O Τζιν Χάκμαν (Eugene “Gene” Allen Hackman) διένυσε μια καταξιωμένη πορεία που αριθμεί δεκάδες πρωταγωνιστικούς ρόλους, πέντε υποψηφιότητες για Όσκαρ – εκ των οποίων κέρδισε τα δύο – τρεις Χρυσές Σφαίρες και το βραβείο Cecil B. DeMille, και ήταν παντρεμένος από το 1991 με την Μπέτσι Αρακάουα, κλασική πιανίστρια.
O θρυλικός σταρ του Hollywood και η σύζυγός του βρέθηκαν νεκροί στο πάτωμα του σπιτιού τους την Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου. Η Αρακάουα βρέθηκε στο πάτωμα του μπάνιου περιτριγυρισμένη από χάπια, ενώ ο Χάκμαν βρέθηκε στο πάτωμα ενός χολ μερικά μέτρα μακριά. Τα αρχικά δεδομένα από τα ιατροδικαστικά πορίσματα καταδείκνυαν ότι η Αρακάουα πέθανε στις 11 Φεβρουαρίου, από τον ιό hantavirus, μια σπάνια αναπνευστική ασθένεια που μεταδίδεται από αρουραίους, σε ηλικία 65 ετών.
Μία εβδομάδα αργότερα, φαίνεται να επήλθε και ο θάνατος του συζύγου της, από καρδιακή ανεπάρκεια σε συνδυασμό με τη νόσο Αλτσχάιμερ, σε ηλικία 95 ετών. Ο βηματοδότης του έδειξε ότι πέθανε στις 18 Φεβρουαρίου, εννέα ημέρες πριν βρεθεί το ζευγάρι. Την τραγική εικόνα συμπληρώνει και ο θάνατος ενός εκ των τριών σκύλων του ζευγαριού, το οποίο πέθανε από ασιτία και αφυδάτωση μέσα στο κλουβί του.
Η κλήση της συζύγου του σε κλινική
Ωστόσο, νέα στοιχεία αποκαλύπτουν σειρά τηλεφωνικών κλήσεων που πραγματοποιήθηκαν από το κινητό της Αρακάουα, μία ημέρα μετά τη φερόμενη ημερομηνία θανάτου της, στις 12 Φεβρουαρίου. Μετά τη συλλογή των δεδομένων του κινητού της από την τοπική αστυνομική διεύθυνση, εντοπίστηκαν τρεις κλήσεις της προς την Cloudberry Clinic, μια τοπική κλινική, από την οποία ζήτησε ιατρική περίθαλψη, χωρίς όμως να εκφράζει κάποια ιδιαίτερη αναπνευστική δυσχέρεια ή πόνο, παρά μόνο μια «συμφόρηση».
Η Κλινική δήλωσε πως η Αρακάουα είχε επικοινωνήσει μαζί τους και μερικές εβδομάδες νωρίτερα σχετικά με την πραγματοποίηση ενός σπινθηρογραφήματος καρδιάς για τον σύζυγό της ενώ, μάλιστα, είχε κλείσει ραντεβού για την ίδια για τις 12 Φεβρουαρίου, αλλά όχι για κάποιο αναπνευστικό πρόβλημα.
Το ραντεβού της το ακύρωσε δύο ημέρες νωρίτερα, επικαλούμενη ότι ο σύζυγός της δεν ήταν καλά. Εν τέλει, όμως, στις 12 Φεβρουαρίου, ξανατηλεφώνησε μεν στην κλινική για ραντεβού το ίδιο απόγευμα, χωρίς όμως κανένα σύμπτωμα αναπνευστικής δυσχέρειας συνδεόμενο με τον ιό hantavirus. Ωστόσο, δεν προσήλθε ποτέ.
Οι ειδικοί θεωρούν άξια απορίας την έλλειψη αναπνευστικών συμπτωμάτων, τονίζοντας ότι η εν λόγω νόσος δεν εκδηλώνεται αιφνίδια. Μάλιστα, πληροφορίες των Αρχών αναφέρουν ότι, την 11η Φεβρουαρίου, η Αρακάουα πραγματοποίησε κανονικά καθημερινές δραστηριότητες και μετακινήσεις – πήγε σε φαρμακείο, παντοπωλείο και σε κατάστημα με κατοικίδια ζώα, ενώ συνομίλησε και με έναν μασέρ.
Τι ορίζει η διαθήκη του Χάκμαν
Έναν μήνα μετά τον τραγικό τους θάνατο, δημοσιεύθηκαν οι διαθήκες και των δύο συζύγων. Η Αρακάουα αναφέρει ότι εάν ο σύζυγός της δεν ευρίσκετο εν ζωή ύστερα από εκείνη, η περιουσία της θα μεταφερόταν σε καταπίστευμα, προς διανομή σε φιλανθρωπικές οργανώσεις και τακτοποίηση ιατρικών χρεών.
Από την άλλη, η διαθήκη του Χάκμαν, ύψους 80 εκατομμυρίων δολαρίων, ορίζει από το 1994, ως νόμιμη διάδοχο διαχειρίστρια του καταπιστεύματός του, τη σύζυγό του. Το τελευταίο αντίγραφο της διαθήκης του υπεγράφη το 2005, ωστόσο δεν είναι σαφές αν συμπεριλαμβάνει τα τρία του παιδιά – από τον προηγούμενο γάμο του. Η ενδεχόμενη παράλειψη των παιδιών του ως κληρονόμων του θα μπορούσε να εγείρει δικαστική διαμάχη. Μάλιστα, ο γιός του, Κρίστοφερ , φέρεται να έχει ήδη προσλάβει κορυφαίο δικηγόρο.
«Ο Γ’ Παγκόσμιος Πόλεμος»
Το κρίσιμο στοιχείο στην υπόθεση αυτή θα ήταν ο χρόνος θανάτου και των δύο συζύγων. Η νομοθεσία του Νέου Μεξικού, όπου κατοικούσαν, προβλέπει ότι εάν πέθαιναν μέσα σε 120 ώρες ο ένας από τον άλλον, ο θάνατός τους λογίζεται και καταχωρείται ως «ταυτόχρονος». Αυτή η παράμετρος θα μπορούσε να επηρεάσει τον τόπο διανομής της περιουσίας τους. Μάλιστα, νομικός ανέφερε στην «Daily Mail» πως «αν πέθαινε πρώτος και εκείνη [η Αρακάουα] είχε επιζήσει, θα ήταν ο Γ’ Παγκόσμιος Πόλεμος», υποδηλώνοντας την νομική διαμάχη που πιθανώς να ξεσπούσε από τα παιδιά του Χάκμαν.
Βέβαια, βάσει των δεδομένων του βηματοδότη του Χάκμαν, αυτός πέθανε μία εβδομάδα αργότερα. Επομένως, οι διατάξεις περί «τεκμαρτού ταυτόχρονου θανάτου» δεν μπορούν να τύχουν εφαρμογής. Παράλληλα, εάν η Αρακάουα πέθανε πρώτη, η περιουσία του Χάκμαν δεν θα μπορούσε να μεταβιβαστεί σε αυτή, αφήνοντας την τελευταία επιθυμία του Χάκμαν «κενή». Έκτοτε, θα μπορούσε να ακολουθήσει η κατανομή της περιουσίας του μεταξύ των λοιπών δικαιούχων του.
Επίσης, σημαντική παράμετρος θα κριθεί και η εγκυρότητα των νομικών εγγράφων, για την οποία θα ληφθεί υπόψη ο χρόνος υπογραφής τους και η κατάσταση της υγείας του Χάκμαν κατά την περίοδο αυτή. Τυχόν ενδείξεις για επιδείνωση της υγείας του λόγω Αλτσχάιμερ θα έδιναν βήμα για αμφισβητήσεις των σχετικών εγγράφων.