Στον χάρτη της Κεντρικής Ασίας, το Καζακστάν κατέχει δεσπόζουσα θέση, καθώς όχι μόνο είναι η 9η μεγαλύτερη χώρα στον κόσμο, αλλά είχε επίσης την περιφερειακή φήμη ως μια σταθερή και συγκριτικά πλούσια κοινωνία, με πολλούς πόρους σε φυσικό αέριο και πετρέλαιο, καθώς και έναν ποικιλόμορφο και καλά εκπαιδευμένο πληθυσμό.
Αυτό ήταν αποτέλεσμα της ηγεσίας της χώρας από τον Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγεφ που κυβέρνησε το Καζακστάν από τις τελευταίες ημέρες της Σοβιετικής Ένωσης στα τέλη της δεκαετίας του 1980, έχοντας έτσι καταφέρει να εξαλείψει τις περισσότερες μορφές εναλλακτικής πολιτικής ζωής, τα πραγματικά ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης ή την κριτική της κοινωνίας των πολιτών.
Ο Ναζαρμπάγεφ που παρέμεινε στην εξουσία για περίπου 30 χρόνια παραιτήθηκε τον Μάρτιο του 2019, αλλά διατήρησε την εξουσία ως επικεφαλής του Συμβουλίου Ασφαλείας του Καζακστάν. Την Προεδρία ανέλαβε το alter ego του Ναζαρμπάγεφ όπως τον αποκαλούν, ο διπλωμάτης και πολιτικός Κασσίμ-Τζομάρτ Τοκάγιεφ ο οποίος χτες, μετά τις εκτεταμένες διαμαρτυρίες απέπεμψε τον μέντορα του από την θέση του όπως και τον Πρωθυπουργό με το Υπουργικό του Συμβούλιο, για να εκτονώσει τις βίαιες διαδηλώσεις σε όλη την επικράτεια.
Οι διαδηλώσεις που προκλήθηκαν από την αύξηση των τιμών του υγροποιημένου φυσικού αερίου, αλλά έχουν ως υπόβαθρο την εκτεταμένη διαφθορά, τις κοινωνικές ανισότητες και την έλλειψη ανεξαρτησίας των μέσων ενημέρωσης κι έχουν καλυφθεί εκτενώς από το iEidiseis, επηρεάζουν το γεωπολιτικό σκηνικό στην περιοχή και προκαλούν ανησυχία για την αποσταθεροποίηση της.
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλούν οι εξελίξεις στο Καζακστάν τόσο στην Κίνα όσο και στην Ρωσία.
Για την Κίνα, η κατάσταση είναι ανησυχητική, καθώς το Καζακστάν είναι βασικός παίκτης στον διάδρομο της πρωτοβουλίας “One Belt One Road” και βασικός προμηθευτής φυσικού αερίου και πετρελαίου. Ο σημερινός πρόεδρος του Καζακστάν Κασίμ-Γιομάρτ Τοκάγιεφ θεωρείται φίλος του Πεκίνου, μιλάει άπταιστα μανδαρινικά κινέζικα καθώς όχι μόνο σπούδασε εκεί αλλά είχε διατελέσει και Πρέσβης της Σοβιετικής Ένωσης στο Πεκίνο.
Η εθνοτική αντιπολίτευση του Καζακστάν, ωστόσο, είναι γνωστή για τον αντι-κινεζικό της λόγο, κάτι που ενδεχομένως θα μπορούσε να οδηγήσει στην καταστροφή κινεζικών επιχειρήσεων, από τη βία στους δρόμους, όπως έχει συμβεί σε παρόμοιες καταστάσεις στην Κιργισία.
Είναι ενδεικτικό ότι η έκδοση της People’s Daily, της εφημερίδας που διαμορφώνει την επίσημη γραμμή της κινεζικής κυβέρνησης, στη γλώσσα του Καζακστάν, δεν κάνει καμία αναφορά στις αναταραχές και μοιράστηκε μόνο μια ανακοίνωση του Τοκάγιεφ για την αποπομπή της κυβέρνησής του.
Οι διαδηλωτές δεν έχουν ακόμη παρουσιάσει έναν ξεκάθαρο εκπρόσωπο για την έναρξη διαλόγου με τη σημερινή ηγεσία του Καζακστάν. Η βία στους δρόμους εξαπλώνεται και παραμένει ασαφές ποιος κρύβεται πίσω από αυτές τις πράξεις, καθώς μπορεί να είναι διαδηλωτές ή καιροσκόποι πλιατσικολόγοι που επιδίδονται σε κλοπές και καταστροφές.
Η χώρα όμως που ανησυχεί περισσότερο είναι η Ρωσική Ομοσπονδία με τη Μόσχα να παρακολουθεί στενά την κατάσταση, παρόλο που επίσημα δηλώνουν ότι είναι ένα εσωτερικό ζήτημα και θα διευθετηθεί από τις αρχές του Καζακστάν.
Η Ρωσία η οποία βρίσκεται σήμερα σε κατάσταση πολέμου με την Ουκρανία, ως άμεση συνέπεια της Πορτοκαλί Επανάστασης του 2004-2005 και των διαδηλώσεων του 2013, κατά τις οποίες οι διαδηλωτές ανέτρεψαν την ουκρανική κυβέρνηση για λόγους παρόμοιους με αυτούς που επηρεάζουν σήμερα το Καζακστάν, φοβάται μια αντίστοιχη επανάληψη.
Συγχρόνως έχοντας συγκεντρώσει πάνω από 100.000 Ρώσους στρατιώτες στα σύνορα με την Ουκρανία, οι εξελίξεις στο Καζακστάν ενδέχεται να επηρεάσουν τη λήψη αποφάσεων από την πλευρά της Ρωσίας για την ουκρανική κρίση.
Αυτό ενδεχομένως να συμβεί εάν και εφόσον ενεργοποιηθεί το αίτημα που απεύθυνε ο Πρόεδρος του Καζακστάν για βοήθεια προς τον Οργανισμό της Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας (CSTO), μιας στρατιωτικής συμμαχίας που αποτελείται από τη Ρωσία, τη Λευκορωσία, την Αρμενία, το Καζακστάν, την Κιργισία και το Τατζικιστάν.
Το ενδιαφέρον της Ρωσίας καταδεικνύεται και από τις δηλώσεις στο TASS του επικεφαλής της Επιτροπής της Κρατικής Δούμας για θέματα Κοινοπολιτείας Αναξάρτητων Κρατών, ευρασιατικής ολοκλήρωσης και σχέσεων με τους συμπατριώτες του Λεονίντ Καλάσνικοφ.
«Πρέπει να καταλάβουμε ξεκάθαρα: πρόκειται για μια εσωτερική υπόθεση του Καζακστάν, φυσικά, αλλά είναι αναμφίβολα σημαντική για εμάς», προσθέτοντας ο Καλάσνκοφ ότι «η ηγεσία του Καζακστάν πιθανότατα θα είναι σε θέση να διευθετήσει την κατάσταση στη χώρα και η άνοδος των αντιρωσικών δυνάμεων στην εξουσία δεν θα καταστεί δυνατή».
Συνεχίζοντας ο Καλάσνικοφ σημείωσε ότι «οι αυξήσεις των τιμών των καυσίμων προκάλεσαν τις διαδηλώσεις στο Καζακστάν και ορισμένες δυνάμεις που ενδιαφέρονται να αποσταθεροποιήσουν την κατάσταση στη δημοκρατία, εκμεταλλεύτηκαν γρήγορα και άμεσα αυτή την κατάσταση».
«Αυτό μπορεί να αποδειχθεί από το πόσο γρήγορα, σε σύγκριση με το 2011 και το 2008, όταν τέτοιες οικονομικές διαμαρτυρίες είχαν ήδη λάβει χώρα στο Καζακστάν, οι εξελίξεις αυτές εξαπλώθηκαν από τα δυτικά της [χώρας] σε αρκετές άλλες περιοχές που δεν είχαν ποτέ συμμετάσχει σε τέτοια γεγονότα», επεσήμανε.
Ο Καλάσνικοφ επεσήμανε επίσης πόσο γρήγορα “φιλοδυτικά διαδικτυακά κανάλια” επενέβησαν στις διαδηλώσεις και “άρχισαν να φέρνουν τους ανθρώπους στους δρόμους και να τους συντονίζουν”.
Όσον αφορά τους διαδηλωτές ενώ οι αρχικές διαδηλώσεις σχετίζονταν άμεσα με την αύξηση των τιμών του υγρού φυσικού αερίου, το οποίο χρησιμοποιείται ως καύσιμο για τα αυτοκίνητα κυρίως στα νοτιοδυτικά της χώρας, τα συνθήματα γρήγορα έγιναν πολιτικά, ζητώντας αλλαγές στην ηγεσία και στο σύστημα λόγω της ανεξέλεγκτης διαφθοράς και της έλλειψης πολυκομματικού συστήματος και ελεύθερων και δίκαιων εκλογών.
Με βάση όσα μπορούν να παρατηρηθούν και να αναλυθούν μέχρι στιγμής, η διαμαρτυρία φαίνεται να είναι πραγματικά λαϊκή και να μην έχει ξεκάθαρους ηγέτες. Αυτή η προφανής έλλειψη ηγεσίας υποδηλώνει μια αβέβαιη έκβαση των διαδηλώσεων.