Η συνάντηση μεταξύ του Καγκελάριου της Γερμανίας Όλαφ Σολτς και του Προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο Βερολίνο το βράδυ της Παρασκευής έχει μεγάλη σημασία και για τις δύο χώρες, οι οποίες αντιμετωπίζουν σοβαρές προκλήσεις.
Η κρισιμότητα της ατζέντας των δυο ηγετών, αφήνει στο περιθώριο τις δηλώσεις Ερντογάν για το Ισραήλ που δημιούργησαν μια αρνητική ατμόσφαιρα για τον Τούρκο Πρόεδρο στο Βερολίνο.
Η κλιμάκωση της έντασης στη Μέση Ανατολή με τον πόλεμο Ισραήλ-Χαμάς, ο πόλεμος στην Ουκρανία, η έγκριση της Τουρκίας για την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, οι σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας, η επικαιροποίηση της τελωνειακής ένωσης και η καταπολέμηση της παράτυπης μετανάστευσης, είναι η τεράστια ατζέντα που έχουν να συζητήσουν Σολτς και Ερντογάν, στην οποία δεν λείπουν τα αγκάθια.
Σύμμαχος για τον Ερντογάν, σ’ αυτή την απαιτητική ατζέντα, είναι ο επιχειρηματικός κόσμος στη Γερμανία. Σύμφωνα με το Γερμανοτουρκικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο, οι γερμανικές εταιρείες έχουν επενδύσει περίπου 11,5 δισ. δολάρια στην Τουρκία από τότε που το ΑΚΡ ανέβηκε στην εξουσία το 2002, ενώ ο αριθμός των εταιρειών με γερμανικά κεφάλαια στην Τουρκία έχει ξεπεράσει τις 8.000.
Γι’ αυτό το λόγο οι εκπρόσωποι του επιχειρηματικού κόσμου επιθυμούν από την Ευρωπαϊκή Ένωση να επικαιροποιήσει τη συμφωνία για την Τελωνειακή Ένωση, της οποίας η Τουρκία έγινε μέλος την 1η Ιανουαρίου 1996, και να αποδεχθεί την Τουρκία ως συμβαλλόμενο μέρος στις συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου (ΣΕΣ) που έχει υπογράψει η ΕΕ με τρίτες χώρες. Στα θέματα αυτά η στάση της Γερμανίας, της μεγαλύτερης οικονομίας της ΕΕ, θα είναι καθοριστική.
Ο ένας έχει… ανάγκη τον άλλο
Αυτό που τονίζεται συνεχώς είναι ότι η Γερμανία και η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) χρειάζονται την Τουρκία και η Τουρκία χρειάζεται τη Γερμανία και την ΕΕ καθώς οι δύο πλευρές εξαρτώνται η μία από την άλλη.
Καθώς η Τουρκία έχει στρατηγική σημασία για την εφοδιαστική αλυσίδα της ΕΕ και της Γερμανίας, που είναι ο σημαντικός εμπορικός της εταίρος, οποιαδήποτε αστάθεια στην τουρκική οικονομία θα πλήξει τόσο τη Γερμανία όσο και την Ευρώπη.
Με τον πόλεμο στην Ουκρανία και την ανάγκη για διαφοροποίηση τον ενεργειακό της εφοδιασμό ο μελλοντικός ρόλος της Τουρκίας ως χώρας διαμετακόμισης θα έχει μεγάλη σημασία για τη Γερμανία και την Ευρώπη, οι οποίες θέλουν να σταθεροποιήσουν και να διαφοροποιήσουν τις εισαγωγές φυσικού αερίου.
Πέρα από τον ενεργειακό εφοδιασμό, προτεραιότητα του Βερολίνου είναι η αποτροπή της παράτυπης μετανάστευσης.
Στη Γερμανία, η κυβέρνηση συνασπισμού που σχηματίστηκε από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD), το Ελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα (FDP) και τους Πράσινους παλεύει αφενός με την οικονομική στασιμότητα και αφετέρου επιδιώκει να περιορίσει την εισροή παράτυπων μεταναστών, η οποία έχει καταστεί το σημαντικότερο θέμα της ατζέντας της χώρας. Η ραγδαία άνοδος του αντιμεταναστευτικού ακροδεξιού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) στην πολιτική σκηνή αυξάνει την πολιτική πίεση στη γερμανική κυβέρνηση.
Αυτές οι προκλήσεις καθιστούν τον Ερντογάν έναν «απαραίτητο συνομιλητή» για τον Σολτς. Μεταξύ των κορυφαίων στρατηγικών προτεραιοτήτων της γερμανικής κυβέρνησης είναι η διατήρηση της συμφωνίας του 2016 για τους πρόσφυγες μεταξύ της ΕΕ και της Τουρκίας. Στο πλαίσιο αυτό, η Γερμανία επιθυμεί περισσότερα χρήματα για την Τουρκία ώστε να παραμείνουν οι πρόσφυγες στην επικράτεια της.
Η Χαμάς και οι διαφορετικές κοσμοθεωρίες
Αυτό θα ήταν μια ανακούφιση για την τουρκική οικονομία η οποία βρίσκεται σε ύφεση και καθώς ο πληθωρισμός είναι στα ύψη και η αγοραστική δύναμη έχει μειωθεί απότομα, οι μεταναστευτικές πολιτικές της κυβέρνησης του ΑΚΡ δέχονται όλο και περισσότερη κριτική.
Εμπόδιο σ’ αυτό όμως θα μπορούσε να είναι ο αυξανόμενος αυταρχισμός του Ερντογάν, κάτι που σημειώνει η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και η σκληρή αντιδυτική ρητορική του τα τελευταία χρόνια, καθώς έχουν οδηγήσει σε κλιμάκωση των αντιτουρκικών αισθημάτων στη Γερμανία.
Ωστόσο, ο Σολτς, όπως και η προκάτοχός του Άνγκελα Μέρκελ, υποστηρίζει ότι ο διάλογος με τον Ερντογάν πρέπει να διατηρηθεί, ακόμη και αν είναι δύσκολος, και από τότε που ανέλαβε την καγκελαρία προτιμά να εκφράζει τις διαφορές του πίσω από κλειστές πόρτες και σε διμερείς τηλεφωνικές συνομιλίες παρά να επικρίνει ανοιχτά τον Ερντογάν.
Παρότι ο Σολτς απέφυγε για μεγάλο χρονικό διάστημα να σχολιάσει τη δήλωση του Ερντογάν ότι η Χαμάς «δεν είναι τρομοκρατική οργάνωση αλλά ομάδα μουτζαχεντίν» κατά την διάρκεια της συνάντησης του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, έσπασε τη σιωπή του.
Ο Σολτς, φροντίζοντας να χρησιμοποιεί προσεκτικές εκφράσεις, τόνισε ότι η Χαμάς είναι τρομοκρατική οργάνωση και ότι το Ισραήλ έχει το δικαίωμα να αμυνθεί απέναντι στη Χαμάς.
Η σθεναρή υποστήριξη του Σολτς προς το Ισραήλ σε μια περίοδο έντονης διεθνούς αντιπαράθεσης για το κατά πόσο το Ισραήλ τηρεί το διεθνές δίκαιο στη Γάζα ερμηνεύεται ως προάγγελος ενός έντονου διαλόγου με τον Ερντογάν το βράδυ της Παρασκευής για τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή.
Η μεγαλύτερη ανησυχία της γερμανικής πλευράς είναι εάν ο Ερντογάν θα κάνει δηλώσεις στο Βερολίνο με στόχο το Ισραήλ ή υπέρ της Χαμάς, η οποία έχει χαρακτηριστεί ως τρομοκρατική οργάνωση από την ΕΕ και οι δραστηριότητές της έχουν απαγορευτεί. Επισημαίνοντας ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μια πολύ ευαίσθητη διαδικασία, Γερμανοί αξιωματούχοι εκφράζουν την ανησυχία τους ότι οι δύο ηγέτες μπορεί να εμπλακούν σε μια δημόσια «μονομαχία λέξεων».
Ωστόσο, οι Γερμανοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι τονίζουν ότι, παρόλο που έχουν «βαθιές διαφορές απόψεων», είναι πολύ σημαντικό να συζητηθούν τα θέματα αυτά με τον Ερντογάν πίσω από κλειστές πόρτες.
Στο ίδιο μήκος κύματος είναι και ο επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU) Φρίντριχ Μερτς, ο οποίος δήλωσε τη Δευτέρα σε συνέδριο που διοργάνωσε το Ίδρυμα Κόνραντ Αντενάουερ ότι «οι καλές σχέσεις με την Τουρκία, ακόμη και αν πρόκειται για μια δύσκολη χώρα, είναι προς το συμφέρον της Γερμανίας».