Οι εντάσεις στον συνασπισμό της αντιπολίτευσης της Τουρκίας κορυφώθηκαν, την Παρασκευή (03/03), την ώρα που τα έξι κόμματα προσπαθούσαν να συμφωνήσουν σε έναν υποψήφιο που θα αντιπαρατεθεί με τον Πρόεδρο της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στις πιο αμφίρροπες εκλογές κατά τη διάρκεια της 20ετούς διακυβέρνησής του.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει το «Politico», εάν τα κόμματα δεν μπορέσουν να ξεπεράσουν τις διαφωνίες τους κατά τις επόμενες ημέρες, το ρήγμα στο στρατόπεδό τους είναι πιθανό να ευνοήσει τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος θεωρείται ευάλωτος λόγω του υψηλού πληθωρισμού και της κριτικής για την αντίδρασή του στους καταστροφικούς σεισμούς του περασμένου μήνα, που προκάλεσαν τον θάνατο δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων.
Ένα βασικό μέλος του συνασπισμού, δηλαδή η επικεφαλής του λεγόμενου «Καλού Κόμματος» της Τουρκίας (IYI), η Μεράλ Ακσενέρ, ανακοίνωσε ότι θα αποχωρήσει από τη συμμαχία, λέγοντας ότι «έχει χάσει την ικανότητα να εκπροσωπεί τη βούληση του έθνους». Οι ρωγμές στην ευρύτατη συμμαχία, η οποία συμπεριλαμβάνει κόμματα από την Αριστερά έως τη Δεξιά, άρχισαν να φαίνονται την Πέμπτη (02/03), όταν τα έξι κόμματα συναντήθηκαν προκειμένου να συζητήσουν την επιλογή τους για έναν κοινό υποψήφιο για τις επερχόμενες προεδρικές εκλογές και απέτυχαν να καταλήξουν σε ένα όνομα.
Την Παρασκευή (03/03), η Μεράλ Ακσενέρ εξέφρασε την προτίμησή της για τον δήμαρχο της Άγκυρας, Μανσούρ Γιαβάς, ή τον δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, αντί του επικεφαλής του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, που θεωρείται φαβορί για τη θέση.
Μάλιστα, το αποτέλεσμα των επικείμενων τουρκικών εκλογών, που έχουν προγραμματιστεί για τις 14 Μαΐου, θα παρακολουθείται με μεγάλη προσοχή καθώς οι παρατηρητές προσπαθούν να προσδιορίσουν αν ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος βαδίζει σε ένα τεντωμένο σχοινί σχετικά με τον πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, θα ωθήσει τη χώρα των 85 εκατομμυρίων κατοίκων προς μια πιο παραδοσιακή, θρησκευτικά συντηρητική κατεύθυνση ή αν ένας νέος ηγέτης θα μπορέσει να επαναφέρει τις κατεστραμμένες σχέσεις της Άγκυρας με τη Δύση.
Ένα από τα κεντρικά διλήμματα για την αντιπολίτευση ήταν αν θα υποστηρίξει τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, έναν συγκρατημένο 74χρονο πρώην γραφειοκράτη που ηγείται του κεντροαριστερού Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) για περισσότερο από μια δεκαετία, έναντι του ομοϊδεάτη του, του δημάρχου της Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου.
Με το παρατσούκλι «Τούρκος Γκάντι» για την ελαφριά του σωματική διάπλαση, ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου πιστώνεται ευρέως τις πρόσφατες εκλογικές επιτυχίες του κόμματός του. Ωστόσο, οι αναλυτές έχουν αμφισβητήσει την ικανότητα του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου να αποτελέσει πραγματική πρόκληση για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και οι πολιτικές του νίκες δεν αντικατοπτρίζονται στα ποσοστά αποδοχής του. Σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις, μόνο περίπου το 40% του τουρκικού πληθυσμού ήταν ικανοποιημένο από την πορεία του ως βασικού ηγέτη της αντιπολίτευσης.
Πολλοί πιστεύουν ότι ο 52χρονος Εκρέμ Ιμάμογλου, ο οποίος έβαλε τέλος στην 25ετή διακυβέρνηση του ΑΚΡ στην Κωνσταντινούπολη όταν εξελέγη το 2019, θα μπορούσε να είναι ένας πιο δυναμικός υποψήφιος. Ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, ωστόσο, καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 31 μηνών, τον περασμένο Δεκέμβριο, για προσβολή μελών του Ανώτατου Εκλογικού Συμβουλίου της Τουρκίας, γεγονός που εμποδίζει τις πιθανότητές του να είναι υποψήφιος.
Ο Εκρέμ Ιμάμογλου χαρακτήρισε την απόφαση ως «αστεία», αλλά δήλωσε ότι εξακολουθεί να έχει πίστη στο δικαστικό σύστημα της χώρας. Ακόμα, ο ίδιος άσκησε έφεση κατά της απόφασης και παραμένει προς το παρόν στο αξίωμά του, αλλά η τελική απόφαση του δικαστηρίου θα μπορούσε να εκδοθεί πριν από τις εκλογές και αν καταδικαστεί, δεν θα είναι σε θέση να θέσει υποψηφιότητα, αφήνοντας την αντιπολίτευση χωρίς κορυφαίο υποψήφιο.
Η διάσπαση της Παρασκευής (03/03) προκάλεσε σοκ στον συνασπισμό και οδήγησε τα υπόλοιπα πέντε κόμματα να πραγματοποιήσουν έκτακτες συνεδριάσεις το απόγευμα της ίδιας ημέρας. Όταν ρωτήθηκε σχετικά με τη δήλωση της Μεράλ Ακσενέρ, ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου είπε «να μην ανησυχείτε», προσθέτοντας ότι «όλα [θα] μπουν στη θέση τους».