Ο Ρίσι Σούνακ οδηγούμενος σε πολιτικό τέλμα και με τις δημοσκοπήσεις να δείχνουν μια κατάρρευση των Τόρις προχώρησε αιφνιδίως στην κήρυξη πρόωρων εκλογών στη Βρετανία στις 4 Ιουλίου. Αναλυτές χαρακτηρίζουν την κίνησή του ως «πέταγμα λευκής πετσέτας», καθώς το συντηρητικό κόμμα υπολείπεται 20 ποσοστιαίες μονάδες των Εργατικών του Κιρ Στάρμερ, που κατά την κοινή παραδοχή οδεύουν ολοταχώς για την επιστροφή στην εξουσία του Ηνωμένου Βασιλείου.
Κατά την ανακοίνωση των προώρων εκλογών, ο Ρίσι Σούνακ υπεραμύνθηκε των πολιτικών του, που καθώς φαίνεται δεν είχαν απήχηση στους πολίτες. Επιτέθηκε επίσης στους Εργατικούς και τον Κιρ Στάρμερ. «Δεν ξέρω τι προσφέρουν – και στην πραγματικότητα νομίζω ότι ούτε εσείς γνωρίζετε», είπε απευθυνόμενος στους πολίτες.
Η αλήθεια είναι πως ο ηγέτης των Εργατικών αν και χαρακτηρίζεται ως «αναμορφωτής» του κόμματος ύστερα από την ιστορική εκλογική ήττα πριν από πέντε χρόνια, δεν θεωρείται ιδιαίτερα αξιόπιστος από τους πολίτες. Αυτό βέβαια, στην παρούσα φάση, θα πρέπει να προβληματίζει πρωτίστως τον Ρίσι Σούνακ. Ο ίδιος και το κόμμα του, σύμφωνα με τις έρευνες της κοινής γνώμης, βρίσκονται σε χειρότερη θέση, αντιμετωπίζοντας την απαξίωση των πολιτών.
Το λιγότερο… κακό
Τα επιμέρους στοιχεία των δημοσκοπήσεων, όπως παρουσιάζονται σε πρόσφατη ανάλυση της εταιρείας Ipsos για τον Guardian, δείχνουν πως ο Στάρμερ και οι Εργατικοί δεν είναι περισσότερο δημοφιλείς ή αξιόπιστοι από αυτό που ήταν το 2015, όταν οι Συντηρητικοί είχαν κερδίσει τις εκλογές. Το συντριπτικό προβάδισμα των Εργατικών οφείλεται επί της ουσίας στην καταβαράθρωση των Τόρις.
Μάλιστα είναι οι λιγότεροι οι ψηφοφόροι σε σχέση με το 2014 που πιστεύουν πως οι Εργατικοί είναι ικανοί να κυβερνήσουν και πως έχουν μια καλή ηγετική ομάδα. Είναι επίσης μικρότερο το ποσοστό των πολιτών που δηλώνουν πως η ηγεσία των Εργατικών κατανοεί τα πραγματικά προβλήματα του Ηνωμένου Βασιλείου.
«Οι προσωπικές επιδόσεις του Στάρμερ είναι οι χαμηλότερες που έχει καταγράψει ποτέ η Ipsos για έναν ηγέτη της αντιπολίτευσης που προηγείται τόσο πολύ στη συνολική πρόθεση ψήφου. Είναι περισσότερο η αποστροφή για τους Τόρις παρά η ικανοποίηση με αυτά που προσφέρουν οι Εργατικοί που διαμορφώνει την πολιτικά δεδομένα», σημείωσε ο Μπεν Πέιτζ, διευθύνων σύμβουλος της Ipsos.
Σύμφωνα με το μέσο όρο δημοσκοπήσεων 12 διαφορετικών εταιρειών, τις δύο τελευταίες εβδομάδες και έως τις 20 Μαΐου, οι Εργατικοί με επικεφαλής τον Κιρ Στάρμερ έχουν τεράστια διαφορά (21 μονάδων) από τους Συντηρητικούς (Τόρις) του Ρίσι Σούνακ, οι οποίοι στο χειρότερο επίπεδό από τον Οκτώβριο του 2022, όταν η τότε πρωθυπουργός Λιζ Τρας αποχωρούσε από την Ντάουνινγκ Στριτ.
Οι έρευνες κοινής γνώμης δίνουν 23% στους Τόρις και 44% στους Εργατικούς. Οι Πράσινοι βρίσκονται στο 7%, το υψηλότερο ποσοστό τους από το 2021. Το Reform UK κινείται στο 11%, καταγράφοντας μερική υποχώρηση από το υψηλότερο επίπεδο στις αρχές Απριλίου, ενώ το ποσοστό των Φιλελεύθερων Δημοκρατών (LD) εκτιμάται στο 10%.
Η «πολιτική του Μινγκ»
Ο ηγέτης των Εργατικών, δικηγόρος στο επάγγελμα, αναφέρεται συχνά ως μεθοδικός και επαγγελματίας, αλλά στερείται του πολιτικού ταλέντου, όπως σημειώνουν πολιτικοί αναλυτές, υπογραμμίζοντας πως η προσέγγισή του θυμίζει την «πολιτική Μινγκ» του Τόνι Μπλερ, την διετία 1996 – 1997. Ο τότε ηγέτης των Εργατικών είχε παρομοιαστεί με «έναν άνθρωπο που κουβαλάει ένα ανεκτίμητο βάζο Μινγκ σε ένα εξαιρετικά γυαλισμένο πάτωμα». «Αν θέλετε να καταλάβετε την πολιτική του Στάρμερ, δείτε τη ζωή του πριν γίνει πολιτικός», είπε στο Politico ένα άτομο που γνωρίζει καλά τον 61χρονο, υπογραμμίζοντας πως «δεν συγκαταλέγεται στους παραδοσιακούς Εργατικούς».
Ξεκίνησε στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης ως δικηγόρος σε μεγάλες υποθέσεις ακτιβιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως σε αυτήν ενάντια στην McDonalds. Εκείνη την περίοδο είχε κατηγορηθεί ακόμη και για υπεράσπιση «τρομοκρατών». Στη συνέχεια άλλαξε ριζικά το προφίλ του, καθώς διαδέχθηκε τον Κεν Μακντόναλντ στη θέση του DPP (Διευθυντή Δημοσίων Εισαγγελιών). Από τότε οι μετριοπαθείς πολιτικές του θέσεις διαμορφώθηκαν σε αυτές που είναι σήμερα και τον οδήγησαν στην ηγεσία των Εργατικών.
Το 2015 εισήλθε στο βρετανικό Κοινοβούλιο και έγινε σκιώδης γραμματέας Brexit υπό τον Τζέρεμι Κόρμπιν. Όπως σχολιάζει το Politico, ο Στάρμερ ήταν πάντα προσεκτικός ώστε να μην επικρίνει τον αριστερό ηγέτη του κόμματος. Εξάλλου ο Κόρμπιν παρέμενε εξαιρετικά δημοφιλής στα μέλη των Εργατικών. Ωστόσο, η ανάδειξή του στην ηγεσία δεν ήταν τυχαία. Επί δύο χρόνια, προτού διεκδικήσει την προεδρία, πραγματοποιούσε μυστικές προπαρασκευαστικές συναντήσεις κάθε Δευτέρα με έμπιστους φίλους και βοηθούς.
Από το 2020, όταν και έγινε επικεφαλής των Εργατικών, περιθωριοποίησε την αριστερή πτέρυγα, έστρεψε το κόμμα προς το Κέντρο, αναθεώρησε, μετρίασε και συντηρητικοποίησε τις θέσεις του Εργατικού Κόμματος σε βασικούς τομείς, οπως στην οικονομική και κοινωνική πολιτική: Τέλος η κατάργηση των διδάκτρων στα πανεπιστήμια, τέλος η φορολόγηση των πλουσιών, τέλος και η επανακρατικοποίηση των σιδηροδρόμων, των ταχυδρομείων, του νερού και της ενέργειας. Τέλος και η υπόσχεση για δισεκατομμύρια λίρες σε πράσινες επενδύσεις. Η δε εμβληματική πολιτική των Εργατικών για τη βελτίωση των δικαιωμάτων των εργαζομένων έχει πλέον υποβαθμιστεί και αποδυναμωθεί.
Γενικά ο Στάρμερ, ακολουθώντας την «πολιτική Μινγκ», αποφεύγει να «ταράζει τα νερά». Αν και απομακρύνθηκε από ορισμένους παραδοσιακούς ψηφοφόρους των Εργατικών, η στρατηγική αυτή απέφερε «καρπούς» καθώς καταγράφει συντριπτικό προβάδισμα έναντι των Τόρις. Ωστόσο ορισμένοι στους Εργατικούς, όπως αναφέρει ο Guardian, ανησυχούν πως στην πραγματικότητα το κόμμα θα μπορούσε να είναι ευάλωτο σε επιθέσεις κατά τη διάρκεια μιας γενικής προεκλογικής εκστρατείας. «Όταν δεν έχεις να υπερασπιστείς κάτι με πάθος είσαι ευάλωτος, καθώς ο άλλος μπορεί και ορίζει την ατζέντα», σχολίαζαν πηγές από το κόμμα.
Από την πλευρά του, ο επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατεία του Στάρμερ απορρίπτει αυτούς τους προβληματισμούς. Ο κίνδυνος, ισχυρίζεται απηχόντας και τη στρατηγική του επικεφαλής των Εργατικών, είναι να δημιουργήσει κάποιος φιλόδοξες μετεκλογικές προσδοκίες, οι οποίες στη συνέχεια θα διαψευστούν.
Ο ίδιος ο Στάρμερ σε καμία περίπτωση δεν απολογείται για το μονοπάτι που έχει ακολουθήσει και καυχιέται για τις ριζικές αλλαγές που επέφερε στο κόμμα από την εποχή του Κόρμπιν. Σε ό,τι αφορά στην εξωτερική πολιτική θα επιθυμούσε μια στενότερη σχέση με την ΕΕ. Στο παρελθόν είχε ταχθεί υπέρ ακόμη και ενός δεύτερου δημοψηφίσματος για το Brexit. Αλλά αυτό στην παρούσα συνθήκη δεν σημαίνει κάτι. Όπως προαναφέρθηκε δύσκολα παρεκκλίνει από την «ηρεμία της κανονικότητας» και την «πολιτική του Μινγκ».
Το απλό σύνθημα που ανοίγει την πόρτα της Ντάουνινγκ Στριτ.
Αν τελικά κερδίσει ο Στάρμερ, κάτι που εκτός συγκλονιστικού απροόπτου εκτιμούν όλοι πως θα συμβεί, τότε θα γίνει ο τέταρτος ηγέτης των Εργατικών που οδηγεί το κόμμα στην εξουσία μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και μόλις ο δεύτερος τα τελευταία 50 χρόνια. Αν και φαινομενικά θα κληρονομήσει μια χώρα που μόλις έχει βγει από την ύφεση, δημοσιονομικά η Βρετανία σχοινοβατεί και οι προκλήσεις παραμένουν μεγάλες: Από την οικονομία μέχρι τη μετανάστευση, την ασφάλεια, την εξωτερική πολιτική και τον πόλεμο στην Ουκρανία.
«Το καλό με τη στρατηγική του “βάζου Μινγκ” είναι ότι τουλάχιστον αν κερδίσουμε, οι προσδοκίες θα είναι χαμηλές», σχολίασε πολιτικός από τους Εργατικούς. Αν και μέχρι τις εκλογές της 4ης Ιουλίου αναμένεται να ανοίξουν μια σειρά από ζητήματα στο πλαίσιο της δημόσιας συζήτησης, γεγονός που θα αναγκάσει τους Εργατικούς να εκτεθούν περισσότερο σχετικά με τις πολιτικές θέσεις και προτάσεις τους, το κεντρικό μήνυμα της προεκλογικής εκστρατείας του Στάρμερ ήταν και θα παραμείνει απλό: «Μετά από 14 χρόνια χάους των Τόρις είναι ώρα για αλλαγή». Και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως αυτό το «σύνθημα» είναι αρκετό για να ανοίξει η πόρτα της Ντάουνινγκ Στριτ.