Opinions

Πέτρος Λιάκουρας: Τα διλήμματα του Κυπριακού

Εάν η διχοτόμηση που θα επιστεγαστεί με κατειλημμένα Βαρώσια δεν ανακοπεί, τότε η βόρεια κατεχόμενη Κύπρος θα παραδοθεί αμαχητί στην Τουρκία.

Ένα μήνα μετά τη συνάντησή του με τον Έλληνα πρωθυπουργό και την υπόσχεση για ήρεμα νερά το καλοκαίρι, ο Ερντογάν ανοίγει μέτωπο σε πεδία που δεν αφορούν στις έρευνες υδρογονανθράκων.

Ο Τούρκος Πρόεδρος παίζει σε διπλό ταμπλό, αφενός με τα ελληνοτουρκικά, έχοντας συγκεκριμένη θεματική για τα παραδοσιακά ζητήματα και πλέον στόχευση στην αμφισβήτηση της κυριαρχίας των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, και γι’ αυτό προτάσσει ως εργαλείο την αποστρατιωτικοποίησή τους και αφετέρου τις νέες διεκδικήσεις στα Βαρώσια.

1.Το πρώτο επίπεδο ανήκει στην κατηγορία: υπενθύμιση να μην παρασυρόμαστε από την ευχαρίστηση της στιγμής που προκάλεσε η συμφωνία των δύο ηγετών, όχι μόνο για αποφυγή ενεργειών στη διεκδικούμενη υφαλοκρηπίδα, αλλά και για απευθείας επικοινωνία τους για τα κρίσιμα ζητήματα. Ένα γεγονός που χαιρετίστηκε ευλόγως με τη λογική ότι θα ανέκοπτε όλη αυτή την αναστάτωση που προκαλείται από την «αντιπαραγωγική και προκλητική συμπεριφορά του Ερντογάν», όπως το State Department αναφέρεται στις κινήσεις του Τούρκου Προέδρου.

Με την επιστολή της 15ης Ιουνίου ο Τούρκος Μόνιμος Αντιπρόσωπος Φ. Σινιρλίογλου κατηγόρησε την Ελλάδα για μια σειρά από ενέργειες που συνιστούν διαφορές και δεν τις συζητά η τελευταία, μεταξύ των οποίων και τη θεωρία περί «γκρίζων ζωνών», του εναερίου χώρου, καθώς και των -κατ’ αυτόν- μαξιμαλιστικών θέσεων της Ελλάδας, σε ζητήματα οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ. Η επιστολή αυτή απαντά σε ελληνική της 15ης Φεβρουαρίου 2021 και εντυπωσιάζει ότι δεν λήφθηκε υπόψη στην αποστολή της απάντησης η χρονική στιγμή της θετικής, μερικής έστω, κίνησης της πρώτης συνάντησης και του διαλόγου ο οποίος ανακοινώθηκε ότι θα αναπτυχθεί μεταξύ των δύο ηγετών, αντί της αντιπαράθεσης μέσω δηλώσεων ή επιστολών.

2.Το δεύτερο επίπεδο έχει για τον μελετητή ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς αποκαλύπτει την κρυφή ατζέντα του τούρκου προέδρου. Όσον αφορά στο Κυπριακό, ο Ερντογάν επιδιώκει να υλοποιήσει τον σταδιακό εποικισμό των Βαρωσίων από τουρκοκυπριακό πληθυσμό και να ενσωματώσει την περιοχή στην παράνομη τουρκοκυπριακή οντότητα ως αποστρατιωτικοποιημένη.

3.Όσον αφορά στα ελληνοτουρκικά, σε νέα εκδοχή, με την επιστολή της 13ης Ιουλίου του Μόνιμου Αντιπρόσωπου της προς τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, η Τουρκία καινοτομεί σε αναθεωρητισμό, επιχειρεί να χρησιμοποιήσει ως εργαλείο την υποχρέωση αποστρατιωτικοποίησης που δεν τηρεί η Ελλάδα, να επισημάνει την παραβίαση, να υπογραμμίσει ότι η παραβίαση αυτή απειλεί την ασφάλειά της για να καταλήξει στο στόχο που έχει ότι: Η τήρηση της αποστρατιωτικοποίησης ήταν όρος (που ασφαλώς δεν ήταν) για την παραχώρηση της κυριαρχίας και η μη τήρηση του όρου θέτει σε αμφισβήτηση την κυριαρχία των νησιών και όποιες διεκδικήσεις θαλασσίων ζωνών απορρέουν εξ αυτής της κυριαρχίας. Η επιστολή αυτή απαντήθηκε από την Ελλάδα και η αντίκρουση των τουρκικών επιχειρημάτων που τίθενται για πρώτη φορά επίσημα, έχουν ιδιαίτερη σημασία.

Α) Σε ό,τι αφορά στο Κυπριακό οι θέσεις της Τουρκίας περί δύο κρατών δεν έχουν πρωτοτυπία, έχουν ήδη ακουστεί από το 1983, όταν ανακηρύχθηκε παρανόμως η ανυπόστατη «ΤΔΒΚ» -δηλαδή τα κατεχόμενα-που κηρύχθηκε νομικά άκυρη από το Συμβούλιο Ασφαλείας των ΗΕ. Αλλά οι Τούρκοι επέμειναν και πεπεισμένοι από τη δύναμη του πραγματικού, δηλαδή τη δημιουργία τετελεσμένων, διατήρησαν το μόρφωμα ακόμη και ως παράνομο αλλά χωρίς να έχει ανατραπεί, με την προοπτική κάποια στιγμή να υποβάλουν και επισήμως την πρόταση περί δύο κρατών, όπως συνέβη στην διάσκεψη της Γενεύης τον Απρίλιο του 2021.

Η τελευταία εξέλιξη στο Κυπριακό ήλθε από έναν Ερντογάν, ο οποίος πόρρω απέχει από το πολιτικό εκείνο του 2003-2004,όταν τότε ανέτρεψε την πολιτική τάξη στα κατεχόμενα αντικαθιστώντας τον αδιάλλακτο Ντεκτάς με τον μετριοπαθή Ταλάτ, για να ακολουθήσει η αποδοχή από την τουρκοκυπριακή κοινότητα του σχεδίου Ανάν, ενόψει της ένταξης στην ΕΕ της ομοσπονδιακά ανασυγκροτούμενης Κυπριακής Δημοκρατίας.

Β) Στην παρούσα φάση ο Ερντογάν, εμφορούμενος από εθνικισμό και ισλαμικό θρησκευτικό συναίσθημα έχει επιχειρήσει να κοινωνικοποιήσει την τουρκοκυπριακή κοινότητα, να εμφυσήσει στον πληθυσμό της την τουρκική ταυτότητα, όπως την υπαγορεύει ο ίδιος, και το θρησκευτικό συναίσθημα του Ισλαμισμού, όπως το πιστεύει ο ίδιος.

Στην ίδια λογική της αναθεωρητικής τακτικής βάζει στα σχέδια του και το τελευταίο του χαρτί, αυτό των Βαρωσίων. Την περιοχή αυτή κάθε τουρκική κυβέρνηση την εξελάμβανε ως το διαπραγματευτικό αντάλλαγμα στην προοπτική της επίλυσης. Και προς τούτο την είχαν εκτός των κατεχομένων. Στο σχέδιο Ανάν π.χ. η Αμμόχωστος στο σύνολο θα περιερχόταν στην ελληνοκυπριακή συνιστώσα πολιτεία, στο βαθμό που θα συναινούσε η τουρκοκυπριακή πλευρά με την έκβαση.

Έτσι, η πρόταση να εποικίσει τα Βαρώσια ως περιοχή χωρίς στρατεύματα, επιχειρώντας να την αποχαρακτηρίσει από κατεχόμενη, και σταδιακά κατά τμήματατης, είναι το πρώτο βήμα υλοποίησης του φιλόδοξου σχεδίου Ερντογάν. Να αξιοποιήσει ξεκινώντας από ένα πρώτο τμήμα του 3,5% πιλοτικά, με την προοπτική να παραχωρήσει σταδιακά στο τέλος ολόκληρη την περιοχή στην τουρκοκυπριακή οντότητα. Το πρόβλημα είναι οι περιουσίες των ελληνοκυπρίων, παρότι ο ίδιος θεωρεί ότι έχει λύση γι’ αυτό, θέτοντας σε κάθε ελληνοκύπριο το δίλημμα: Είτε θα απευθυνθεί στην Επιτροπή Ακίνητης Περιουσίας για αποζημίωση, είτε θα ζητήσει να επιστρέψει, στο ενδεχόμενο της ομοσπονδιακής επίλυσης. Όμως και σε αυτήν περίπτωση θα επιστρέψει υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση και δεν θα έχει τα ίδια δικαιώματα που θα έχουν οι Τουρκοκύπριοι. Η Επιτροπή Αποζημιώσεων που δημιουργήθηκε με έγκριση από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο μετά από πιλοτική απόφαση επί προσφυγών ελληνοκυπρίων, απλώς αναγνωρίζει τον τιτλούχο της ιδιοκτησίας. Η Τουρκία υποχρεούται κατά το Δικαστήριο σε αποζημίωση ως υπεύθυνη της στέρησης των ιδιοκτησιών και της νομής τους.

Ως εκ τούτου:

α) Με αυτές τις τακτικές εποικισμού των Βαρωσίων και της μεταβολής του καθεστώτος της περιοχής, η Τουρκία παραβιάζει τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και το διεθνές δίκαιο. Με το ψήφισμα 550/1984 το ΣΑ/ΗΕ έχει κρίνει απαράδεκτο τον εποικισμό των Βαρωσίων από άλλους πλην των νόμιμων ιδιοκτητών, δηλαδή των Ελληνοκυπρίων, και καλεί να μεταφερθεί η διοίκηση της περιοχής στην Ειρηνευτική Δύναμη Κύπρου (UNFICYP). Ας σημειωθεί ότι το ψήφισμα 550/1984 κρίθηκε αναγκαίο διότι η Τουρκία κινήθηκε προς τη σύσταση διπλωματικών σχέσεων με την «ΤΔΒΚ» παρά την ακύρωσή της και την απαγόρευση οιασδήποτε αναγνώρισής της, διότι, σύμφωνα με το ψήφισμα 541/1983, η ανακήρυξη ήταν προϊόν της εισβολής του 1974. Προφητικά το 1984, υπό το φως των τουρκικών προκλητικών ενεργειών, το Συμβούλιο Ασφαλείας ήθελε να διασώσει το καθεστώς των Βαρωσίων, να διατηρηθεί δηλαδή ως η εστία επιστροφής των εκτοπισμένων ελληνοκυπρίων.

Η Τουρκία έχει περιφρονήσει πλήρως τα ψηφίσματα. Τα ψηφίσματα αυτά επικαλέστηκε αντιδρώντας η διεθνής κοινότητα, μάλιστα οι ΗΠΑ πίεσαν για την έκδοση όχι ψηφίσματος, αλλά δήλωσης του προέδρου του Συμβουλίου Ασφαλείας στα τέλη Ιουλίου 2021. Σε αυτήνσυντίθεται η άποψη όλων των μελών -μονίμων και μη- του οργάνου, εκφράζοντας την αποδοκιμασία για τις μονομερείς ενέργειες της Τουρκίας σε σχέση με τα Βαρώσια, χαρακτηρίζουντον εποικισμό απαράδεκτο,όπως και κάθε ενέργεια αντίθετη στις εντολές του οργάνου,και καλούννα ανακληθεί κάθε παράνομη μονομερής ενέργεια και να συνεχισθεί η προσπάθεια για τη συγκρότηση διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας.

β) Η Τουρκία επιπλέον παραβιάζει το δίκαιο της κατοχής. Ως κατέχουσα χώραδεν έχει ούτε μπορεί να αποκτήσει στο διηνεκές νόμιμο τίτλο της περιοχής που κατέχει παρανόμως. Συνεπώς δεν μπορεί να μεταβιβάσει εις ουδένα τον τίτλο κυριαρχίας ο οποίος ανήκει σε άλλον, εν προκειμένω στην αναγνωρισμένη διεθνώς Κυπριακή Κυβέρνηση.

γ) Η Τουρκία επίσης αδιαφορεί για τις προειδοποιήσεις και εκκλήσεις της διεθνούς κοινότητας. Αντιθέτως, έχει ως στόχο τα δύο κράτη και τον εποικισμό των Βαρωσίων. Μπορεί να κινείται στην λογική των δύο κρατών και της κυριαρχικής ισότητας που υπέβαλε στην άτυπη διάσκεψη της Γενεύης του Απριλίου, δεν εγκαταλείπει, όμως, την ιδέα του συνεταιρισμού. Γι’ αυτό ο ΓΓ/ΗΕ στο τέλος της άτυπης διάσκεψης της Γενεύης επιχείρησε –κατά τις πληροφορίες- να συμβιβάσει τις δύο προτάσεις, μεταξύ διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας και κυρίαρχης ισότητας ή δύο κρατών. Κατά πληροφορίες, ενδιαφέρεται και πάλι εάν η διαδικασία προχωρήσει να έχει προβλεφθεί ποια θα είναι η τύχη κάθε πλευράς, ιδίως της ομογάλακτης κοινότητας, εάν καταρρεύσει η συμφωνία επανένωσης και οδηγηθεί σε διάλυση.

δ) Για να δικαιολογήσει είτε την συνομοσπονδία είτε τα δύο κράτη, η τουρκοκυπριακή κοινότητα, θεωρώντας ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν επιθυμεί τη λύση, σταθερά επικαλείται ότι διαβιώνει σε καθεστώς απομόνωσης. Προς τούτο προβάλλει την απομόνωσή της τη δεκαετία 1964-1974 και μετά το 2004 όταν η Κυπριακή Δημοκρατία έγινε μέλος της ΕΕ και η ίδια, παρότι ψήφισε υπέρ του σχεδίου επίλυσης (Ανά ν),έμεινε εκτός νυμφώνος.

Τα στοιχεία όλα δείχνουν ότι για την Τουρκία η προοπτική είναι η διχοτόμηση και συμβιβαστικά η λύση μεταξύ της διχοτόμησης και της κυρίαρχης ισότητας χωρίς κανένα εδαφικό αντάλλαγμα. Η διχοτόμηση έχει παγιωθεί και ως defacto δεν έχει ανατραπεί, όσες αποφάσεις και ψηφίσματα υιοθετηθούν κατά των ενεργειών της που διαλύουν την εδαφική ακεραιότητα και την αδιαίρετη υπόσταση της Κύπρου. Σε πιο ήπια εκδοχή προβάλλεται ο συμβιβασμός μεταξύ της πρότασης των δύο κρατών και της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, με την κυρίαρχη ισότητα να παίζει ως ο συνδετικός ιμάντας που θα συνέχει τη σχέση των δύο κοινοτήτων.

ε) Εάν ο Ερντογάν κάνει πράξη τις εξαγγελίες περί δύο κρατών και του τελευταίου χαρτιού του της υπόστασης των Βαρωσίων, σημαίνει ότι η Βόρεια Κύπρος απομακρύνεται από την ιδέα της επανένωσης και παραδίδεται αμαχητί στην Τουρκία. Υπό την οπτική αυτή η πιθανότητα της επανένωσης θα σήμαινε πολλές θυσίες και συμβιβασμούς, και οι συνομιλίες, εάν συνεχιστούν για κάποιο στόχο ανάμεσα στις δύο διαιρετές πλευρές του νησιού, παύουν να είναι διακοινοτικές και μετατρέπονται μεταξύ της Τουρκίας και της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μια εξέλιξη που θα μετακινήσει το σύνορο της Τουρκίας. Ενώ για τον Ερντογάν, εάν αποσκοπεί σε κάτι διαφορετικό από αυτό που εξαγγέλλει, είναι μεγάλο ρίσκο. Μπορεί να πετυχαίνει το βραχυπρόθεσμο όφελος της αύξησης της επικράτειας της Τουρκίας και να αυξήσει το γόητρό του σε μέρος της τουρκικής κοινής γνώμης, θα αποδειχθεί όμως, ότι δεν πετυχαίνει κάτι τόσο σοβαρό, τέτοιο και τόσο που να μπορέσει να λειτουργήσει ως αντίβαρο στην χειμαζόμενη τουρκική κοινωνία.

Το ενδεχόμενο της διχοτόμησης θα σημάνει το οριστικό τέλος της επανένωσης. Κανείς επίσης δεν μπορεί να διαβεβαιώσει ότι η μη λύση είναι η καλύτερη λύση παρά μόνο οι οπαδοί αυτής της πρότασης. Ομοίως το ίδιο θα σημαίνει και με την προοπτική ανάδειξης δύο κρατών, κρινόμενη η πρόταση αυτή υπό όρους σταθερότητας και ασφάλειας. Αναλόγως στη συζήτηση θα αξιολογηθεί και η επιλογή της διχοτόμησης για να μην διαμοιράζεται η εξουσία με την τουρκοκυπριακή κοινότητα, η οποία σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα παραχωρηθεί με την προίκα των κατεχομένων στον Ερντογάν. Η εξέλιξη αυτή από οποιαδήποτε πλευρά προέλθει θα είναι ένα κακό προηγούμενο στη διεθνή πολιτική. Τι άλλο μένει; Εκτός συζήτησης στα σενάρια θα ήταν η άποψη περί επανίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας με βάση την αρχή της πλειοψηφίας, καθιστώντας τους Τουρκοκύπριους μειονότητα. Μια τέτοια πρόταση θα ενίσχυε τις τουρκικές επιδιώξεις. Να επισημανθεί ότι η όποια εξέλιξη πλην διχοτόμησης πρέπει να αποτελεί συνέχεια της αρχικής Κυπριακής Δημοκρατίας, δηλαδή του κράτους των δύο κοινοτήτων. Επίσης θα οδηγηθούν σε αδιέξοδο όσοι υποστηρίζουν τη διζωνική ομοσπονδία χωρίς να έχουν επίγνωση των βασικών αρχών της συγκρότησης και διακυβέρνησης της ομοσπονδίας και δεν τις ακολουθούν ή επιζητούν κάτι διαφορετικό. Ούτε θα ωφελούσε τυχόν προώθηση προσχηματικά της ομοσπονδιακής λύσης μόνο για να κερδηθεί ο χρόνος της μη λύσης.

στ) Η επιμονή στη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία κερδίζει την υποστήριξη της διεθνούς κοινότητας. Χρειάζεται να γίνει αντιληπτό ότι είναι μια κίνηση επανόρθωσης να αποτραπεί η διάλυση, εφόσον αυτός είναι στόχος. Η αφετηρία της λύσης για μια τέτοια προοπτική είναι το 1960. Απαιτούνται ρεαλιστικές αποφάσεις, τολμηρές σκέψεις και κινήσεις προκειμένου να προχωρήσει η διαδικασία με επίγνωση, δεν χωρούν άλλες τακτικές, διαφορετικά οι αλλεπάλληλες άκαρπες διασκέψεις μπορεί κάποτε να διακοπούν οριστικά, να χαθεί το ενδιαφέρον και να αναζητείται η απόδοση ευθύνης για μια λύση που αντιτίθεται σε αυτό για το οποίο επί χρόνια οι δύο πλευρές επεξεργάζονταν. Η Τουρκία πιέζει για την υιοθέτηση της λύσης των δύο κρατών και εάν δεν μπλοφάρει, ούτε την παρουσιάζει ως εκβιασμό για επωφελή λύση, ούτε την θέσει για να επιτύχει διαπραγματευτικά κάτι καλύτερο και την υλοποιήσει, τότε γεννάται το ερώτημα τι θα συμβεί την επόμενη ημέρα. Το Κυπριακό έχει πολυκαιρίσει, ήδη 57χρόνια από το 1964 οι δύο κοινότητες ζουν χωριστά και είναι άγνωστο εάν και πόσο αυτό μπορεί να βοηθήσει ή να αποθαρρύνει την επανένωση.

Γ) Πρέπει όμως να ιδωθούν πολλές πτυχές πέρα από τις στενά σκοπούμενες. Η Κύπρος θα μπορούσε να υπάρξει και να επιβιώσει ως ένα δικοινοτικό κράτος όπως ξεκίνησε το 1960 και να μην επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος. Όταν στην πορεία η δυσπιστία και ο ανταγωνισμός, καθώς και η έλλειψη συνεργασίας υπερίσχυσαν ενός κοινού οράματος και συμφέροντος και μετά την εισβολή η Τουρκία επέφερε τη defacto διχοτόμηση και τώρα βρισκόμαστε όλο και πιο κοντά στην οριστικοποίηση της. Κοινό μυστικό είναι ότι ο συμβιβασμός θα είναι δύσκολος να ανασυγκροτηθεί σε μια ομοσπονδία η Κύπρος.

Οι Τουρκοκύπριοι τους οποίους πρέπει να έχουμε εντός της εικόνας, έχουν κάθε λόγο να αντιδρούν στη διχοτόμηση, διότι όχι μόνο έχουν υποστεί την κατοχή και τις σε βάρος τους παραβιάσεις του κατοχικού καθεστώτος. Έχουν κατάφωρα στερηθεί του δικαιώματος της αυτοδιάθεσής τους στο εσωτερικό της αδιαίρετης Κύπρου από τις ξένες γι’ αυτούς τουρκικές αρχές. Ελευθερία θα αποκτήσουν σε ένα καθεστώς ομόσπονδης πολιτείας. Επιπλέον σε περίπτωση διχοτόμησης δεν θα τους δοθεί η ευκαιρία να ζήσουν με ελευθερία στην εστία τους, αφού για την τύχη τους αποφασίζει η Τουρκία και οι έποικοι, και επίσης θα στερηθούν για πάντα του προσδοκώμενου οφέλους της ΕΕ. Για όλους αυτούς τους λόγους είναι μια ευάλωτη κοινότητα. Θα αφανίζεται η πλειοψηφία τους από το κύμα των εποίκων και όσων ακόμη εισρεύσουν από την Τουρκία.

Η αντιπολιτευτική τακτική των γνήσιων Τουρκοκύπριων που στις 20 Ιουλίου διαδήλωσαν στο οδόφραγμα της Δερύνειας κατά της κατάληψης των Βαρωσίων, καθώς και η αντίδραση των Τουρκοκύπριων μελών της «Βουλής» της αυτοαποκαλούμενης «ΤΔΒΚ», με την απουσία τους από την ομιλία Ερντογάν, είναι σύμμαχοι της ιδέας επανένωσης, κατά της διχοτόμησης και κατά της αρπαγής των Βαρωσίων. Εάν η διχοτόμηση που θα επιστεγαστεί με κατειλημμένα Βαρώσια δεν ανακοπεί, τότε η βόρεια κατεχόμενη Κύπρος θα παραδοθεί αμαχητί στην Τουρκία.

(Ο Πέτρος Λιάκουρας είναι Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου, διευθυντής του Μεταπτυχιακού Προγράμματος «Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές», στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς)

 

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Φωτιές: Αμηχανία και αγωνία στην κυβέρνηση για την έκταση και την ένταση του πύρινου μετώπου
Στράτος Φαναράς: Στην 5η εποχή, την Εποχή της Άμυνας
Chevron Right