Η τηλεφωνική συνομιλία που είχαν την Τετάρτη (9/10) ο Τζο Μπάιντεν με τον Μπενιαμίν Νετανιάχου ήταν «άμεση και παραγωγική», σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο.
Όπως δήλωσε η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Καρίν Ζαν-Πιέρ, η επικοινωνία μεταξύ του προέδρου των ΗΠΑ και του πρωθυπουργού του Ισραήλ, περιλάμβανε συζήτηση για μια ενδεχόμενη επίθεση στο Ιράν.
Ακόμη, η κυρία Ζαν-Πιέρ δήλωσε ότι η συνομιλία των δύο ηγετών «διήρκησε 30 λεπτά. Ήταν άμεση, ήταν παραγωγική».
Μπάιντεν και Νετανιάχου συνομίλησαν μεταξύ τους για τελευταία φορά στις 21 Αυγούστου, βάσει της σχετικής ενημέρωσης από τον Λευκό Οίκο.
Υπενθυμίζεται ότι στην επικοινωνία Μπάιντεν – Νετανιάχου συμμετείχε και η αντιπρόεδρος των ΗΠΑ και υποψήφια πρόεδρος της χώρας με τους Δημοκρατικούς, στις εκλογές του προσεχούς Νοεμβρίου, Κάμαλα Χάρις.
Η Χάρις, η οποία διεκδικεί την προεδρία των ΗΠΑ με αντίπαλο τον Ντόναλντ Τραμπ, τον προσεχή Νοέμβριο, θεωρείται γενικά πιο χλιαρή σύμμαχος του Νετανιάχου από ό,τι ο Μπάιντεν, αν και δεν υπάρχει ένδειξη ότι μια κυβέρνησή της δεν θα συνεχίσει να παρέχει οικονομική και στρατιωτική βοήθεια στο Ισραήλ.
Οι αποφάσεις της κυβέρνησης Νετανιάχου πριν την επικοινωνία με Μπάιντεν
Σημειώνεται ότι ένας Ισραηλινός αξιωματούχος είπε στο Times of Israel ότι, μετά από μια πολύωρη σύσκεψη που είχε στο Τελ Αβίβ μαζί με τους κορυφαίους υπουργούς του, αξιωματούχους ασφαλείας και στρατιωτικούς αξιωματούχους, το βράδυ της Τρίτης 8 Οκτωβρίου, ο Νετανιάχου κατέληξε σε βασικές αποφάσεις σχετικά με την επικείμενη επίθεση στο Ιράν.
Όπως αναφέρθηκε, προς το παρόν στο επίκεντρο βρίσκονται οι ιρανικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις, αλλά αυτό μπορεί να αλλάξει.
Αξιωματούχοι δήλωσαν στον δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα Kan ότι η συνάντηση ήταν «μια αποφασιστική συζήτηση για το ιρανικό ζήτημα». Το επόμενο στάδιο είναι μια τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ Μπάιντεν και Νετανιάχου, η οποία ολοκληρώθηκε.
Απογοήτευση στην Ουάσιγκτον
Οι κινήσεις Νετανιάχουν έχουν προκαλέσει απογοήτευση στην Ουάσιγκτον, όπως δήλωσαν Αμερικανοί αξιωματούχοι με γνώση του θέματος.
Ο Λευκός Οίκος βρέθηκε στα τυφλά από τις ενέργειες που έλαβε το Ισραήλ κατά της Χεζμπολάχ τις τελευταίες εβδομάδες, συμπεριλαμβανομένης της δολοφονίας του ηγέτη της, Χασάν Νασράλα.
Η έλλειψη επικοινωνίας οδήγησε σε μια ωμή ανταλλαγή απόψεων μεταξύ του υπουργού Άμυνας των ΗΠΑ, Λόιντ Όστιν, και του Ισραηλινού ομολόγου του, Γιοάβ Γκάλαντ.
«Με συγχωρείτε, τι είπατε;», φέρεται να ρώτησε ο Όστιν τον Γκάλαντ, σύμφωνα με τη Wall Street Journal, όταν ο Ισραηλινός υπουργός τηλεφώνησε στον Αμερικανό ομόλογό του για να τον ενημερώσει σχετικά με τη δολοφονία του Νασράλα.
Σε δεύτερο τηλεφώνημα την ίδια ημέρα, ο Όστιν ρώτησε τον Ισραηλινό υπουργό εάν το Τελ Αβίβ είναι να αμυνθεί μόνο του, καθώς οι ΗΠΑ δεν είχαν προλάβει να αναπτύξουν τις δυνάμεις τους για να αποκρούσουν τυχόν άμεσα αντίποινα.
Παρά την προειδοποίηση του Όστιν, οι ΗΠΑ κατάφεραν να βοηθήσουν το Ισραήλ λίγες ημέρες αργότερα, την 1η Οκτωβρίου, αναχαιτίζοντας περίπου 12 ιρανικούς πυραύλους και διαμορφώνοντας την επίθεση της Τεχεράνης ως «ηττημένη και αναποτελεσματική».
Παρόλα αυτά, το Ισραήλ παρέμεινε επιφυλακτικό και οι ΗΠΑ αρνήθηκαν να επιβεβαιώσουν εάν είχαν λάβει διαβεβαιώσεις ότι θα ειδοποιούνταν εγκαίρως όταν το Τελ Αβίβ θα προβεί σε αντίποινα.
Αμέσως μετά την ιρανική πυραυλική επίθεση, ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, Τζέικ Σάλιβαν, είχε προειδοποιήσει το Ιράν ότι θα υπάρξουν «σοβαρές συνέπειες για αυτή την επίθεση και θα συνεργαστούμε με το Ισραήλ για να γίνει αυτό».