Opinions

Ελευθερία Αγγέλη: Για το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο στην ΕΕ

Η μακροοικονομική συναίνεση πάνω στην οποία στηρίχθηκαν οι κανόνες, οι οποίοι έθεταν ως όριο το 3% του ΑΕΠ για το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης, το 60% ως ποσοστό του ΑΕΠ για το δημόσιο χρέος και το 2% για τον πληθωρισμό, παρουσιάζουν ρωγμές εδώ και πολλά χρόνια, δημιουργώντας περισσότερα προβλήματα από αυτά που επιχειρούν να λύσουν.

Το τέλος της πανδημίας και της εξαίρεσης που αυτή άνοιξε στους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ, προκειμένου τα κράτη-μέλη να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις αυξημένες δημοσιονομικές ανάγκες που δημιουργούσε και η αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης και η επανεκκίνηση των εθνικών οικονομιών μετά τα lock-downs, έφερε στο προσκήνιο του θέμα του νέου Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και των κανόνων που αυτό θα προβλέπει. Η αναθεώρηση του δημοσιονομικού πλαισίου της ΕΕ άνοιξε έναν μεγάλο διάλογο, τόσο σε επίπεδο θεσμών, όσο και στην κοινωνία των πολιτών, σχετικά με τις πολιτικές προτεραιότητες της και το μακροπρόθεσμο σχέδιο της Ευρώπης. Πρόκειται, εξάλλου, για μία συζήτηση με μεγάλο επιστημονικό, αλλά κυρίως πολιτικό ενδιαφέρον, καθώς η έκβασή της και οι αποφάσεις που τελικά θα ληφθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, θα επηρεάσουν τη ζωή και τα δικαιώματα εκατομμυρίων πολιτών σε όλη την ΕΕ, και πολύ περισσότερο τις χώρες του Νότου, όπως η Ελλάδα, που βρίσκονται σε μια δημοσιονομικά δυσμενέστερη θέση.

Στο πλαίσιο αυτό, το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς, με την υποστήριξη του EuroMemo Group (Ευρωπαίοι Οικονομολόγοι για μια Εναλλακτική Οικονομική πολιτική στην Ευρώπη), πραγματοποίησε στις 7 και 8 Ιουνίου ένα οικονομικό σεμινάριο για το θέμα αυτό. Έλληνες και ξένοι οικονομολόγοι έκαναν μια συνολική επισκόπηση και κριτική πάνω στο υπάρχον δημοσιονομικό πλαίσιο, ανέλυσαν τις βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προκλήσεις και κατέγραψαν εναλλακτικές προτάσεις πολιτικής, ενώ την προηγούμενη εβδομάδα το Ινστιτούτο δημοσίευσε την έκθεση (report)[1] με τα βασικά σημεία των εισηγήσεων και τα συμπεράσματα του σεμιναρίου, προκειμένου να συμβάλει στο δημόσιο διάλογο και στην κατάρτιση προτάσεων πολιτικής και ενός πλαισίου διεκδικήσεων για τη χώρα μας, και ειδικά τους φορείς της αριστεράς.

Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης: Ένα πλαίσιο ανίκανο να αντιμετωπίσει τις πολλαπλές κρίσεις και τις προκλήσεις του σήμερα

Όπως επισημάνθηκε και από τους εισηγητές και τις εισηγήτριες, η μακροοικονομική συναίνεση πάνω στην οποία στηρίχθηκαν οι κανόνες, οι οποίοι έθεταν ως όριο το 3% του ΑΕΠ για το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης, το 60% ως ποσοστό του ΑΕΠ για το δημόσιο χρέος και το 2% για τον πληθωρισμό, παρουσιάζουν ρωγμές εδώ και πολλά χρόνια, δημιουργώντας περισσότερα προβλήματα από αυτά που επιχειρούν να λύσουν.

Οι αλλεπάλληλες κρίσεις της τελευταίας δεκαπενταετίας δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν από την επιμονή στον θεσμοθετημένο νεοφιλελευθερισμό στο όνομα της δημοσιονομικής σταθερότητας. Με δεδομένο ότι οι πολιτικές της ΕΕ έως τώρα βασίζονταν στην κινητικότητα του κεφαλαίου, αυτό οδήγησε στην ανεπάρκεια και των θεσμών, παράλληλα προς τους δημοσιονομικούς περιορισμούς, να διαχειριστούν τις διαφορετικές κρίσεις των τελευταίων χρόνων αλλά και τις προκλήσεις του μέλλοντος.

Στο ισχύον πλαίσιο, πολλά κράτη μέλη αντιμετωπίζουν ή θα αντιμετωπίσουν πολύ σύντομα σοβαρό πρόβλημα βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους τους, ενώ την ίδια στιγμή οι κοινωνικές ανισότητες διαρκώς οξύνονται και οι Ευρωπαίοι πολίτες υφίστανται διαρκώς υποβάθμιση του βιοτικού τους επιπέδου.

Ταυτόχρονα, όπως επισημάνθηκε στο πλαίσιο του σεμιναρίου, αλλά και κατ’ επανάληψη από σημαντικούς οικονομολόγους και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών διεθνούς εμβέλειας, η «διπλή» μετάβαση, δηλαδή η οικολογική και η ψηφιακή, απαιτούν τεράστιες επενδύσεις και με τα ισχύοντα δημοσιονομικά δεδομένα φαντάζει αδύνατη η πραγματοποίησή τους. Για παράδειγμα, πριν μερικούς μήνες, πάνω από 180 συνδικάτα, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, think tanks -μεταξύ των οποίων και το ΙΝΠ- και ακαδημαϊκοί από όλη την Ευρώπη και πέραν αυτής, απηύθυναν ανοιχτή επιστολή προς τους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ζητώντας τη διαμόρφωση νέων οικονομικών αρχών στην Ένωση, που θα συμβάλουν στην αντιμετώπιση της κρίσης του κόστους ζωής και της οικολογικής κρίσης.[2]

Ελλείψει ενός πλαισίου που να επιτρέπει την πραγματική, κοινωνικά δίκαιη, περιβαλλοντικά βιώσιμη και οικονομικά διατηρήσιμη ανάπτυξη, τα κράτη καλούνται τελικά με διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και «quick fixes» να πετύχουν αυξητικούς ρυθμούς μεγέθυνσης, με απουσία μέριμνας για επεκτατικές δημοσιονομικές πολιτικές και γενναίες δημόσιες επενδύσεις.

Κατευθύνσεις και προτάσεις για ένα νέο δημοσιονομικό πλαίσιο και μια συνδυασμένη δημοσιονομική, νομισματική και αναπτυξιακή πολιτική στην ΕΕ

Με βάση όλα τα παραπάνω, η αλλαγή του μοντέλου σχεδιασμού της δημοσιονομικής πολιτικής της ΕΕ είναι πιο απαραίτητη από ποτέ. Αρχικά, η ενίσχυση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και γενικότερα η δημοκρατική νομιμοποίηση των θεσμών πρέπει να αποτελέσει βασική προτεραιότητα. Η κρίση εκπροσώπησης, καθώς οι Ευρωπαίοι πολίτες αισθάνονται αμέτοχοι στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, καθιστά αναγκαία την ενδυνάμωση της συμμετοχής τους, με στόχο την οικολογική πρόοδο και την κοινωνική δικαιοσύνη χωρίς αποκλεισμούς. Ταυτόχρονα, η ίδια η αλλαγή των συσχετισμών σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μέσα από συμμαχίες των προοδευτικών πολιτικών δυνάμεων αποτελούν το κλειδί προς μια δίκαιη και βιώσιμη Ευρώπη.

Η διαχείριση της μακροοικονομικής ανισορροπίας είναι ένα ακόμα σημαντικό βήμα. Κατά τη διάρκεια του σεμιναρίου συζητήθηκαν εκτενώς εναλλακτικοί οικονομικοί δείκτες, οι οποίοι εστιάζουν στην κοινωνική ευημερία και όχι μόνο σε στείρες αριθμητικές οικονομικές αποδόσεις. Οι δείκτες αυτοί -τους οποίους έχει αναλύσει διεξοδικά η πρόσφατη οικονομική έκθεση του ΙΝΠ[3]– θα μπορούσαν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά ή και να αντικαταστήσουν το ΑΕΠ ως σημείο αναφοράς, και επομένως να αποτελέσουν τη βάση για τη διαμόρφωση των κανόνων ενός νέου δημοσιονομικού συμφώνου σε επίπεδο ΕΕ, με αιχμή την κοινωνική δικαιοσύνη και την περιβαλλοντική βιωσιμότητα. Όπως σημειώθηκε και στο πλαίσιο του σεμιναρίου, άλλωστε, οι οικονομικές και κοινωνικές προτεραιότητες δεν πρέπει να αποτελούν αντιφατικά στοιχεία.

Η ΕΕ έκανε ένα σημαντικό βήμα με αφορμή την πανδημική κρίση, προβαίνοντας σε αμοιβαιοποίηση του χρέους της και στη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης. Θα μπορούσε λοιπόν αυτό να αποτελέσει ένα μόνιμο εργαλείο το οποίο θα προωθεί ευρωπαϊκά εγχειρήματα και μια διαδικασία ρύθμισης του δημόσιου χρέους, σε ριζικά διαφορετική βάση από τη λογική που διέπει το σημερινό Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, η οποία διαιωνίζει και διευρύνει τις ανισότητες εντός της ΕΕ. Άλλωστε, οι πρόσφατες τραγωδίες στην Ελλάδα με τις πυρκαγιές των καλοκαιρινών μηνών και τις καταστροφικές πλημμύρες των τελευταίων ημερών, σημαίνουν κόκκινο συναγερμό στις περιβαλλοντικές προκλήσεις των επόμενων χρόνων. Απαιτούνται γενναία πράσινα κονδύλια και δημόσιες επενδύσεις για να ελαχιστοποιούνται οι τραγωδίες που έχουμε μπροστά μας.

Ένα άλλο καθοριστικό στοιχείο, αν θέλουμε να οδεύουμε προς τη χάραξη ενός πλαισίου για την ΕΕ που θα αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τις πολλαπλές κρίσεις και προκλήσεις, είναι -όπως επισημάνθηκε στο πλαίσιο του σεμιναρίου- η ύπαρξη ενός συνδυασμού δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η οποία παίζει κομβικό ρόλο, θα πρέπει να ιεραρχεί ψηλά στην ατζέντα της την απασχόληση και τη σταθερότητα των τιμών με διαφάνεια στις διαδικασίες της και την πολιτική που ασκεί.

Καταλήγοντας, τα διαρθρωτικά προβλήματα του υφιστάμενου πλαισίου είναι πλέον σχεδόν προφανή, ειδικά μετά την εμπειρία των επάλληλων κρίσεων, όπως αναδείχθηκε και στο πλαίσιο του σεμιναρίου του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς. Ταυτόχρονα, αναδεικνύονται οι κομβικοί πυλώνες στους οποίους πρέπει να στηριχθεί το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ, με κεντρικό ζήτημα την ενίσχυση των δημοσίων δαπανών, με πράσινα και συμπεριληπτικά χαρακτηριστικά, καθώς αυτές αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι για να επιτευχθεί μακροοικονομική ισορροπία με κοινωνικό πρόσημο. Και φυσικά, αυτό πρωτίστως απαιτεί πολιτική συναίνεση και συνεργασία, ειδικά στο προοδευτικό πεδίο, κάτι που φαντάζει αρκετά δύσκολο, όχι όμως ουτοπικό.

(Η Ελευθερία Αγγέλη είναι οικονομολόγος, ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς)

[1] Βλ. ολόκληρο το report εδώ

[2] Βλ. περισσότερα εδώ

[3] Βλ. αναλυτικά εδώ

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
ΣΥΡΙΖΑ: Μια εκλογή που έγινε ντέρμπι - Η διάσπαση, τα διλήμματα και οι συμμαχίες στον δεύτερο γύρο
«Ραντεβού στα τυφλά» της ΕΛ.ΑΣ. με τους εκτελεστές των 6 Τούρκων στην Λούτσα - Στο κενό οι έρευνες
Chevron Right