Media

Squid Game: The Challenge – «Γιατί μας αρέσει να βλέπουμε διαγωνιζόμενους να υποφέρουν και να ταπεινώνονται;»

Δημιουργείται το ερώτημα εάν το Squid Game: The Challenge του Netflix είναι ένα ανήθικο ριάλιτι ή μια νέα μορφή ψυχαγωγίας – Ειδικοί απαντούν.

Αν θέλετε να παρακολουθήσετε έναν άνθρωπο να κλαίει και σχεδόν να κάνει εμετό από το άγχος – και φαίνεται ότι εκατομμύρια από εμάς το θέλουν – το Netflix σάς καλύπτει με την τελευταία του επιτυχία. Σύμφωνα με ανεπίσημες μετρήσεις, από τα πρώτα πέντε επεισόδια του Squid Game: The Challenge που διατέθηκαν την περασμένη εβδομάδα, το εθιστικό ριάλιτι έχει βρεθεί στην κορυφή σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου.

Συγκεκριμένα, το ριάλιτι είναι εμπνευσμένο από το «Squid Game» («Παιχνίδι του καλαμαριού»), ένα δυστοπικό δράμα το οποίο κυκλοφόρησε στο Netflix το 2021 και έγινε η πιο δημοφιλής σειρά της πλατφόρμας, σύμφωνα με τα στοιχεία του. Στη νοτιοκορεατική σειρά, 456 άνθρωποι που χρειάζονται απεγνωσμένα χρήματα, συμμετέχουν σε έναν μυστικό και θανάσιμο διαγωνισμό εξόντωσης που βασίζεται σε παιδικά παιχνίδια – ο τελευταίος παίκτης που επιβιώνει, κερδίζει ένα χρηματικό έπαθλο 45,6 δισεκατομμυρίων γουόν Νότιας Κορέας. Στην πορεία της σειράς αποκαλύπτεται ότι ο διαγωνισμός γίνεται για πλούσιους ανθρώπους. Η σειρά, όπως αναφέρει ο Νιλ Άρμστρονγκ σε σχετικό άρθρο του στο BBC, έχει ερμηνευτεί ευρέως ως σάτιρα του καπιταλισμού.

Επισημαίνεται ότι τα επόμενα τέσσερα επεισόδια του «Squid Game: The Challenge» έγιναν διαθέσιμα την Τετάρτη (29/11) και το μεγάλο φινάλε του ριάλιτι, με έπαθλο τα 4,56 εκατομμύρια δολάρια, θα προβληθεί στην πλατφόρμα του Netflix στις 6 Δεκεμβρίου 2023.

Όσον αφορά στο «Squid Game: The Challenge», τα παιχνίδια αναδημιουργήθηκαν σε τεράστια σκηνικά στο Ηνωμένο Βασίλειο με 456 διαγωνιζόμενους (κυρίως από τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο) να ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλον για να κερδίσουν το έπαθλο ύψους 4,56 εκατομμυρίων δολαρίων που θα αλλάξει τη ζωή τους και θα αποτελέσει ρεκόρ για τηλεπαιχνίδι. Το «Squid Game: The Challenge» αναπαράγει εξαιρετικά τη δομή και την αισθητική της σειράς και προσθέτει, επίσης, μερικές δικές του ανατροπές. Είναι πολύ συναρπαστικό θέαμα, αλλά θέτει και ερωτήματα σχετικά με το τι συνιστά ψυχαγωγία.

Προφανώς, το «Squid Game: The Challenge» δεν έχει θανατηφόρο στοιχείο, αλλά αποδεικνύεται, όπως είναι αναμενόμενο, ότι οι άνθρωποι είναι διατεθειμένοι να γίνουν αρκετά αδίστακτοι και δυσάρεστοι προκειμένου να πάρουν στα χέρια τους 4,56 εκατ. δολάρια. Οι λεγόμενες «συμμαχίες» προδίδονται, οι μακιαβελικές ραδιουργίες ανταμείβονται και ίσως δούμε ακόμη οικογενειακές σχέσεις να δοκιμάζονται. Επιπλέον, έχει αναφερθεί ότι δύο διαγωνιζόμενοι απειλούν τώρα με νομικές ενέργειες για υποτιθέμενους τραυματισμούς που υπέστησαν κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, αν και ένας εκπρόσωπος του ριάλιτι δήλωσε: «Δεν έχει κατατεθεί καμία αγωγή από κανέναν από τους διαγωνιζόμενους του “Squid Game”. Λαμβάνουμε εξαιρετικά σοβαρά υπόψη την ευημερία των διαγωνιζομένων μας».

Γράφοντας στο Psychology Today, η ψυχολόγος Δρ Πάμελα Ράτλετζ προτείνει ότι το ριάλιτι είναι «ηθικά αμφισβητήσιμο» και υποστηρίζει το εξής: «Το “Squid Game: The Challenge” μετατρέπει την αρχική σειρά, στην οποία η βία ήταν ένα κάλεσμα για δράση ενάντια στην ανισότητα, δηλαδή η βία ήταν μια μεταφορά σε ένα δράμα για τη φτώχεια και την κοινωνική ανισότητα, σε ένα όχημα που προωθεί το αντίθετο: Ένα “παιχνίδι” μεταξύ πραγματικών ανθρώπων, στο οποίο η αδίστακτη συμπεριφορά και η έλλειψη ενσυναίσθησης είναι απαραίτητες για ένα μεγάλο κέρδος». Πρέπει να αισθανόμαστε άσχημα που βλέπουμε διαγωνιζόμενους να υποφέρουν και να ταπεινώνονται σε μια παγκόσμια πλατφόρμα;

Στο βιβλίο του με τίτλο «The Age of Static» («Η εποχή της στατικότητας») για το πώς η τηλεόραση επηρέασε την κοινωνία, ο κριτικός Φιλ Χάρισον έγραψε για την πρώτη βρετανική σεζόν του «Big Brother» το εξής: «Έγινε ξεκάθαρο ότι στα καλύτερά του, αυτό το πράγμα είχε ό,τι χρειαζόταν για να ανταγωνιστεί, και ενδεχομένως να ξεπεράσει, τη μυθοπλασία”. Το ίδιο αισθάνεται και για το «Squid Game: The Challenge».

«Μια αντιστροφή αυτού που αντιπροσώπευε η σειρά»

«Είναι τρομερά διασκεδαστικό και το είδα με τη μία», δήλωσε ο Φιλ Χάρισον στο BBC Culture, προσθέτοντας: «Το παρακολουθούσα, επίσης, με κάποιες ενοχές. Νομίζω ότι το πρόβλημα, όπως και να έχει, είναι ότι η δραματική σειρά είναι μια τόσο οξεία σάτιρα της αδίστακτης συμπεριφοράς του ύστερου καπιταλισμού ενώ, όταν παίζεται στην πραγματικότητα, χάνει τα σατιρικά ερείσματα και γίνεται αυτό εναντίον του οποίου καταφερόταν το δράμα».

Ακόμα, ο ίδιος τόνισε: «Στο βιβλίο μου μιλάω για το τροπάριο του “τελευταίου επιζώντος” – την αντίληψη [που προωθούν τα ριάλιτι] ότι η ανταγωνιστικότητα με αιχμηρά τόξα είναι η μόνη εφικτή οδός προς την προσωπική ολοκλήρωση – και πως μοιάζει πολύ συμβολική για την εποχή μας όσον αφορά στο πόσοι άνθρωποι χάνουν σε αντίθεση με το πόσοι τελικά κερδίζουν. Το βλέπετε σε σειρές όπως το «The Apprentice» και το «Big Brother» και σε ταινίες όπως το «Hunger Games». Αυτό μοιάζει με την απόλυτη έκφρασή του, πράγμα που είναι ειρωνικό, επειδή είναι μια αντιστροφή αυτού που υποθέτω ότι ήταν η πρόθεση της σειράς.

Επίσης, ο κριτικός σημείωσε: «Υπήρχαν μερικές στιγμές [στα πρώτα πέντε επεισόδια] τις οποίες βρήκα πραγματικά αρκετά δύσκολο να παρακολουθήσω και ανησυχούσα αρκετά για την ευημερία των εμπλεκομένων, αλλά αυτή η ακρότητα είναι – υποψιάζομαι – χαρακτηριστικό γνώρισμα και όχι κάποιο λάθος, δηλαδή είναι ένας από τους λόγους που είναι τόσο συναρπαστικό».

«Θέλουμε να είμαστε μέρος της ποπ κουλτούρας»

Με άλλα λόγια, είμαστε όλοι σαδιστές, που απολαμβάνουμε τον ανθρώπινο πόνο παρακολουθώντας τον από την ασφάλεια του καναπέ μας; Όχι απαραίτητα, λέει η Δρ Σάντρα Γουίτλι, κοινωνική ψυχολόγος και μέλος της Βρετανικής Ψυχολογικής Εταιρείας, η οποία πιστεύει ότι μας απορροφά η παρακολούθηση μιας σειράς όπως το «Squid Game: The Challenge» για λιγότερο προφανώς κακόβουλους λόγους, όπως το να είμαστε μέρος μιας ευρύτερη πολιτιστικής συζήτησης (του λεγόμενου pop culture).

«Ο κόσμος λάτρεψε το “Squid Game” και αυτό βασίζεται στη φήμη της σειράς. Είναι νέο και συναρπαστικό και λίγο ριψοκίνδυνο», λέει ο η Σάντρα Γουίτλι στο BBC Culture, συμπληρώνοντας το εξής: «Γίνεται viral εξαιτίας της προφορικής φήμης και, στη συνέχεια, οι άνθρωποι φοβούνται μήπως μείνουν έξω. Τους αρέσει να συμβαδίζουν με τα πράγματα, να αισθάνονται μέρος του κοπαδιού. Όταν βρίσκεσαι στη στάση του λεωφορείου ή στην ουρά στην καντίνα ή στην παμπ, κάποιος μπορεί να πει: “Είδες το ‘Squid Game: The Challenge’;” και αν δεν το έχεις δει, θα σου πουν: “Θεέ μου, πρέπει να το δεις!”».

Ακόμα, η ίδια σημειώνει ότι «μας αρέσει να μπορούμε να μιλάμε για πράγματα που έχουμε κοινά, μας δίνει κάποιο κοινωνικό δέσιμο».

Τι λέει η παραγωγή του «Squid Game: The Challenge»

Πάντως, οι ιθύνοντες του ριάλιτι επισημαίνουν ότι όλοι οι διαγωνιζόμενοι ήθελαν να είναι εκεί και ότι ελέγχθηκε η καταλληλότητά τους για συμμετοχή κατά τη διαδικασία της επιλογής. 

Ο Τζον Χέι, διευθύνων σύμβουλος της The Garden, μιας από τις δύο βρετανικές εταιρείες παραγωγής που βρίσκονται πίσω από το ριάλιτι, είπε στο BBC Culture: «Ελπίζουμε ότι ο κόσμος παρακολουθεί κατανοώντας ότι φροντίζουμε σωστά όλους αυτούς τους ανθρώπους και ότι αυτό που βλέπετε είναι η πίεση ενός παιχνιδιού. Κάναμε ό,τι μπορούσαμε και έπρεπε για να διασφαλίσουμε ότι η πίεση θα ήταν σε ανεκτό όριο».

Σχετικά με τον Σπένσερ, δηλαδή με τον διαγωνιζόμενο που έβαλε τα κλάματα στο δεύτερο επεισόδιο, ο Τζον Χέι ανέφερε: «Υπήρξε παρακολούθηση με τον Σπένσερ μέχρι τη μετάδοση του ριάλιτι για να βεβαιωθούμε ότι ήταν ευχαριστημένος με το πρόγραμμα».

Ο Στίφεν Λάμπερτ, επικεφαλής του Studio Lambert, της άλλης εταιρείας παραγωγής που βρίσκεται πίσω από το ριάλιτι, τόνισε στο BBC Culture ότι αυτό που πραγματικά κάνει τους τηλεθεατές να πατούν το κουμπί του επόμενου επεισοδίου είναι «η εύρεση αφηγήσεων με τις οποίες το κοινό θα ταυτιστεί, καθώς και η διακοπή στο σημείο, στο οποίο απλά θέλεις να μάθεις τι θα συμβεί στη συνέχεια». Η εύρεση αυτών των αφηγήσεων, όταν οι υπεύθυνοι του προγράμματος δεν γνώριζαν ποιοι διαγωνιζόμενοι θα επικρατήσουν, ήταν μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις του ριάλιτι.

Χαρακτηριστικά, ο Στίφεν Λάμπερτ είπε: «Η εκπομπή σπάει όλους τους κανόνες της τηλεόρασης που ακολουθεί ένα σενάριο – οποιασδήποτε τηλεόρασης στην πραγματικότητα. Δεν μπορείς να προσελκύσεις το κοινό αν δεν επικεντρωθείς σε έναν σχετικά μικρό αριθμό χαρακτήρων και εμείς ξεκινούσαμε με 456. Έτσι, η πρόκληση από πλευράς γυρισμάτων, αλλά κυρίως από πλευράς μοντάζ, ήταν να βρούμε σε ποιον θα επικεντρωθούμε. Το πρόβλημα ήταν ότι δεν μπορείς να κινηματογραφήσεις τους πάντες ταυτόχρονα, παρ’ όλο που είχαμε πολλές κάμερες. Ως εκ τούτου, έπρεπε πάντα να επικεντρώσουμε τις προσπάθειές μας σε έναν συγκεκριμένο αριθμό, και πολύ συχνά οι άνθρωποι που θεωρούσαμε ενδιαφέροντες και ακολουθούσαμε την αφήγησή τους, ξαφνικά αποκλείονταν».

Ο Τιμ Χάρκορτ, δημιουργικός διευθυντής του Studio Lambert, υποδηλώνει μάλιστα ότι στην πραγματικότητα υπάρχει πολλή καλοσύνη. «Νομίζω ότι θα περίμενε κανείς πολλοί άνθρωποι να σκαρφαλώνουν πάνω από τους άλλους και να είναι βίαιοι και ενώ υπάρχουν στιγμές στις οποίες οι άνθρωποι είναι όντως βίαιοι, κατά βάθος οι άνθρωποι είναι ουσιαστικά καλοί και ευγενικοί και συνεργάσιμοι και κοινωνικοί και στοχαστικοί», ανέφερε ο ίδιος χαρακτηριστικά.

https://youtu.be/oz_Hb0z2TI8

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Δημήτρης Πιατάς: Όταν πέθανε ο Βλάσσης Μπονάτσος το αισθάνθηκα
Καταργείται η διάταξη για απλή δυσφήμηση - Απειλή φυλάκισης για δημοσιογράφους που ασκούν σκληρή κριτική
Chevron Right