Ο Τζο Μπάιντεν προέτρεψε την Παρασκευή (4/10) το Ισραήλ να μην χτυπήσει τις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις του Ιράν, μια ημέρα αφότου είπε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής συζητούν το ενδεχόμενο τέτοιων επιδρομών.
«Αν ήμουν στη θέση τους, θα σκεφτόμουν άλλες εναλλακτικές από το να χτυπήσω πετρελαιοπηγές», είπε ο πρόεδρος των ΗΠΑ στους δημοσιογράφους, προσθέτοντας ότι πιστεύει πως το Ισραήλ δεν έχει καταλήξει ακόμη στο πώς θα απαντήσει στο Ιράν.
Ο Μπάιντεν, σε συνέντευξη Τύπου στον Λευκό Οίκο, σημείωσε ότι ΗΠΑ και Ισραήλ είναι σε συνεχή επαφή και πρόσθεσε ότι προσπαθεί να «συσπειρώσει τον υπόλοιπο κόσμο» για να επιτευχθεί ειρήνη στη Μέση Ανατολή.
«Το κυριότερο για να αποφύγουμε τον ολοκληρωτικό πόλεμο είναι να συσπειρώσουμε τους συμμάχους για να τον περιορίσουμε», τόνισε χαρακτηριστικά. Έστειλε, μάλιστα, μήνυμα στον Μπενιαμίν Νετανιάχου να μην ξεχάσει ότι καμία κυβέρνηση δεν έχει βοηθήσει περισσότερο το Ισραήλ από τη δική του.
Ανησυχία Μπάιντεν για την αντίδραση Τραμπ, εάν ηττηθεί στις εκλογές
Επίσης, ο Τζο Μπάιντεν δήλωσε πεπεισμένος ότι οι επικείμενες προεδρικές εκλογές θα είναι «ελεύθερες και δίκαιες», αλλά ανησυχεί για την αντίδραση του Ρεπουμπλικάνου υποψηφίου, Ντόναλντ Τραμπ, σε περίπτωση που εκείνος ηττηθεί.
Ο Αμερικανός πρόεδρος σχολίασε ότι «δεν γνωρίζει» αν οι εκλογές της 5ης Νοεμβρίου θα είναι «ειρηνικές», λόγω της συμπεριφοράς του Τραμπ.
«Τα πράγματα που έχει πει ο Τραμπ και εκείνα που έλεγε την τελευταία φορά που δεν του άρεσε το εκλογικό αποτέλεσμα ήταν πολύ επικίνδυνα. Επομένως, ανησυχώ για το τι θα κάνουν» οι Ρεπουμπλικάνοι, είπε ο Δημοκρατικός πρόεδρος, μιλώντας σε δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο.
Μακελειό στη Δυτική Όχθη: 18 νεκροί από τι ισραηλινό χτύπημα
Ωστόσο, αυτό για το οποίο έχει να αγχώνεται περισσότερο ο Μπάιντεν σε αυτήν την περίοδο, είναι η στάση της ισραηλινής κυβέρνησης, η οποία φαίνεται ότι δεν λαμβάνει υπόψιν τις προτροπές των ΗΠΑ να μην κλιμακώσουν τον πόλεμο που διεξάγουν σε αρκετά μέτωπα στη Μέση Ανατολή.
Το βράδυ της Πέμπτης 3 Οκτωβρίου, σύμφωνα με το παλαιστινιακό υπουργείο Υγείας, ισραηλινό «παράνομο αεροπορικό πλήγμα» σε προσφυγικό καταυλισμό στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη προκάλεσε τον θάνατο 18 ανθρώπων. Μια ενέργεια που είχε ως αποτέλεσμα να αντιδράσουν έντονα τα Ηνωμένα Έθνη.
«Η επίθεση αυτή εντάσσεται σε ένα πολύ ανησυχητικό πλαίσιο παράνομης χρήσης βίας από τις ισραηλινές δυνάμεις ασφαλείας κατά τη διάρκεια επιχειρήσεων στρατιωτικού τύπου στη Δυτική Όχθη, που έχουν προκαλέσει πολλά δεινά στους Παλαιστίνιους και σημαντικές ζημιές στα κτίρια και τις υποδομές», δήλωσε το Γραφείο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τα δικαιώματα του ανθρώπου, σε ανακοίνωσή του για το κατεχόμενο παλαιστινιακό έδαφος.
Ο Ισραηλινός Στρατός δήλωσε την Πέμπτη (3/10) ότι «εξόντωσε» ένα τοπικό ηγετικό στέλεχος της Χαμάς σε αεροπορική επιδρομή στον προσφυγικό καταυλισμό της πόλης Τουλκάρεμ, στο βόρειο τμήμα της Δυτικής Όχθης, στο πλαίσιο κοινής επιχείρησης των Ενόπλων Δυνάμεων και της Σιν Μπετ, της υπηρεσίας εσωτερικής ασφάλειας του Ισραήλ.
Το πλήγμα αυτό είναι το πλέον φονικό από το 2000 στη Δυτική Όχθη, κατεχόμενο έδαφος από το Ισραήλ από το 1967, δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο πηγή των παλαιστινιακών υπηρεσιών ασφαλείας.
Για το Γραφείο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, πρόκειται για «άλλο ένα σαφές παράδειγμα της συστηματικής χρήσης θανάσιμης βίας από τις ισραηλινές δυνάμεις ασφαλείας στη Δυτική Όχθη, συχνά ανώφελη, δυσανάλογη και επομένως παράνομη».
«Η καταστροφή ενός ολόκληρου κτιρίου γεμάτου κόσμο από αεροπορικό βομβαρδισμό δείχνει την κατάφωρη περιφρόνηση του Ισραήλ προς τις υποχρεώσεις του», πρόσθεσε, τονίζοντας ότι ζήτησε τη διενέργεια ανεξάρτητης έρευνας για την επιχείρηση αυτή.
Η Τουλκάρεμ είχε ήδη αποτελέσει στόχο στα τέλη Αυγούστου των ισραηλινών αεροπορικών και χερσαίων επιδρομών στο πλαίσιο μιας ευρείας κλίμακας επίθεσης εναντίον ένοπλων ομάδων που πολεμούν κατά του Ισραήλ σε αρκετές παλαιστινιακές πόλεις και προσφυγικούς καταυλισμούς στο βόρειο τμήμα της κατεχόμενης Δυτικής Όχθης.
Υεμένη: Αμερικανικά και βρετανικά πλήγματα σε πόλεις που ελέγχουν οι Χούθι
Τέσσερις πόλεις της Υεμένης που ελέγχονται από τους αντάρτες Χούθι, μπήκαν στο στόχαστρο αμερικανικών και βρετανικών πληγμάτων σήμερα, μετέδωσε το τηλεοπτικό κανάλι Al-Massirah, που συνδέεται με την ανταρτική οργάνωση.
Σύμφωνα με την πηγή αυτή, τέσσερα πλήγματα έγιναν στην πρωτεύουσα Σαναά και επτά στο λιμάνι της Χοντάιντα, όπου ανταποκριτές του Γαλλικού Πρακτορείου ανέφεραν ότι άκουσαν εκρήξεις.
Τουλάχιστον ένα πλήγμα είχε στόχο την πόλη Νταμάρ, στα νότια της πρωτεύουσας, και άλλο ένα την Μουκαΐράς, στα νοτιοανατολικά της Σαναά.
«Αυτή η επίθεση εναντίον της πρωτεύουσας και των υεμενίτικων κυβερνείων μετά την έκφραση αλληλεγγύης προς τον Λίβανο και τη Γάζα, είναι μια απέλπιδα προσπάθεια να τρομοκρατηθεί ο λαός μας», επισήμανε στο κανάλι ένα ηγετικό στέλεχος των Χούθι και πρόσθεσε: «Η Υεμένη δεν θα αποθαρρυνθεί από αυτές τις επιθέσεις και θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει τους εχθρούς με όλη της τη δύναμη».
Οι Χούθι ανήκουν στον «Άξονα της Αντίστασης», όπως τον αποκαλεί το Ιράν, στον οποίο μετέχουν, εκτός της Τεχεράνης, η Χεζμπολάχ, η Χαμάς και φιλοϊρανικές οργανώσεις στο Ιράκ.
Σε ένδειξη «συμπαράστασης» προς τους Παλαιστίνιους της Γάζας οι Χούθι πλήττουν εδώ και μήνες εμπορικά πλοία τα οποία λένε ότι συνδέονται με το Ισραήλ, τις ΗΠΑ ή τη Βρετανία, στον Κόλπο του Άντεν και την Ερυθρά Θάλασσα. Έχουν επίσης βάλει στο στόχαστρο πόλεις του Ισραήλ, το οποίο ανταπέδωσε τα πλήγματα.