Την απόφαση να καταθέσει στη Βουλή το διάδοχο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας κατά την ερχόμενη Παρασκευή και χωρίς να έχει υπάρξει συμφωνία με τους θεσμούς, έλαβε η κυβέρνηση. Η κυβέρνηση, εντός της οποίας υπάρχει σύμπνοια για αυτήν την κίνηση, σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες, θα καταθέσει το σχετικό κείμενο, το οποίο θα είναι στη βάση της συμφωνίας κυβέρνησης – τραπεζών, όπως ανέφεραν κυβερνητικές πηγές.
Σύμφωνα με πληροφορίες, κάποιοι εκ των θεσμών δεν συμφωνούν με τα όρια που τίθενται (αντικειμενική αξία έως 250.000 ευρώ, εισόδημα έως 31.000 ευρώ, όριο οφειλής 130.000 ευρώ), θεωρώντας ότι δεν εκπληρώνουν τη συνθήκη που θέλει το νέο καθεστώς να καλύπτει μόνο όσους έχουν πραγματική ανάγκη. Ωστόσο, κυβερνητικές πηγές ανέφεραν ότι το τελικό κείμενο θα εμπεριέχει τα παραπάνω όρια . Όπως αναφέρουν οι ίδιες πηγές, μέχρι την Παρασκευή θα συνεχιστεί η συζήτηση με τους εποπτικούς θεσμούς του τραπεζικού συστήματος για την αποσαφήνιση τεχνικών λεπτομερειών.
Το όριο οφειλής που… επιθυμούν οι θεσμοί για την προστασία της πρώτης κατοικίας δανειοληπτών με στεγαστικό δάνειο ανέρχεται στις 100.000 ευρώ. Όσο για το προστατευόμενο ύψος της αντικειμενικής αξίας της πρώτης κατοικίας, αυτό ορίζεται στις 180.000 ευρώ για τον άγαμο έως τις 230.000 ευρώ για πενταμελή οικογένεια. Αξίζει να σημειωθεί ότι το πλαίσιο προστασίας που συζητείτο μέχρι πρότινος και στο οποίο είχαν συμφωνήσει κυβέρνηση και τράπεζες έκανε λόγο για συνολική οφειλή με εξασφάλιση την πρώτη κατοικία στις 130.000 ευρώ και αντικειμενική αξία πρώτης κατοικίας 250.000 ευρώ.
Τηλεδιασκέψεις
Τις επόμενες ημέρες θα συνεχίσουν να πραγματοποιούνται συνεχώς συζητήσεις μεταξύ όλων των πλευρών, διότι το καλύτερο σενάριο θα ήταν να μην υπάρξουν αναταράξεις. Πάντως, η εικόνα των αγορών και των επιτοκίων των ελληνικών ομολόγων δείχνουν ότι έχει ληφθεί το μήνυμα πως η ελληνική οικονομία ολοένα και ανακάμπτει. Συνεπώς, δεν προκύπτει προφανής λόγος για να δημιουργήσει αναταράξεις είτε η Κομισιόν, είτε η ΕΚΤ, προβάλλοντας αιτιάσεις, οι οποίες δείχνουν μάλλον πολιτική σκοπιμότητα, παρά τεχνοκρατική ευθυκρισία. Ποιον θα συνέφερε άραγε να οδηγηθεί η Ευρώπη σε ευρωεκλογές με “ανοιχτά” ελληνικά ζητήματα, όταν όλα υψηλόβαθμα στελέχη της Κομσιόν κάνουν λόγο για επιτυχία της Ελλάδας και ανάκαμψη της οικονομίας.
Εκπληρώθηκαν τα προαπαιτούμενα
Άλλωστε, πληροφορίες ανέφεραν ότι έχουν εκπληρωθεί όλα τα υπόλοιπα προαπαιτούμενα της δεύτερης μεταμνημονιακής αξιολόγησης, η οποία θα οδηγήσει στην επιστροφή 1 δισ. ευρώ από κέρδη ομολόγων των ευρωπαικών κεντρικών τραπεζών (προκύπτουν από διακράτηση ελληνικών ομολόγων), ως μέρος της συμφωνίας για το χρέος. Λίγο έως πολύ αυτό σημαίνει ότι είναι θέμα πολιτικής διαχείρισης του Eurogroup αν η ρύθμιση της συνέχισης της προστασίας της πρώτης κατοικίας θεωρηθεί πολιτικά ως προαπαιτούμενο.
Άλλωστε, όπως σημείωναν χθες ευρωπαικές πηγές, α απόφαση ανήκει στην Ελλάδα, η οποία είναι πλέον εκτός προγράμματος ωστόσο έχει αναλάβει δεσμεύσεις, στις οποίες δεν πρέπει η όποια απόφαση για την προστασία της πρώτης κατοικίας να έχει αρνητικό αντίκτυπο και να υπάρξουν παρεκκλίσεις. Εκτός από την ΕΚΤ, σημειώνουν, έχει λόγο και η ευρωπαϊκή αρχή DGcom προκειμένου να δώσει το πράσινο φώς για την κρατική επιχορήγηση που θα αποφασίσουν οι πολιτικοί.
Οι…αποστάσεις
Ένα από τα ζητήματα που εγείρουν οι θεσμοί (σημειωτέον κυβέρνηση και ελληνικές τράπεζες είχαν καταλήξει σε όλα) είναι δημοσιονομικό, όπως τόνισε χθες και ο επικεφαλής των τεχνικών κλιμακίων της Κομισιόν Ντέκλαν Κοστέλο, μιλώντας σε εκδήλωση του ΙΟΒΕ. Το κόστος που θα πρέπει να καλύψει ο προϋπολογισμός ανέρχεται στα 800 εκατ. ευρώ έως το 2022, κάτι το οποίο η ελληνική πλευρά έχει ήδη προυπολογίσει.
Το άλλο ζήτημα που εγείρει η ευρωπαική πλευρά είναι νομικό και συνδέεται με το πώς θα αποφευχθούν οι δυσλειτουργίες του παλαιού νόμου Κατσέλη με τις πολύμηνες διαδικασίες και τις δυνατότητες εφέσεων, ενώ γίνεται λόγος και για δυνατότητα παρείσφρυσης στρατηγικών κακοπληρωτών, ωστόσο η κυβέρνηση έχει δώσει τις απαραίτητες απαντήσεις και στο ζήτημα αυτό.
Το τελευταίο μέτωπο είναι και το πιο σημαντικό μέτωπο, καθότι συνδέεται με τη λεγόμενη περίμετρο, δηλαδή με τα όρια όσων θα ενταχθούν στις διατάξεις του νόμου. Σε αυτό το πεδίο εκφράζονται επιφυλάξεις για τα επιχειρηματικά δάνεια αλλά και για τα περιουσιακά κριτήρια, κάτι το οποίο φαίνεται πως δε διαπραγματεύεται η ελληνική πλευρά.