Συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και μετά τη λήξη της αυξημένης εποπτείας με μείωση του χρέους και των «κόκκινων δανείων» των τραπεζών, θέτει ως προαπαιτούμενα για την αναβάθμιση του αξιόχρεου η ΕΚΤ, κοιτώντας όχι μόνο στις τράπεζες αλλά και στην πλευρά της κυβέρνησης… Τα δημοσιοποίησε παντού, ο επικεφαλής της αποστολής της ΕΚΤ στην Ελλάδα Martin Bijsterbosch.
Το αποτέλεσμα είναι οι δηλώσεις του να κάνουν το γύρο της Ευρώπης, με τη γραπτή συνέντευξη που παραχώρησε στο αμερικανικό Bloomberg να έχει περίοπτη θέση. Αν και ο Martin Bijsterbosch μίλησε θετικά για τις ελληνικές τράπεζες και την προσπάθεια μείωσης των «κόκκινων δανείων» που έχουν κάνει, από την άλλη επέμεινε ότι οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να συνεχιστούν, για να έρθει η αναβάθμιση του αξιόχρεου.
Η αναβάθμιση του αξιόχρεου είναι πολύ σημαντική, γιατί είναι ξεκάθαρο ότι οι οικονομίες έχουν μπει σε φάση ανόδου των επιτοκίων. Το κόστος του δανεισμού για την ελληνική οικονομία έχει ήδη αυξηθεί και οι συνθήκες μπορεί να επιδεινωθούν περαιτέρω από την αλλαγή της πολιτικής της ΕΚΤ.
Αν η ελληνική οικονομία θέλει να δανείζεται με λογικά επιτόκια θα πρέπει να ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα και ο στόχος είναι δυσκολότερος αφού οι οίκοι αξιολόγησης διατηρούν δύο κλίμακες χαμηλότερα από την επενδυτική βαθμίδα την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας, με το προστατευτικό δίχτυ της ΕΚΤ να φαίνεται ότι θα παραμείνει μικρότερο διάστημα για την Ελλάδα.
Έτσι η Ελλάδα θα πρέπει να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις ακόμη και μετά το τέλος της περιόδου της αυξημένης εποπτείας από τους πιστωτές, ώστε να βοηθήσει στην αναβάθμιση της αξιολόγησης του χρέους της δήλωσε ο Martin Bijsterbosch, επικεφαλής της αποστολής της ΕΚΤ.
«Η διαδικασία ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας μπορεί να υποστηριχθεί από μια συνεπή στρατηγική με πολιτικές που θα αντιμετωπίζουν τις εναπομένουσες ανισορροπίες της ελληνικής οικονομίας», αναφέρει ο ίδιος σε γραπτή απάντηση στις ερωτήσεις του Bloomberg.
Αυτές οι ανισορροπίες προέρχονται από το υψηλό δημόσιο χρέος και τα προβλήματα στις τράπεζες της χώρας, αναφέρει. Οι μεταρρυθμίσεις που απομένουν περιλαμβάνουν τον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης και την ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Το Bloomberg αναφέρει, ότι η Ελλάδα υπόκειται στη λεγόμενη ενισχυμένη επιτήρηση από τους επίσημους πιστωτές της από το 2018, όταν ολοκλήρωσε το τρίτο πρόγραμμα διάσωσης. Αν και η διαδικασία δεν αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι τον Αύγουστο, οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων ήδη αυξάνονται στο υπόβαθρο μιας αυστηρότερης νομισματικής πολιτικής από την ΕΚΤ φέτος.
Οι δηλώσεις στο Bloomberg
«Παρά τις δυσκολίες από την πανδημία, οι ελληνικές αρχές προχώρησαν με την υλοποίηση μιας μεταρρυθμιστικής ατζέντας κάτι που αναμένεται να ενισχύσει τα θεμέλια για την οικονομική ανάπτυξη», σύμφωνα με τον Bijsterbosch, ο οποίος κάλεσε την ελληνική κυβέρνηση να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις «και μετά το τέλος της διαδικασίας ενισχυμένης εποπτείας».
Είπε ότι το σχέδιο της Ελλάδας, να χρησιμοποιήσει τα κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την πανδημία είναι «εξαιρετικό», σημειώνοντας ότι θα μπορούσε να βοηθήσει στη βελτίωση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας. Η Ελλάδα παραμένει δύο βαθμίδες μακριά από την επενδυτική βαθμίδα. Ένα επίπεδο που πρέπει να ανακτήσει το αργότερο το 2023, αναφέρει το Bloomberg.
Το εθνικό σχέδιο για την βοήθεια της Ε.Ε. – το οποίο είναι γνωστό ως Ελλάδα 2.0 και περιλαμβάνει τη χρηματοδότηση πράσινων και ψηφιακών πρωτοβουλιών – αντιμετωπίζει μεγάλα και μακροχρόνια τρωτά σημεία της ελληνικής οικονομίας και περιλαμβάνει σημαντικά ποσά κοινοτικής χρηματοδότησης», αναφέρει ο Bijsterbosch.
Στον χρηματοπιστωτικό τομέα, η μεγαλύτερη πρόκληση παραμένουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, τα οποία αν και μειώθηκαν από το υψηλό των 107 δισ. ευρώ το 2016, παρέμειναν στα 21 δισ. ευρώ περίπου τον Σεπτέμβριο.
Ο Bijsterbosch αναφέρει την «ουσιαστική πρόοδο» από τις τράπεζες στη μείωση των κόκκινων δανείων, ενώ την ίδια στιγμή, ο αντίκτυπος της πανδημίας στο νέο δανεισμό είναι μέχρι τώρα περιορισμένος. Ακόμα και έτσι, τονίζει ότι οι τράπεζες πρέπει να «επιταχύνουν τον ρυθμό» της αναδιάρθρωσης ή να αναζητήσουν άλλες λύσεις για την αντιμετώπιση του ζητήματος.
«Τα μη αναδιαρθρωμένα επισφαλή δάνεια, ακόμη και αν δεν είναι πλέον στο τραπεζικό σύστημα, εξακολουθούν να αποτελούν βάρος», δηλώνει. ‘Άλλες προκλήσεις που ανάφερε ο Bijsterbosch είναι:
- Ενώ το νέο πλαίσιο αφερεγγυότητας είναι ένα σαφές βήμα προόδου, το λεγόμενο σύστημα πώλησης και επαναμίσθωσης (sale and lease-back) μένει ακόμα να ολοκληρωθεί
- Πρέπει να γίνουν περισσότερα για την εκκαθάριση του όγκου των μακροχρόνιων υποθέσεων αφερεγγυότητας των νοικοκυριών
- Η καθυστέρηση στην πληρωμή των κρατικών εγγυήσεων πρέπει να αντιμετωπιστεί ταχύτερα
- Τα ευρωπαϊκά δάνεια που σχετίζονται με την πανδημία θα πρέπει να χορηγούνται με βάση έγκυρες οικονομικές εκτιμήσεις, ενώ η χρηματοδότηση θα πρέπει επίσης να παρέχεται σε υγιείς μικρότερες επιχειρήσεις χωρίς άλλες πηγές χρηματοδότησης.