Εκταμίευση περίπου 150 εκατομμυρίων ευρώ λιγότερων από το προβλεπόμενο, πολλές χιλιάδες προεγκρίσεις δανείων που «κόπηκαν» και είσοδος αρκετών δικαιούχων σε σπίτια «χρέπια». Αρκετά είναι τα προβλήματα που προκύπτουν από το στεγαστικό πρόγραμμα «Σπίτι μου», σύμφωνα με όσα μετέφεραν ειδικοί στο iEidiseis. Μάλιστα, δύο περίπου μήνες μετά την έναρξη υλοποίησης του προγράμματος «Σπίτι μου 2», πολλά από τα προβλήματα, φαίνεται πως παραμένουν.
«Αυξήθηκε το κόστος των ακινήτων»
Σύμφωνα με όσα σχολίασε στο iEidiseis ο Κωνσταντίνος Λιβέρης, πρόεδρος του Πανελλήνιου Συλλόγου Υπαλλήλων πρώην ΟΑΕΔ-ΟΕΕ-ΟΕΚ (ΠΑΝΣΥΠΟ), αναφορικά με το πρόγραμμα “Σπίτι μου”, «παρότι εγκρίθηκαν περισσότερα από 9 χιλιάδες δάνεια, αρκετοί δικαιούχοι δεν βρήκαν σπίτι. Αυτοί οι άνθρωποι θεωρούσαν ότι θα ήταν συμφέρουσα η προσφορά τους, όμως επειδή αυξήθηκε το κόστος των ακινήτων, η οποιαδήποτε μείωση του επιτοκίου, στο τέλος, επέβαινε εις βάρος τους».
Βάσει όσων ανακοίνωσε η ΔΥΠΑ τον Σεπτέμβριο του 2023, «από την έναρξη του προγράμματος στις 3 Απριλίου 2023 μέχρι σήμερα, υποβλήθηκαν περισσότερες από 40.000 αιτήσεις, εκ των οποίων 23.875 έλαβαν προέγκριση και 9.378 προχώρησαν στο στάδιο της έγκρισης… δεσμεύοντας 742. εκ. ευρώ από τον συνολικό προϋπολογισμό των 750 εκ. ευρώ της ΔΥΠΑ για το πρόγραμμα».
«Δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτυχία»
Έκτοτε, δεν φαίνεται να έχουν αλλάξει πολλά. Σε απάντηση που εξέδωσε το υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας στις 21 Φεβρουαρίου 2025, έπειτα από σχετική ερώτηση 14 βουλευτών, αναγράφεται ότι «μέχρι σήμερα συνολικά σε όλη τη χώρα έχουν εκταμιευθεί 7.681 δάνεια, 554 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ έχουν γίνει 8.986 υπαγωγές», σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα «ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ».
Από την πλευρά του, ο ΠΑΝΣΥΠΟ, θεωρεί πως δεδομένου ότι η ΔΥΠΑ «συμμετείχε στο πρόγραμμα με επιχορήγηση του 75% του εκάστοτε εγκεκριμένου δανείου, τα 554 εκ. ευρώ που έχουν εκταμιευθεί επί του συνόλου του δεσμευμένου ποσού των 750 εκατομμυρίων ευρώ έπειτα από δύο χρόνια που υλοποιείται το πρόγραμμα, δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτυχία». Άλλωστε, σύμφωνα με τον ΠΑΝΣΥΠΟ, έχουν υπαχθεί στο πρόγραμμα 1.014 λιγότερα δάνεια από αυτά που είχαν προβλεφθεί.
Σχετικά με το ποσό που έχει εκταμιευθεί έως τώρα, ο κ. Λιβέρης ανέφερε ότι «το πρόγραμμα έχει σχεδόν ολοκληρωθεί. Απομένουν ακόμη κάποιες εκκρεμότητες, οι οποίες θα οδηγήσουν στη συνολική εκταμίευση περίπου 600 εκατομμυρίων ευρώ. Και πάλι δηλαδή, θα υπολείπονται περίπου 150 εκατομμύρια ευρώ».
«Ήθελαν να δώσουν ελπίδα στον κόσμο»
Αναφορικά με το ότι σύμφωνα με τον ΠΑΝΣΥΠΟ, 14.497 αιτήσεις έλαβαν προέγκριση, αλλά στη συνέχεια «κόπηκαν», ο κ. Λιβέρης επεσήμανε ότι «η προέγκριση σημαίνει ότι πληροίς κάποιες ελάχιστες προϋποθέσεις, όπως τα εισοδηματικά κριτήρια και τα ηλικιακά όρια. Έπειτα όμως, οι εγκρίσεις περνάνε από την πιστοληπτική ικανότητα που έχουν ορίσει οι τράπεζες, δηλαδή συγκεκριμένα “φίλτρα”, τα οποία δεν πέρασαν αρκετοί άνθρωποι. Για παράδειγμα, όποιοι υπάγονται στον νόμο Κατσέλη, ή έχουν οφειλές, δεν είναι δικαιούχοι του προγράμματος».
Σχετικά με το αν θεωρεί πως ήταν μεγάλος ο αριθμός των αιτήσεων που κατατέθηκε, ο ίδιος δήλωσε ότι «πολλοί άνθρωποι, μολονότι δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις, επάνω στην απελπισία τους, υπέβαλαν αίτηση. Το πρόγραμμα εργαλειοποιήθηκε από την κυβέρνηση, προκειμένου να πουν πόσο πετυχημένο είναι. Ήθελαν να έχουν μεγάλο αριθμό αιτήσεων, προκειμένου να δώσουν ελπίδα στον κόσμο. Τα απολογιστικά στοιχεία όμως, αποτυπώνουν ότι δεν είναι πετυχημένο το πρόγραμμα».
«Μπήκαν σε “χρέπια”»
Απότοκο του προγράμματος, βάσει όσων σχολίασε ο κ. Λιβέρης, είναι «η αύξηση του κόστους στέγασης. Αυτό αποτυπώνεται στις εκθέσεις της Τράπεζας της Ελλάδος και πληθώρας μελετών που έχουν υλοποιηθεί για τα ενοίκια. Η υλοποίηση όλων αυτών των στεγαστικών προγραμμάτων, προκάλεσε πολύ περισσότερα προβλήματα από αυτά που έλυσε».
Βάσει ενημέρωσης της ΔΥΠΑ, την οποία επικαλείται ο ΠΑΝΣΥΠΟ, ο μέσος όρος ηλικίας των σπιτιών που δανειοδοτήθηκαν, ήταν 40 ετών. Όπως σχολίασε ο κ. Λιβέρης, «σε πολλές περιπτώσεις, οι δικαιούχοι βρήκαν παλιά σπίτια, “χρέπια”, σε υποβαθμισμένες περιοχές. Πώς μπορούμε λοιπόν να μιλάμε για αξιοπρεπή διαβίωση, όταν δίνονται σπίτια που θέλουν και επιπλέον χρήματα για ανακαίνιση;».
Αυτός είναι ο λόγος που ο ίδιος θεωρεί ότι «έπρεπε να είχαν ενσωματώσει στο πρόγραμμα την κατασκευή κατοικιών. Με αυτόν τον τρόπο, θα χτίζονταν πολλά καινούρια σπίτια στην περιφέρεια, ενώ το κόστος θα ήταν μικρότερο. Δεν το έπραξαν όμως, επειδή απέτυχαν σε όλο τον σχεδιασμό».
«Το ίδιο πρόβλημα με το “ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ 2”»
Σύμφωνα με όσα κατήγγειλε ο ΠΑΝΣΥΠΟ, μέχρι και σήμερα, δεν έχει πραγματοποιηθεί καμία αυτοψία από υπαλλήλους ελεγκτές της ΔΥΠΑ στα σπίτια που έχουν επιχορηγηθεί, αν κι αυτό προβλέπεται από τους όρους του προγράμματος. Πρόκειται για κάτι που σύμφωνα με τον κ. Λιβέρη αποτυπώνει ότι «δεν εξασφαλίστηκε ούτε η μη εμπορική εκμετάλλευση του σπιτιού από κάποιους κακοπροαίρετους, καθώς το πρόγραμμα αφορά την πρώτη κατοικία».
Το πρόγραμμα «Σπίτι μου 2», που υλοποιείται από τις αρχές της φετινής χρονιάς, έχει προϋπολογισμό συνολικού ύψους 2 δισεκατομμυρίων ευρώ, εκ των οποίων το ήμισυ θα χρηματοδοτηθεί από το τραπεζικό σύστημα.
Σχετικά με το «Σπίτι μου 2», ο κ. Λιβέρης ανέφερε ότι «κι αυτό έχει παρόμοια χαρακτηριστικά. Σε αυτό το πρόγραμμα δεν συμμετέχει στην επιχορήγηση η ΔΥΠΑ, αλλά οι τράπεζες και το Ταμείο Ανάκαμψης. Και πάλι όμως, έως τώρα, οι προεγκρίσεις και οι εγκρίσεις είναι λίγες. Κι αυτό επειδή παρουσιάζεται το ίδιο πρόβλημα: οι τιμές πώλησης είναι αυξημένες και η μειωμένη δόση, ως αποτέλεσμα του επιδοτούμενου επιτοκίου, δεν καταλήγει στην ουσία σε όφελος του δανειολήπτη».
«Η τιμή των ακινήτων αυξάνεται κατά 10%-15%»
Από την πλευρά του, ο Λευτέρης Ποταμιάνος, πρόεδρος του Συλλόγου Μεσιτών Αττικής, σχολίασε στο iEidiseis ότι «τα ακίνητα που προσφέρονται μέσω αυτής της διαδικασίας, είναι στην πραγματικότητα “ρετάλια”, που στην πλειονότητά τους, θα θέλουν μεγάλες ανακαινίσεις. Επίσης, οι τιμές τους θα είναι υψηλές εξαιτίας της υπερβάλλουσας ζήτησης».
Άλλωστε, όπως σχολίασε ο κ. Ποταμιάνος, «αυτό που συμβαίνει και με τα δύο αυτά προγράμματα, είναι ότι η τιμή των ακινήτων που εμπίπτουν σε αυτά, αυξάνεται κατά 10%-15%». Πρόκειται άλλωστε για κάτι που όπως εξήγησε, «είδαμε να συμβαίνει στο πρώτο πρόγραμμα. Οι τιμές ανέβηκαν και παραμένουν υψηλά, επειδή έφυγαν πολλά ακίνητα από την αγορά. Από που θα βρούμε καινούρια ακίνητα; Και τώρα, ενάμιση χρόνο μετά, βγαίνει το “ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ 2” και στρεβλώνει ξανά την αγορά».
Κλειστά ακίνητα
Μια λύση για την αναπλήρωση αυτών των ακινήτων, θα μπορούσε να ήταν η ένταξη στην αγορά των περίπου 900.000 κλειστών ακινήτων. Όπως όμως σχολίασε ο κ. Ποταμιάνος, «ο μεγάλος όγκος των κλειστών ακινήτων, είναι του Δημοσίου, των ιδρυμάτων, των τραπεζών και των funds. Εκεί πρέπει να στοχεύσει η κυβέρνηση και δεν αντιλαμβάνομαι γιατί δεν το πράττει».
Μάλιστα, όπως σχολίασε ο κ. Ποταμιάνος, τα περισσότερα από τα ακίνητα που εντάσσονται στο πρόγραμμα, «οι τράπεζες τα εκτιμούν σε χαμηλότερη τιμή από τον πελάτη. Κι αυτό επειδή οι τράπεζες εκτιμούν την εμπορική αξία κατά αντικειμενικό τρόπο, τη δεδομένη χρονική στιγμή. Δεν κοστολογούν περισσότερο εξαιτίας της μεγαλύτερης ζήτησης λόγω του προγράμματος, επειδή αυτή είναι μια έκτακτη συνθήκη. Άρα, οι δανειολήπτες, θα πρέπει να έχουν υπόψη τους, ότι θα καταβάλλουν και δικά τους χρήματα».
Μόλις το 22% των ακινήτων είναι διαθέσιμα
Σημειώνεται πως σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε ο Σύλλογος Μεσιτών Αττικής, σε σύνολο σχεδόν 63.000 ακινήτων (70τ.μ.-150τ.μ., κατασκευής μέχρι το 2007, τουλάχιστον 1ου ορόφου και αξίας έως 250.000 ευρώ), διαθέσιμα για το πρόγραμμα ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ 2 είναι λίγο περισσότερα από 13.000.
Δεν είναι όμως ότι μόλις το 22% των ακινήτων είναι διαθέσιμα, αλλά και ότι σύμφωνα με τον κ. Ποταμιάνο, αυτά εντοπίζονται κυρίως «σε περιοχές που θεωρούνταν περισσότερο υποβαθμισμένες τα προηγούμενα χρόνια, όπως η Κυψέλη, τα Πατήσια, το Παγκράτι, τα Σεπόλια και ο Κολωνός. Φυσικά εξαιρούνται πολλές περιοχές όπως μεταξύ άλλων, το Παγκράτι, το Κολωνάκι, η Νέα Σμύρνη, το Παλαιό Φάληρο, το Χαλάνδρι, το Μαρούσι και η Κηφισιά. Το σίγουρο είναι ότι το να βρεις ένα σπίτι ανακαινισμένο και σε σχετικά καλή τιμή, είναι λαχείο».