Η χτεσινή μέρα είχε πολύ ενδιαφέρον από πολλές πλευρές, σ’ ότι αφορά το καυτό θέμα των ημερών, στην ρωσο-ουκρανική κρίση.
Ο Βλαντιμίρ Πούτιν ως άλλος Κασπάροφ, έκανε τις κινήσεις του στη διεθνή σκακιέρα, δίνοντας του πλεονέκτημα και εκθέτοντας αρκετά την δυτική πολιτική, που καθοδηγείται πρωτίστως από τις ΗΠΑ.
Σχεδόν αξημέρωτα και πριν συναντηθεί ο Ρώσος Πρόεδρος με τον Γερμανό Καγκελάριο στο Κρεμλίνο, ανακοίνωσε το Ρωσικό Υπουργείο Άμυνας ότι ολοκληρώθηκε μέρος των στρατιωτικών ασκήσεων κι ότι οι μονάδες επιστρέφουν στις έδρες τους. Για να συμπληρώσει ότι μόλις λήξουν και οι υπόλοιπες ασκήσεις σε λίγες μέρες, μέχρι τις 20 του μήνα, θα επιστρέψουν κι αυτές οι μονάδες στις βάσεις τους.
Όλα αυτά μια μέρα πριν από την ρωσική «εισβολή» της 16ης Φεβρουαρίου, όπως είχαν ενημερώσει τον Ουκρανό Πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι.
Μοιάζει με τρολάρισμα του Πούτιν προς την Δύση, όλη αυτή η κατάσταση, ενισχύοντας την απομυθοποίησή της αλλά και των φερέφωνων της, των μεγάλων μέσων ενημέρωσης.
Γιατί όμως συνέβη αυτό;
Είναι γνωστό ότι τα τελευταία χρόνια οι υπηρεσίες πληροφοριών, ιδιαίτερα των ΗΠΑ, για κάποιον αδιευκρίνιστο λόγο, αλλά και οι δυτικοί αναλυτές, έχουν ένα πρόβλημα ανάγνωσης των δεδομένων στην γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό πεδίο.
Συνέβη με την Αλ-Κάιντα, το Ισλαμικό Κράτος, την Αραβική Άνοιξη, τους Ταλιμπάν.
Αντίστοιχα, έχω την αίσθηση, ότι κάτι παρόμοιο συνέβη με τον Πούτιν και την Ρωσία. Όπως πιστεύω το επόμενο ζήτημα που θα προκύψει θα είναι η Κίνα, όπου και πάλι δεν θα έχουν διαβάσει καλά τα δεδομένα.
Η νέα πολιτική του Πούτιν
Τον περασμένο Δεκέμβριο συμπληρώθηκαν 30 χρόνια από την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και τον Δεκέμβριο φέτος θα συμπληρωθούν 100 χρόνια από την ίδρυση της.
Το γεωπολιτικό τοπίο στην Ευρασία αλλάζει συνεχώς. Όσοι πιστεύουν ότι η Ρωσία ασχολείται με την παλινόρθωση μιας νέου τύπου Σοβιετικής Ένωσης, μάλλον κάνουν λάθος, καθώς αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο τον Πούτιν είναι να εδραιώσει την χώρα του ως κύριας και πιο σημαντικής δύναμης κατά μήκος των νέων συνόρων της.
Αυτό που βλέπει η Δύση ως προσπάθεια «εισβολής» της Ρωσίας στην Ουκρανία, είναι αβάσιμο. Αυτό που επιδιώκει η Μόσχα είναι να αντικαταστήσει την τρέχουσα ευρωπαϊκή τάξη ασφάλειας που βασίζεται στην κυριαρχία των ΗΠΑ και τον κεντρικό ρόλο του ΝΑΤΟ, με μια νέα αρχιτεκτονική δυο πυλώνων, που θα βασίζεται σε μια Ρωσο-αμερικανική συμφωνία.
Αυτό καταδεικνύει και η αυξημένη στρατιωτική παρουσία της σε περιοχές που άπτονται των συμφερόντων της. Κοινώς επιδεικνύει τις στρατιωτικές της δυνατότητες και την πολιτική της αποφασιστικότητα να παρέμβει.
Αυτό που συνέβη πριν από 30 χρόνια με την γεωπολιτική υποχώρηση της, έχει λάβει τέλος και έχει αρχίσει μια νέα πολιτική με βάση τα συμφέροντα της. Μια πολιτική επιλεκτικής επέκτασης.
Αυτό βέβαια δεν αφορά μόνο το ζήτημα της ασφάλειας της Ρωσίας, αλλά και να μην επιτρέψει, όπως παραδείγματος χάριν με την Ουκρανία, να αποξενωθεί για πάντα από τον ιστορικό πυρήνα του ρωσικού κράτους.
Μπροστά στην ισχυρή αντίθεση της Μόσχας, για την Ουκρανία, με την επίδειξη στρατιωτικής της ικανότητας, η Ουάσιγκτον δεν έχει ούτε το συμφέρον ούτε την πρόθεση να πολεμήσει τη Ρωσία για την Ουκρανία ή να προκαλέσει υπερβολικά τη Ρωσία με την ανάπτυξη αμερικανικών πυραύλων εκεί. Φάνηκε εξάλλου από τις χτεσινές δηλώσεις του Μπάιντεν.
Η κρίση στην Ουκρανία κατέδειξε, για πρώτη φορά μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, την ετοιμότητα της Ρωσίας να χρησιμοποιήσει στρατιωτική βία για να αποτρέψει την περαιτέρω επέκταση της δυτικής συμμαχίας σε πρώην σοβιετικά εδάφη.
Επέδειξε επίσης την ικανότητα να προσεταιρίσει την Λευκορωσία, μετά την αποπομπή της στην ουσία από την Δύση, μετά τις εκλογές νοθείας, όπως καταγγέλθηκε, από τον Λουκασένκο, ο οποίος αναγκάστηκε να αλλάξει την πολυμέρεια της εξωτερικής τους πολιτικής και να στραφεί στον Πούτιν.
Μια κίνηση που ενισχύει την οικονομική και στρατιωτική σύνδεση της Λευκορωσίας με την Ρωσία, δημιουργώντας έτσι μια ένωση.
Η επέμβαση στο Καζακστάν από τη Ρωσία, μέσω του Οργανισμού του Συμφώνου Συλλογικής Ασφάλειας που ενεργοποίησε άμεσα, όχι μόνο εξάλειψε την απειλή διάλυσης του Καζακστάν, αλλά και ενίσχυσε την επιρροή της εκεί.
Κάτι παραπλήσιο συνέβη και στη σύγκρουση στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, όταν βρέθηκαν αντιμέτωπες η επίσημη σύμμαχος Αρμενία και ο πολύτιμος εταίρος το Αζερμπαϊτζάν.
Παρότι βρέθηκε σε δύσκολη θέση, κατάφερε να σταματήσει τις μάχες αφού η νίκη των Αζέρων είχε καταστεί σαφής, αλλά πριν οι Αρμένιοι εκδιωχθούν πλήρως από τον θύλακα, ενώ απετράπη και μια ανοιχτή σύγκρουση με την Τουρκία, εταίρο των Αζέρων.
Στη συνέχεια η Μόσχα μεσολάβησε για μια νέα συμφωνία με τα μέρη της σύγκρουσης, διατήρησε τη θέση της ως μοναδικός διαμεσολαβητής και, για πρώτη φορά, έστειλε ειρηνευτική δύναμη στο Καραμπάχ.
Αυτά τα νέα στοιχεία στην πολιτική της Ρωσίας έναντι των πρώην σοβιετικών κρατών υποδηλώνουν ότι η Ρωσία ενισχύει τη γεωπολιτική της θέση στη βόρεια Ευρασία. Χρησιμοποίησε στρατιωτική δύναμη για να αποτρέψει τις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, χρησιμοποίησε οικονομικά, χρηματοπιστωτικά και πολιτικά μέσα για να προωθήσει την ολοκλήρωση στη Λευκορωσία, ασχολήθηκε με τη διπλωματία και τη διατήρηση της ειρήνης στον Νότιο Καύκασο και οργάνωσε μια πολυμερή αποστολή σταθεροποίησης στο Καζακστάν.