Σάλο προκάλεσε ένα βίντεο που ανέβασε ο Ντόναλντ Τραμπ για την προελκογική του εκστρατεία κάνοντας λόγο για ένα «ενοποιημένο Ράιχ» στην περίπτωση που επικρατήσει στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ τον Νοέμβριο. Ένα βίντεο το οποίο αφαίρεσε από τη σελιδα της προεκλογικής του εκστρατείας μετά από μία ολόκληρη μέρα, σοκάροντας τους πάντες.
Ο Guardian και ο David Smith – μελετώντας το βιβλίο του Ολλανδού καθηγητή Χενκ Ντε Μπεργκ – προχωρά σε ένα τολμηρό κρας τεστ ανάμεσα στον Ντόναλντ Τραμπ και τον Αδόλφο Χίτλερ εντοπίζοντας ομοιότητες και διαφορές ανάμεσα στους δύο.
Ο Τραμπ φέρεται να έχει πει στο παρελθόν ότι ο Αδόλφος Χίτλερ έκανε «κάποια καλά πράγματα», έχει μιμηθεί τον αρχηγό των Ναζί αποκαλώντας τους πολιτικούς του αντιπάλους «παράσιτα», έχει αναφέρει ότι οι μετανάστες «δηλητηριάζουν το αίμα της χώρας μας», ενώ σχολιάζοντας μια πορεία των υπέρμαχων της “λευκής ανωτερότητας” στο Σάρλοτσβιλ, υποστήριξε ότι ότι υπάρχουν «πολύ καλοί άνθρωποι και στις δύο πλευρές».
Μια σύγκριση ανάμεσα στον Χίτλερ και τον Τραμπ, είναι αμφιλεγόμενη, αναφέρει το δημοσίευμα. «Ορισμένοι από τους επικριτές του Τραμπ – συμπεριλαμβανομένης της εκστρατείας του Μπάιντεν – υποστηρίζουν ότι η εμπρηστική ρητορική και η αυταρχική συμπεριφορά του Τραμπ δικαιολογούν τη σύγκριση». «Εν τω μεταξύ, οι υπερασπιστές του Τραμπ -και ακόμη και ορισμένοι από τους πιο γνωστούς επικριτές του- υποστηρίζουν ότι η σύγκριση είναι ανιστόρητη και ότι δεν είναι πραγματικός φασίστας», έγραψε πρόσφατα ο ιστότοπος Politico.
Αυτό το δεύτερο στρατόπεδο περιλαμβάνει τώρα τον Ολλανδό Χενκ ντε Μπεργκ, καθηγητή Γερμανικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ στη Βρετανία. Ο Ολλανδός, του οποίου τα προηγούμενα βιβλία περιλαμβάνουν το Freud’s Theory and Its Use in Literary and Cultural Studies, μόλις δημοσίευσε το «Trump and Hitler: A Comparative Study in Liing».
Σε αυτό, ο Ντε Μπεργκ, συγκρίνει και αντιπαραβάλλει τον Χίτλερ και τον Τραμπ ως καλλιτέχνες πολιτικής περφόρμανς ως προς το πώς συνδέονται με το αντίστοιχο κοινό τους. Εξετάζει την εργασιακή ηθική των δύο ανδρών, το στυλ διαχείρισης και τον ναρκισσισμό, καθώς και ιδιορρυθμίες όπως το μουστάκι -οδοντόβουρτσα του Χίτλερ και τα «περίεργα» ξανθοπορτοκαλί μαλλιά του Τραμπ.
Αυθεντικοί περφόρμερς
Σε μια συνέντευξη στο Zoom από το γραφείο του ο Ντε Μπεργκ αναφέρει τα λόγια του Αμερικανού κωμικού και ηθοποιού George Burns: «Το πιο σημαντικό πράγμα στην υποκριτική είναι η ειλικρίνεια. Αν μπορείς να την παραποιήσεις, τότε πέτυχες». Και προσθέτει: «Το πιο σημαντικό πράγμα στον λαϊκισμό είναι η αυθεντικότητα. Τη στιγμή που μπορείς να την παραποιήσεις, είσαι μέσα».
«Προφανώς, υπάρχουν τεράστιες διαφορές», αναγνωρίζει ο Ντε Μπεργκ. «Ο Χίτλερ ήταν ένας ιδεολογικά αφοσιωμένος αντισημίτης που υποκίνησε τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και ήταν υπεύθυνος για το Ολοκαύτωμα στο οποίο πέθαναν 6 εκατομμύρια Εβραίοι.
«Αλλά μετά κοίταξα τις ρητορικές τους στρατηγικές και τις δημόσιες σχέσεις του και άρχισα να βλέπω πόσο μοιάζουν από πολλές απόψεις. Σκέφτηκα λοιπόν, εντάξει, γιατί να μην κάνω ένα βιβλίο που εξετάζει τον Χίτλερ από την οπτική γωνία του Τραμπ;
«Τείνουμε να βλέπουμε τον Χίτλερ ως ένα serial killer που διέπραψε γενοκτονία – όπως ήταν φυσικά – αλλά όχι τόσο ως λαϊκιστή. Σκέφτηκα ότι κοιτάζοντας τον μέσα από την οπτική του Τραμπ μπορεί να μας βοηθήσει να συλλάβουμε την ιδέα γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι υποστήριξαν πραγματικά τον Χίτλερ και το αντίστροφο».
Πάνω απ’ όλα, υποστηρίζει ο Ντε Μπεργκ, ο Χίτλερ και ο Τραμπ ήταν και είναι πολιτικοί που κάνουν περφόρμανς στις οποίες μιλούν μόνο αόριστα για πολιτικές – «Κάντε τη Γερμανία/Αμερική ξανά σπουδαία» – αλλά ξέρουν πώς να τραβούν την προσοχή χρησιμοποιώντας αστεία, προσβολές και ακραία γλώσσα. Σε αυτό διαφέρουν από τον Στάλιν, τον Σοβιετικό δικτάτορα που είχε φτωχό δημόσιο λόγο και προτιμούσε να εργάζεται παρασκηνιακά.
«Οι εξτρεμιστικές τους δηλώσεις έχουν σκοπό να προκαλέσουν αντίδραση και να τους προβάλλει ο Τύπος. Ο Χίτλερ στην πραγματικότητα γράφει αρκετά ανοιχτά για αυτό στο «Ο Αγών μου» και αυτή είναι φυσικά η πρόκληση: τι κάνεις τότε ως δημοσιογράφος ή ως αντίπαλο πολιτικό κόμμα όταν ο άλλος κάνει αυτές τις ακραίες δηλώσεις;
«Δεν αναφέρεις αυτά τα πράγματα, αλλά μετά οι λαϊκιστές θα πουν ό,τι θέλουν να πουν; Ή μήπως τους αντικρούεις και επισημαίνεις τα ψέματα και τον εξτρεμισμό, αλλά με αυτόν τον τρόπο στρέφεται περισσότερη προσοχή σε όλα όσα υποστηρίζουν;», αναγνωρίζει ο Ντε Μπεργκ.
Και συνεχίζει ο Ντε Μπεργκ:
«Το μεγαλύτερο μέρος του εκλογικού τους σώματος είναι δυσαρεστημένο με το status quo για διάφορους λόγους όπως παγκοσμιοποίηση, αυτοματοποίηση. Επομένως αυτό που θέλουν να κάνουν ως αντισυστημικοί υποψήφιοι είναι να θέλουν να αλλάξουν το σύστημα, όχι όμως απαραίτητα μέσα σε ένα politically correct περιβάλλον.
Πολλοί τέτοιοι ψηφοφόροι είναι έτοιμοι να βρουν και να κατηγορήσουν έναν αποδιοπομπαίο τράγο.
Ο Χίτλερ κατηγόρησε τους Εβραίους για την ήττα της Γερμανίας στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Ο Τραμπ ξεκίνησε την εκστρατεία του το 2015 δαιμονοποιώντας τους μετανάστες από το Μεξικό και συνεχίζει να θέτει στο επίκεντρο του προεκλογικού του λόγου την ασφάλεια των συνόρων.
«Υπήρχαν πολλοί εθνικοσοσιαλιστές που μίλησαν δημόσια μετά τον πόλεμο και είπαν, ναι, εντάξει, ο Χίτλερ έλεγε όλα αυτά τα ακραία πράγματα, αλλά καταλάβαμε ότι ήταν ένας πολιτικός που απευθυνόταν στις μάζες και πιστεύαμε ότι έλεγε απλώς πράγματα που δεν εννοούσε πραγματικά, ότι απλώς υπερέβαλλε λίγο.
«Το ίδιο ισχύει – και είναι επικίνδυνο – με αυτά που λέει ο Τραμπ. Στις συγκεντρώσεις του περιέγραψε μια ολόκληρη σειρά από πολύ προβληματικά πράγματα που θα κάνει όταν γίνει πρόεδρος, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι οι άνθρωποι το πιστεύουν στην κυριολεξία αυτό.
Δεν νομίζω ότι πιστεύουν κυριολεκτικά ότι πρόκειται να χτίσει αυτό το μεγάλο τσιμεντένιο τείχος μεταξύ του Μεξικού και των Ηνωμένων Πολιτειών. Πολλοί από αυτούς σκέφτονται, ασυνείδητα, αυτό που πραγματικά λέει είναι ότι θα προστατεύσει την παραδοσιακή ταυτότητα της Αμερικής», αναφέρει ο Ολλανδός καθηγητής.
Ο ασυνάρτητος, δαιδαλώδης και γεμάτος ζιγκ-ζαγκ τρόπος ομιλίας του Τραμπ φέρνει αποτέλεσμα. «Ο Τραμπ πηδάει από το FBI στους δικαστές ή στους Δημοκρατικούς στους κομμουνιστές και ούτω καθεξής. Τότε μπορεί να πεί κανείς, καλά, ξεκάθαρα αυτός ο τύπος είναι ανόητος, δεν μπορεί να μιλήσει λογικά , με επιχειρήματα. Μπορεί, αλλά ξέρει ότι αυτός ο αόριστος τρόπος σύνδεσης όλων αυτών των ανθρώπων δίνει στην πραγματικότητα σε διαφορετικά τμήματα του εκλογικού σώματος διαφορετικά πράγματα με τα οποία μπορούν να ταυτιστούν. Σε κάποιους μπορεί να μην αρέσει το FBI, σε άλλους μπορεί να μην αρέσουν οι μετανάστες και ούτω καθεξής».
Σύμφωνα με μια καταμέτρηση της Washington Post, ο Τραμπ κατά τη διάρκεια των τεσσάρων ετών που ήταν πρόεδρος, προχώρησε σε περισσότερο από 30.000 ψευδείς ή παραπλανητικούς ισχυρισμούς.
Ίσως το πιο κραυγαλέο είναι «το μεγάλο ψέμα» ότι αυτός, κι όχι ο Τζο Μπάιντεν, κέρδισε τις προεδρικές εκλογές του 2020, και ότι υπήρξε εκτεταμένη νοθεία. Σχετικά με αυτό, γράφει ο Ντε Μπεργκ στο βιβλίο του:
«Η ιδέα πίσω από την έννοια του μεγάλου ψέματος είναι ότι αν μια αναλήθεια είναι αρκετά ακραία, οι άνθρωποι είναι πιθανό να τη δεχτούν μόνο και μόνο επειδή δεν μπορούν να πιστέψουν ότι κάποιος θα μπορούσε να πει ψέματα με τέτοιο εξωφρενικό τρόπο.
«Ήταν ο Χίτλερ που σκέφτηκε αυτήν την ιδέα, γράφοντας στο Mein Kampf ότι «οι μεγάλες μάζες του λαού πέφτουν πιο εύκολα θύματα ενός μεγάλου ψέματος [große Lüge] παρά ενός μικρού, αφού οι ίδιοι ψεύδονται σε μικρά πράγματα, αλλά θα ντρέπονταν για τα ψέματα που είναι πολύ μεγάλα. Ένα τέτοιο ψέμα δεν θα μπει ποτέ στα κεφάλια τους και δεν θα μπορέσουν να πιστέψουν στην πιθανότητα μιας τέτοιας τερατώδους παραποίησης από άλλους».
Οι συγκεντρώσεις του Τραμπ είναι θορυβώδεις, η ατμόσφαιρα θυμίζει λίγο τσίρκο, λίγο συναυλία, λίγο αθλητικό αγώνα, φέρνοντας τους ομοϊδεάτες κοντά τόσο τελετουργικά όσο η εκκλησία. Σε όλες τις καιρικές συνθήκες μοιράζονται μια συλλογική αίσθηση παράπονου και βρίσκουν επίσης τρόπους να διασκεδάσουν. Σε μικρές πόλεις που υπάρχει η αίσθηση μιας παραμέλειας σε σχέση με τις μεγαλύτερες, αυτές οι συγκεντρώσεις είναι η διασκέδασή τους, σημειώνει το δημοσίευμα.
Ο Ντε Μπέργκ σχολιάζει: «Αν κοιτάξετε τις ζωές πολλών απλών Γερμανών κατά τη διάρκεια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης αμέσως μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, όταν η οικονομία δεν πήγαινε καλά και υπήρχαν διάφορα προβλήματα, πολλοί από αυτούς δεν είχαν την πολυτέλεια να απολαύσουν κάθε λογής θεάματα αλλά μπορούσαν να πάνε σε μια συγκέντρωση του Χίτλερ.
«Μπορείτε να πάτε και σε μια συγκέντρωση του Τραμπ και αυτό δημιουργεί ένα αίσθημα αλληλεγγύης, ένα μοίρασμα συναισθημάτων, που φυσικά είναι ταυτόχρονα και το επικίνδυνο γιατί οι άνθρωποι στη συνέχεια ταυτίζονται μεταξύ τους. Χάνουν την ατομικότητά τους, χάνουν την κριτική τους ικανότητα και ταυτόχρονα ταυτίζονται όλοι μαζί με έναν πολιτικό ηγέτη, οπότε ο πολιτικός ηγέτης μπορεί να κάνει ό,τι θέλει».
Πώς την πάτησε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα με τον Τραμπ
Ένα ακόμα ανησυχητικό στοιχείο ομοιότητας ανάμεσα στον Χίλτερ και τον Τραμπ είναι ο τρόπος με τον οποίο την πάτησαν τα κόμματά τους.
Το Ρεπουμπλικανικό κόμμα νόμιζε ότι θα καταφέρει να τιθασεύσει τον Τραμπ και να τον ελέγξει αλλά τελικά αναγκάσθηκε να συρθεί αυτό πίσω από την εικόνα του.
Ένας ένας οι στρατιωτες του κόμματος πέφτουν, εγκαταλείποντας ιδρυτικές αρχές, ενώ οι αντιφρονούντες έχουν ήδη εκκαθαριστεί.
Ο Ντε Μπεργκ συνεχίζει: «Ο Χίτλερ πηγαίνει από το 2,6% των ψήφων το 1928 – που σημαίνει ότι πάνω από το 97% του εκλογικού σώματος δεν τον θέλει – και φτάνει στην επικράτηση του ναζιστικού κόμματος που έγινε το μεγαλύετρο κόμμα το 1932. Τότε οι συντηρητικοί πολιτικοί έλεγαν, εντάξει, εμείς έχουμε αυτό το κουτορνίθι αλλά είναι λαϊκιστής και είναι δημοφιλής, ο κόσμος τον συμπαθεί. Αν καταφέρουμε να κάνουμε αυτόν τον τύπο αντικαγκελάριο, τότε μπορεί να κάνει τα κουμάντα μας.
Και τότε ο Χίτλερ είπ πως όχι, δεν πρόκειται να γίνω αντικαγκελάριος, θέλω να γίνω καγκελάριος οπότε τελικά υποχωρούν, αλλά εξακολουθούν να πιστεύουν ότι θα κάνει ό,τι θέλουν και θα προωθήσει τις πολιτικές που θέλουν, συνεχίζει ο Ντε Μπεργκ.
«Ένας από αυτούς τους συντηρητικούς πολιτικούς είπε κάτι μνημειώδες ”Τον προσλάβαμε” και τελικά ο Χίτλερ τους χειραγώγησε και γίνεται καγκελάριος. Η συνέχεια είναι γνωστή».
«Ένα από τα πιο ανησυχητικά πράγματα για μένα σχετικά με τον Τραμπισμό είναι ο τρόπος που κατάφερε να μεταμορφώσει αυτούς που νομίζατε ότι ήταν πολύ δεξιοί αλλά, στην τελική ανάλυση ορθολογικοί πολιτικοί, σε ανθρώπους που έχουν γίνει Τραμπιστές», αναφέρει ο Ντε Μπεργκ στο βιβλίο του.
«Αυτό που συνέβη δεν ήταν ότι χειραγωγούσαν τον Τραμπ, αλλά ο Τραμπ κατέληξε να τους χειραγωγήσει και στη συνέχεια, στην πραγματικότητα, απλώς ανέλαβε το Ρεπουμπλικανικό κόμμα. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι έπρεπε να απαρνηθούν όλα τα πράγματα στα οποία πίστευαν παλιά: διεθνείς συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου, έναν προοδευτικό ρόλο της Αμερικής στον κόσμο».
Υπάρχει – προειδοποιεί ο Ολλανδός ακαδημαϊκός – μια μέθοδος στην τρέλα του Τραμπ. Η φασαρία, το χάος και οι ομιλίες-αχταρμάς ενα είναι πιο υπολογισμένες από ο,τι φαίνονται.
«Θα ήθελα οι άνθρωποι να συνειδητοποιήσουν περισσότερο πόσο απίστευτα συνειδητά ο Τραμπ κάνει αυτό που κάνει, πόσο απίστευτα πονηρός και δόλιος είναι. Οι άνθρωποι δεν πρέπει καθόλου να υποτιμούν αυτόν τον τύπο», καταλήγει ο Ντε Μπεργκ στο βιβλίο του.