Η εισβολή των ρωσικών στρατευμάτων στην Ουκρανία, έφερε σε αδιέξοδο προσωρινά όπως φάνηκε την Τουρκία, καθώς θα έπρεπε να επιλέξει, μεταξύ των δυο αντιμαχόμενων πλευρών, αλλά και την θέση της στη διεθνή σκηνή.
Οι ιδιαίτερα στενές σχέσεις της Τουρκίας, στρατηγικές θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν τόσο με την Ουκρανία όσο και την Ρωσία, έθεσε το δίλημμα στον Τούρκο Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με ποια πλευρά να ταχθεί.
Ο ρόλος της Τουρκίας, ως κράτος μέλος του ΝΑΤΟ, πέρα από τις διμερείς σχέσεις με την επιτιθέμενη Ρωσία και την αμυνόμενη Ουκρανία, θα έπρεπε να διαχειριστεί και το ζήτημα των Στενών που οδηγούν τα πλοία, πολεμικά και εμπορικά, από τη Μεσόγειο στην Μαύρη Θάλασσα και αντίστροφα, μέσω της Σύμβασης του Μοντρέ.
Πολλά ζητήματα για μια χώρα που δεν συμμετέχει στον πόλεμο.
Ο Τούρκος Πρόεδρος από την πρώτη στιγμή, καταδίκασε την εισβολή της Ρωσίας και ζήτησε να πρυτανεύσει η λογική και η διπλωματία, ενώ δεν παρέλειψε να θέσει την χώρα του στη διάθεση όποιων διπλωματικών συνομιλιών.
Όμως δεν άφησε στο απυρόβλητο το ΝΑΤΟ και τη Δύση κατηγορώντας τους στην ουσία για την επιθετική τους ρητορική και πολιτική, που είχε ως αποτέλεσμα τη κλιμάκωση της έντασης καταλήγοντας στον πόλεμο.
Σ’ ότι αφορούσε τη διέλευση των Στενών, με λίγη καθυστέρηση, έθεσε την λειτουργία τους σε κατάσταση πολέμου, εφαρμόζοντας άρθρα των δυο από τις τρεις περιπτώσεις της Σύμβασης. Δηλαδή την περίπτωση πολέμου χωρίς εμπλοκή της Τουρκίας και την εμπόλεμη λειτουργία της με την χώρα ως μέρος του πολέμου.
Στην ουσία απαγόρευσε και τις δυο χώρες να χρησιμοποιήσουν τα στενά για μεταφορά πολεμικών πλοίων στην Μαύρη Θάλασσα.
Από την άλλη με χτεσινές του δηλώσεις ο Υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, επεσήμανε ότι η Τουρκία δεν θα συμμετάσχει στις κυρώσεις που αποφάσισαν οι ΗΠΑ και η ΕΕ και επικροτεί το ΝΑΤΟ.
Κι αν αυτά συμβαίνουν, περιληπτικά στην ηγεσία της Τουρκίας, η αντιπολίτευση που οργανώνεται ενάντια στον Πρόεδρο Ερντογάν με κοινή πολιτική δράση, δεν άφησε ασχολίαστες τις εξελίξεις καταδικάζοντας ομόφωνα την ρωσική εισβολή.
Φυσικά δεν άφησαν εκτός την κυβέρνηση Ερντογάν, αναδεικνύοντας τα λάθη της, με κυριότερο την πολυεπίπεδη εξάρτηση της χώρας από την Ρωσία.
Οι αντιδράσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης
Ο πρόεδρος του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, διακόπτοντας το πρόγραμμα των περιοδειών του με την έναρξη της επίθεσης της Ρωσίας, κάλεσε τους ηγέτες των κομμάτων της αντιπολίτευσης όπου αξιολόγησαν την κατάσταση ώστε να κρατήσουν μια ενιαία στάση.
Σχολιάζοντας την επίθεση της Ρωσίας είπε ότι, «η είσοδος ενός κράτους πυρηνικής ενέργειας σε ένα μη πυρηνικό κράτος με τα τανκς του, είναι απαράδεκτη από ανθρωπιστική άποψη, ούτε είναι αποδεκτή από την άποψη του διεθνούς δικαίου. Ο κόσμος χρειάζεται ειρήνη. Η ύπαρξη πυρηνικής ενέργειας δεν πρέπει να σημαίνει άσκηση πίεσης σε άλλες χώρες. Σε αυτό το πλαίσιο, εάν οι λαοί του κόσμου μπορέσουν να ενωθούν, θα φτάσουμε σε πολύ καλύτερο σημείο».
Κάνοντας μια ανάλυση για τους λόγους της σύρραξης κατέληξε ότι «αν έχεις δύναμη, δεν είναι με τη χρήση όπλων, μπορείς να δείξεις τη δύναμή σου στη βιομηχανία, την τεχνολογία, την τέχνη και τον πολιτισμό.»
Αναλύοντας τις αντανακλάσεις της κρίσης στην Τουρκία, τόνισε ότι ο Ερντογάν έχει κάνει την χώρα εξαρτημένη από τη Ρωσία. «Λυπάμαι που το λέω, έκαναν την Τουρκία εξαρτημένη από τη Ρωσία» σημείωσε, αναφέροντας τους τομείς της γεωργίας και της ενέργειας, τόσο μέσω του φυσικού αερίου όσο και μέσω του πυρηνικού εργοστασίου που θα αυξήσει την εξάρτηση της χώρας κατά 60% από την Ρωσία.
«Καμία χώρα στον κόσμο δεν εξαρτάται κατά 60% από άλλη χώρα όσον αφορά την ενέργεια» δήλωσε ο Πρόεδρος του CHP, σημειώνοντας ότι ο Ερντογάν δεν έλαβε καμιά διαβεβαίωση ότι δεν θα του κλείσει η Ρωσία τον διακόπτη. Δεν παρέλειψε βέβαια ο Κιλιτσντάρογλου να κατηγορήσει τον Ερντογάν για την αποχή του στην απόφαση για την αποβολή της Ρωσίας από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Από την πλευρά της η Πρόεδρος του «Καλού Κόμματος» Μεράλ Ακσενέρ στο λογαριασμό της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έγραψε ότι «αυτό που συνέβη στη Βουδαπέστη το 1956, στην Πράγα το 1968, είναι αυτό που συνέβη στο Κίεβο το 2022. Η μόνη διαφορά είναι ότι ο ελεύθερος κόσμος είναι πιο ανεκτικός και αδιάφορος απέναντι στον δεσποτισμό και την επιθετικότητα», κάνοντας παραλληλισμό μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και της Ρωσίας.
Όπως θα περίμενε κανείς η «Σιδηρά Κυρία» της Τουρκίας, όπως την αποκαλούν, επιτέθηκε στον Ερντογάν επικρίνοντας την στάση που κράτησε με την αποχή της Τουρκίας από την αποβολή της Ρωσίας από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Δεν άφησε ούτε τη δύση ασχολίαστη βέβαια, σημειώνοντας ότι «η Ευρώπη είναι ο λαός που διαμαρτύρεται για την κατοχή στους δρόμους της Πετρούπολης και της Μόσχας, οι άνθρωποι που δεν εγκατέλειψαν τη χώρα τους στην Ουκρανία και στάθηκαν ενάντια στην κατοχή με τίμημα τη ζωή τους. Αυτοί εκπροσωπούν την Ευρώπη σήμερα περισσότερο από τη γερμανική και την ιταλική κυβέρνηση.»
«Η Τουρκία, από την άλλη, θα πρέπει να απαλλαγεί από το ασύμμετρο μοντέλο σχέσεων που έχει δημιουργήσει με τη Ρωσία, να απαλλαγεί από τους S-400 που την καθιστούν εύθραυστη, να εθνικοποιήσει αμέσως το πυρηνικό εργοστάσιο Ακουγιού και να σταματήσει το έργο του Kanal Istanbul, το οποίο μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την περιφερειακή σταθερότητα», πρόσθεσε Μεράλ Ακσενέρ.
Ο πρόεδρος του κόμματος DEVA Αλί Μπαμπατζάν έκανε δηλώσεις στο συνέδριο του κόμματός του στην Περιφέρεια της Προύσας. Μιλώντας για την απόπειρα εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, ο Μπαμπατζάν είπε ότι «στεκόμαστε στο πλευρό του λαού της Ουκρανίας, που ξυπνάει με βόμβες, σειρήνες και τον ήχο από τις μπότες αδυσώπητα και ακούραστα. Χωρίς τύψεις, χωρίς ελπίδα, χωρίς δισταγμό… Γιατί όταν ακούγονται οι μπότες από την Ανατολή, κάποιοι ενθουσιάζονται. Κοιμούνται με αυτοκρατορικά όνειρα που θα έπρεπε εδώ και πολύ καιρό να ταφούν στην ιστορία», είπε.
Ο Μπαμπατζάν είπε ότι αυτό που συνέβη είναι μια πολύ σημαντική δοκιμασία και ότι η στάση και οι προθέσεις όλων αποκαλύπτονται. Το Κόμμα DEVA για να αντιδράσει δεν κοιτάει ποιος έριξε τη σφαίρα, δεν περιμένει να δει από πού έρχονται οι ήχοι από τις μπότες. «Όποιος παραβιάζει το διεθνές δίκαιο στέκεται απέναντί του».
Ο Μπαμπατζάν δήλωσε ότι ήταν μια ανησυχητική περίοδος τόσο για την περιοχή όσο και για τον κόσμο και τόνισε ότι «κανείς δεν πρέπει να ξεχνά ότι είναι μια ανησυχητική διαδικασία και για την Τουρκία».
Όσον αφορά τον Τούρκο Πρόεδρο τον κατηγόρησε ότι δεν έχει σταθερή θέση και βάζει σε κίνδυνο την χώρα με την στάση του.
Ο Πρόεδρος του Κόμματος του Μέλλοντος και πρώην Πρωθυπουργός και ΥΠΕΞ Αχμέτ Νταβούτογλου σε ανάρτηση στον λογαριασμό του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σχετικά με την κρίση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, περιέγραψε την στάση της Ρωσίας ως «κατοχή».
«Καταδικάζουμε αυτή την εισβολή στη Ρωσία, η οποία είναι αντίθετη με το διεθνές δίκαιο, τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών και όλα τα σχετικά έγγραφα και δεν το αποδεχόμαστε επουδενί».
Ο Νταβούτογλου ζήτησε να συγκληθεί η ολομέλεια της Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης και ότι πρέπει να δημιουργηθεί γραφείο κρίσης στην Άγκυρα, τόσο στρατιωτικά όσο και διπλωματικά.
«Το γεγονός ότι ο Πρόεδρος έκανε ένα ταξίδι στην Αφρική σε μια περίοδο που η κρίση κλιμακώθηκε, ακόμα κι αν διέκοψε το ταξίδι, είναι μια αντανάκλαση της απρόβλεπτης στάσης του απέναντι στην κρίση. Από εδώ και πέρα, οι εξελίξεις θα πρέπει να παρακολουθούνται άμεσα και να γίνονται άμεσα τα απαραίτητα βήματα με το γραφείο κρίσης, το οποίο θα αποτελείται από το Υπουργείο Εξωτερικών, το Γενικό Επιτελείο και τις μονάδες πληροφοριών στην Άγκυρα», είπε ο πρώην Πρωθυπουργός.
Το αριστερό φιλοκουρδικό κόμμα Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών (HDP) με κοινή δήλωση του με άλλα αριστερά κόμματα και κινήματα, δήλωσε ότι «καθώς ο κόσμος προσπαθεί να επουλώσει τις πληγές της πανδημίας, βρίσκεται αντιμέτωπος με την απειλή ενός μεγάλου νέου πολέμου. Ο καπιταλισμός δεν εξετάζει το ψωμί και την υγεία της ανθρωπότητας. Ανοίγει ένα χώρο για έναν νέο πόλεμο στον οποίο οι λαοί σφάζονται για τα συμφέροντα των μονοπωλίων ενέργειας και όπλων.»
Επιπλέον κάλεσε του πολίτες να αντιδράσουν και να κατέβουν να διαδηλώσουν για την ειρήνη.
Καταλήγοντας στην κοινή τους δήλωση, σημειώνουν: «άμαχοι χάνουν τη ζωή τους στο Ντόνετσκ, το Λουγκάνσκ και την Ουκρανία και οι άνθρωποι εκτοπίζονται και υποβάλλονται σε μαζική μετανάστευση. Όλες οι δυνάμεις πολέμου και κατοχής πρέπει να αποσυρθούν από την περιοχή και να δοθεί στους λαούς το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση.»