσκολα, με τη χώρα μας να βρίσκεται στον πυρήνα των πολλών και παράλληλων ευρωπαϊκών κρίσεων, αντιμέτωπη επίσης με τις θεσμικές αδυναμίες της και την οικονομική ανασφάλεια που έχει προκαλέσει η σημερινή κυβέρνηση.
(Ο Γιώργος Μπαλάφας είναι μέλος της Κεντρικής Επιτροπής ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και περιφερειακός σύμβουλος Βόρειου Τομέα Αθηνών)