Υπάρχει περίπτωση να πέσει η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη από μέσα; Ο πατέρας του πληρώθηκε με το νόμισμα της Αποστασίας του 1965. Στο δικό του ιστορικό υπάρχουν κάτι ψιλό-αποστασίες: από το «Ποτάμι» που διέλυσε και το ΠΑΣΟΚ που ήταν ήδη διαλυμένο. Είναι αυτό λόγος να τον τιμωρήσει η μοίρα της πολιτικής , με ριμέικ του 1993;
Σε κάθε περίπτωση ανατροπή εκλεγμένης κυβέρνησης θα είναι πολιτική ανωμαλία. Αλλά στην πολιτική δημιουργούνται και ανώμαλες καταστάσεις. Η τελευταία ήταν το 1993 -με τον ίδιο πρωταγωνιστή σε αντίστροφους ρόλους. Αλλά τότε συνέτρεχαν κάποιες «προϋποθέσεις».
Πρώτο. Ένα οικονομικό σύμπλεγμα -το χαρακτήρισε ο ίδιος «διαπλεκόμενα συμφέροντα»- που είχε συμβάλει στη νίκη Μητσοτάκη κατά του Ανδρέα Παπανδρέου, στην πράξη διαπίστωσε ότι ήταν ολέθριο και τον «απέσυρε». Ας μην έχουμε αυταπάτες: η επιταγή του Αριστείδη Αλαφούζου τελείωσε τον Μητσοτάκη, όχι το Μακεδονικό.
Δεύτερο. Υπήρχαν αφορμές. Η πραγματική ήταν η διεκδίκηση της πίτας του ΟΤΕ και άλλες «δουλειές» της εποχής. Η επιφανειακή, το Μακεδονικό- μετά την ελληνική αμέλεια στην κρίσιμη στιγμή των αποφάσεων στην κοινοτική Ευρώπη για τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας.
Τρίτο. Υπήρχε ένας φιλόδοξος δελφίνο ς στην κυβέρνηση και ένας ισχυρός αντίπαλος στην αντιπολίτευση. Ο αντίπαλος ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου: στήριξε τα συλλαλητήρια της εποχής ως απάντηση σ αυτόν που τον είχε βρει σε αδυναμία και τον έστειλε στο Ειδικό Δικαστήριο.
Ο δελφίνος ήταν ο Αντώνης Σαμαράς. Έδρασε ταυτόχρονα ως μετεμψύχωση του Παύλου Μελά, ως εκπρόσωπος του κατεστημένου- στο οποίο είχε κληρονομικές ρίζες- και ως απελευθερωτής της ΝΔ από τον «Οίκο» των Μητσοτάκηδων.
Τέταρτο. Υπήρχε Κοινοβουλευτική Ομάδα, στην οποία η επιρροή του αρχηγού ήταν οριακή.
Η ΝΔ είχε 150 βουλευτές-μετά την αποσκίρτηση των Σαμαρικών. Οι περισσότεροι έβλεπαν τον Μητσοτάκη ως μισθοφόρο που κλήθηκε για να διώξει τον ανίκητο Ανδρέα Παπανδρέου -και όχι ως παραταξιακό ηγέτη.
Ποιες από αυτές τις προϋποθέσεις υπάρχουν σήμερα; Λάθος ερώτηση. Το ζητούμενο είναι κατά πόσο μπορούν να ενεργοποιηθούν ταυτόχρονα, όπως το 1993. Απάντηση δεν υπάρχει.
Υπάρχει όμως η γενική πεποίθηση ότι ο σημερινός Πρωθυπουργός είναι όμηρος αυτών των προϋποθέσεων. Ακόμη και αν δεν ενεργοποιηθούν ποτέ, βρίσκεται πιασμένος στο δίκτυ που ο ίδιος προσπαθεί να πείσει ότι έχει δημιουργήσει για την Τουρκία λέγοντας: «οι κυρώσεις υπάρχουν για απειλή, όχι για να εφαρμόζονται».
Αυτή τη στιγμή δεν κινδυνεύει. Αλλά απειλείται. Είναι ο τυπικός ορισμός της ομηρίας στην πολιτική. Με την στρατολόγηση Γεραπετρίτη για να μεταφέρει ότι « δεν φοβάται και δεν εκβιάζεται», το επιβεβαίωσε.
Η ομηρία του συγκαλύπτεται προς το παρόν από τα φίλια ΜΜΕ, αλλά και από τη σιωπή των… βουλευτών! Όπως συγκαλύπτεται και η «ευπρεπής ισχύς» του Καραμανλή στα ελληνοτουρκικά -μετά την παρέμβαση του στο «Βελίδειο». Κυρίως όμως από την απουσία ενδιαφερόμενου να οργανώσει τώρα την πτώση της Βαστίλης.
Δεν παύει όμως να δεσμεύσει τον Πρωθυπουργό σε κάποιες αποφάσεις-αν δεν θέλει να ρισκάρει σύγκρουση . Μπορεί να λέει η Ντόρα ότι «κανείς βουλευτής δεν θα πάει κόντρα στον Πρωθυπουργό». Αλλά ούτε κι αυτός μπορεί να πάει κόντρα στη συνείδηση των βουλευτών.
Άλλωστε κρίνει ότι δεν είναι ώρα να αναμετρηθεί με τον Σαμαρά. Απόδειξη οι δυο ανασχηματισμοί που δεν έθιξαν τις εσωκομματικές ποσοστώσεις στην κυβέρνηση.
Φαίνεται και με την επ΄ αόριστον αναβολή της ψηφοφορίας στη Βουλή για την κύρωση των συμφωνιών που υπέργηρα με τον πρωθυπουργό της Βορείου Μακεδονίας Ζόραν Ζάεφ.
Τι θα απαντήσει σε κάποιον βουλευτή που θα του καταλαγιάσει ότι με τις Πρέσπες τους εξαπάτησε και τώρα τους λέει γραφικούς και ακροδεξιούς;
Ακόμη πιο δύσκολο είναι να υπογράψει με την Τουρκία συμφωνία που θα επιδέχεται την ερμηνεία ότι θίγει πάγια ελληνικά δικαιώματα κυριαρχίας- σχολάζοντα ή εν ενέργεια . Θα πρέπει να περάσει από τη Βουλή, είτε πριν είτε μετά την υπογραφή της και η πλειοψηφία δεν είναι δεδομένη, ανεξαρτήτως περιεχομένου.
Ωστόσο, όπως δεν νοείται πρωθυπουργός υπό εκβιασμό – αυτοκτονεί εκβιαζόμενος- έτσι δεν νοείται και πρωθυπουργός υπό ομηρία. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι Πρωθυπουργοί καταφεύγουν στη λαϊκή ετυμηγορία.
Το έκανε ο παλιός Μητσοτάκης και ο νεότερος Καραμανλής. Χρειάζεται υπερβολική δόση αφασίας-σαν αυτή που είχε ο Γιώργος Παπανδρέου το 2011- για να μην το κάνει ο Κυριάκος.
Μοιάζει σε πολλά στον έτερο «υιό του πατρός» που κυβέρνησε: από την προσωπική συμπεριφορά ,ως τη νοοτροπία ως την προσφυγή στο πολιτικό μάρκετινγκ που βάζει την επικοινωνία στη θέση της πολιτικής.
Αλλά μάλλον δεν σκοπεύει να γίνει ο δεύτερος στην Ιστορία που χάνει την πρωθυπουργία, χωρίς το κόμμα του να χάσει την πλειοψηφία στη Βουλή. Υπάρχει όμως μια λεπτομέρεια.
Οι άλλοι Πρωθυπουργοί ήταν όμηροι των βουλευτών τους, των «νταβατζήδων», ή των υπερατλαντικών. Αλλά είχαν το προνόμιο της προσφυγής στην κάλπη.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης τελεί και υπό την ομηρία της πανδημίας που του στερεί την ευχέρεια να το αξιοποιήσει την ώρα που θέλει…
Ο Γιώργος Λακόπουλος είναι δημοσιογράφος