Κόσμος

Παναγία των Παρισίων: Τα αλχημιστικά και αποκρυφιστικά μυστικά

Ο διάσημος καθεδρικός ναός της Παναγίας των Παρισίων πάντοτε αποτελούσε έναν προνομιακό χώρο, όχι μόνον της ιστορίας της τέχνης και της λογοτεχνίας, αλλά και του αποκρυφιστικού πνεύματος.

Απόδειξη αυτού είναι ο αέναος συσχετισμός του με αποκρυφιστικά, μεταφυσικά σύμβολα και ιστορίας (από την Ουγκωϊκή απόδοση του Κουασιμόδου και τα Μυστήρια των Παρισίων του Ευγένιου Συ, έως την εμφάνισή της στον Κώδικα Ντα Βίντσι του Νταν Μπράουν). Άλλωστε η μυστηριακή μορφή του γέρου με τον φρυγικό σκούφο και το παλτό σε έναν από τους πύργους του διάσημου γοτθικού καθεδρικού ναού, αποτελεί την αλληγορία του αλχημιστή, ο οποίος από το ψηλό βάθρο της γνώσης του των απόκρυφων νόμων, παρατηρεί τον κόσμο.

Το 1905, κατά την κατασκευή του παρισινού μετρό, κάτω από τα παλιά κοιλώματα της Βαστίλης βρέθηκε ένα άγαλμα της Ίσιδας. Στη μεγάλη μαύρη θεά, της οποίας η λατρεία διαδόθηκε παντού στα πέρατα της αυτοκρατορίας μέσω των ρωμαϊκών λεγεώνων οφείλεται και η ετυμολογία της ονομασίας της πόλης (Par-Isis, το πλοίο της Ίσιδας). Η αλήθεια είναι ότι το Ιλ-ντε λα- Σιτέ, ο πρώτος οικισμός των Παρισίων, φαίνεται από τον ουρανό σαν ένα από τα σκάφη, που στην αυγή της ιστορίας απέπλευσε από τον Νείλο, στη «μαύρη γη», όπου γεννήθηκαν ο Ερμής ο Τρισμέγιστος και η τέχνη της μετατροπής ταπεινών μετάλλων σε χρυσό. Σταδιακά, η αρχαία αιγυπτιακή θεά μεταμορφώθηκε από τον δωδέκατο αιώνα στη Μαύρη Παναγία, και η κρύπτη όπου λατρεύεται βρίσκεται ακριβώς στα κατάβαθα του εδάφους του «νησιού», απέναντι από τον καθεδρικό ναό της Παναγίας των Παρισίων. Άλλωστε και η επωνυμία της «Νοτρ Νταμ», «η Κυρά μας» αντιστοιχεί στον τρόπο επίκλησης της αιγυπτιακής θεότητας.

Ο Φουλκανέλι είναι ο τελευταίος διάσημος αλχημιστής, που αφιέρωσε τη ζωή του για να διαλευκάνει τα μυστήρια στον καθεδρικό ναό της Νοτρ Νταμ. Η ίδια του η ταυτότητά περιβάλλεται επίσης από ένα αδιάλυτο μυστήριο: για κάποιους, υπήρξε ένας αξιωματικός του μηχανικού που συνεργάστηκε με τον αρχιτέκτονα Εζέν Βιολέ-λε-Ντυκ στην αποκατάστασητης Νότρ Νταμ. Για άλλους είναι ο ίδιος ο Ζαν-Ζυλιέν ντε Σαμπάν (Jean-Julien de Champagn), ο οποίος υπέγραψε τις απεικονίσεις του Μυστηρίου των Καθεδρικών. Υπολογίζεται πως έφυγε από τη ζωή το 1932 σε μία σοφίτα στο αριθμό 59 της οδού Ροσουάρ ( Rue de Rochechouart), κοντά στο σιδηροδρομικό σταθμό της Γκαρ ντε Λιόν, μολονότι πολλά από τα συμβάντα που διηγείται στα βιβλία του διαδραματίζονται μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, γεγονός που τροφοδοτεί τη φαντασία όσων πιστεύουν ότι είχε ανακαλύψει το ελιξίριο της αιώνιας ζωής, τη συνταγή του οποίου μπορούν οι μυημένοι να διαβάσουν στην είσοδο του ναού της Νοτρ Νταμ.

Χάρη σ’ αυτόν γνωρίζουμε πως οι ασθενείς συγκεντρώνονταν σε ένα ειδικό τμήμα της Παναγίας, όπου κρέμονταν έξι λάμπες και δεν εγκατέλειπαν τον ναό έως ότου ιαθούν από τις αρρώστιες τους. Ενώ κι οι γιατροί που τους φρόντιζαν, το έκαναν γύρω από το βαπτιστήριο στην είσοδο της βασιλικής. Ο λόγος αυτής της ιεροτελεστίας παραμένει ακόμη μυστήριο.

Τον 14ο αιώνα, κάθε Κυριακή συγκεντρώνονταν στην κεντρική Πύλη όλοι οι αλχημιστές (στις ειδούς του Κρόνου, όπως λέει ο Φουλκανέλι), όπου εξέθεταν τα αποτελέσματα των ερευνών τους και μελετούσαν τα αλχημικά σύμβολα που απεικονίζονται στο υπέρθυρό της.

Αλλά και στις δύο πλευρές της μεγάλης εισόδου υπάρχουν στο υπέρθυρο δύο σειρές από 12 μετώπες και 12 μορφές που αντιπροσωπεύουν τα διαφορετικά στοιχεία και τις φάσεις της αλχημικής διαδικασίας. Μάλιστα σε αυτές τις μορφές, μία γυναίκα παρουσιάζεται τρεις φορές να κρατάει σε δίσκο ένα κοράκι, σύμβολο της σήψης, ή μία σαλαμάνδρα, σύμβολο της ασβεστοποίησης και ξεχωρίζει η αναπαράσταση με τον Φιλοσοφικό Υδράργυρο, που αποτελεί το σύμβολο της μεσαιωνικής επιστήμης. Επίσης ξεχωρίζουν: ένας ιππότης με πανοπλία και δόρυ που προστατεύει το atanor (τον αλχημιστικό κλίβανο όπου προετοιμάζεται το μαγείρεμα των υλικών). Το κοράκι,το σύμβολο της σήψης που είναι απαραίτητο για τον διαχωρισμό του καθαρού και του ακάθαρτου,ιδιότητες που συνεδράζονται σε μια ίδια ένωση. Ένας άνθρωπος που κρατά ανοιχτό έναν κλίβανο και στο δεξί του χέρι τη φιλοσοφική λίθο. Στην κορυφή, όπου έζησε ο καμπούρης του Βίκτωρος Ουγκώ, μπορούμε να παρατηρήσουμε, στη γωνία του βόρειου πύργου, που περιβάλλεται από μάγισσες, το εντυπωσιακό ανάγλυφο ένας γέρου με φρυγικό σκούφο και παλτό, που ακουμπά με το ένα χέρι στην κουπαστή και με το άλλο χαϊδεύει τη γενειάδα του: είναι ο αλχημιστής, που εξετάζει και αναρωτιέται για την εξέλιξη του έργου.

Στο άλλο άκρο του νησιού είναι το Sainte-Chapelle, που χτίστηκε μεταξύ 1245 και 1248 για να φυλάξει τα λείψανα του Θείου Πάθους. Τα υπέροχα βιτρό παράθυρα εκτελέσθηκαν με γνώμονα τις αλχημικές διαδικασίες. Το αγαπημένο του Φουλκανέλι ήταν η Σφαγή των Αθώων, μία αλληγορική απεικόνιση του «θανάτου» της πρώτης ύλης στα χέρια του υδραργύρου, με απώτερο στόχο την «ανάστασή» του στις επόμενες φάσεις της κατεργασίας του πιο ευγενούς αποτελέσματος.

Οι μεσαιωνικοί κτίστες χάραξαν τα σύμβολα του Ερμητικού δόγματος στους τοίχους των καθεδρικών ναών, τα οποία άσκησαν μεγάλη επιρροή σε κατοπινά δείγματα της μοντέρνας οικιστικής και θρησκευτικής αρχιτεκτονικής: στη δεξιά όχθη, πίσω από το Λούβρο, η εκκλησία του Saint-Germain l’Auxerrois, μας εκπλήσσει με τα τρομακτικά, αποτρόπαια δαιμόνιά του, και το υποβλητικό γλυπτό της Παναγίας της Αιγυπτίας. Λίγο πιο ανατολικά, βρίσκονται οι εκκλησίες του Saint-Merri και του Saint-Martin-des-Champs. Από την παλιά εκκλησία του Saint-Jacques de la Boucherie σήμερα υπάρχει μόνον ο πύργος, απ’ όπου ξεκινούσαν οι προσκυνητές για τον αποστολικό καθεδρικό του Σαντιάγο ντε Κομποστέλα στη Γαλικία της Ισπανίας. Λίγα μέτρα από τον πύργο διασταυρώνονται δύο δρόμοι, ένας με το όνομα του Nicolas Flamel (ο οποίος το 1389 έφτιαξε την πύλη του Saint-Jacques) και της συζύγου του, Perrenelle. Οκτώ τετράγωνα βορειότερα, στο 51 της οδού ντε Μοντμορενσί, υπάρχει μία επιγραφή: «Εδώ έζησε ο Νικολά Φλαμέλ, ένας πλούσιος παρισινός, ενορίτης του Saint-Jacques de la Boucherie, που ένας θρύλος τον θέλει να μετατρέπεται σε αλχημιστή σε αναζήτηση της φιλοσοφικής λίθου και του τρόπου μετατροπής του μολύβδου σε χρυσό».

Κανείς όμως δεν αρνείται, ωστόσο, ότι ο Φλαμέλ ξόδεψε όλη του την περιουσία για την κατασκευή καταφυγίων για τους ζητιάνους, σε νοσοκομεία και για το νεκροταφείο των Αθώων (Innocentes), στην πρόσοψη του οποίου έβαλε να χαράξουν το ιερογλυφικό με τα κλειδιά της επιστήμης του Ερμή, την οποία σύμφωνα με τον θρύλο διδάχθηκε από τον δάσκαλο Κάνς (Canches) στη Λυόν.

Ένας χρονογράφος του δέκατου όγδοου αιώνα, δηλώνει πως τον είχε δει στην Όπερα του Παρισιού με τη σύζυγό του, Περενέλ, τέσσερις αιώνες μετά τον υποτιθέμενο θάνατό του, και ο θρύλος λέει ότι κατά την αφαίρεση της ταφόπλακάς του δεν βρέθηκαν λείψανα. Η ταφόπλακα του Φλαμέλ βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο Κλυνί (Cluny). Αυτό το μουσείο φιλοξενεί επίσης μια σειρά από μεσαιωνικές ταπετσαρίες, όπως «Η Κυρία και ο Μονόκερως», η οποία σύμφωνα με τους Ερμητικούς δεν είναι, ή δεν είναι μόνον, μια αλληγορική ερμηνεία των αισθητηριακών αντιλήψεων, αλλά επίσης και η αλχημική εργασία: η κυρία που φέρει μια σημαία με τρία μισοφέγγαρα, που αντιπροσωπεύουν το κλάσμα του υδραργύρου που συλλέγονται στο τέλος της πρώτης κατεργασίας, τρεις φορές μικρότερο από τη συνολική ποσότητά του στην αρχή της αλχημιστικής διαδικασίας…

Οι Φουλκανέλι, Ζαν –Ζυλιέν Σαμπάν ( Jean-Julien Champagne, αν δεν ήταν το ίδιο και το αυτό πρόσωπο), Ρενέ Σβάλερ (για μερικούς, η πραγματική συγγραφέας των έργων που αποδίδονται στον Φουλκανέλι) και τα παιδιά του Φερδινάνδου Λεσσέψ, που άνοιξε την διώρυγα του Σουέζ, συνήθιζαν να μαζεύονται εκεί κοντά στο 76 της Rue de Rennes, στο βιβλιοπωλείο Livrairie du Merveilleux. Ο ιδιοκτήτης του Πιερ Ντιζόλ είχε ένα μοναδικό αρχείο αποκρυφικών επιστημών. Η θρυλική βιβλιοθήκη δεν υπάρχει πια, αλλά όπως λένε οι ειδικοί στον εσωτερισμό, στα κοντινά βιβλιοπωλεία της πλατείας Σαιν Μισέλ, μπορεί κάποιος να βρει κάποιες «καλές επαφές».

Οι κληρονόμοι των Ναϊτών έκαναν τις μυστικές συναντήσεις τους κοντά στο σπίτι του Φλαμέλ, στο υπόγειο του Ωδείου, δίπλα στο γιγάντιο εκκρεμές του Φουκώ (που σήμερα εκτίθεται στο Πάνθεον): τουλάχιστον στην φαντασία του Ουμπέρτο ​​Έκο. Αλλά εξίσου παραληρηματική, όσο και αληθοφανής την ίδια στιγμή είναι και η ιδέα του Νταν Μπράουν: Το Άγιο Δισκοπότηρο βρίσκεται θαμμένο κάτω από την κορυφή της πυραμίδας του Λούβρου, που εγκαινιάστηκε το 1989. Διαφανής και αινιγματική, η πυραμίδα αυτή που θυμίζει τις αιγυπτιακές, προώρισται να συνεχίσει να εξάπτει τη φαντασία των πιστών του αποκρυφισμού, με τον ίδιο μαγνητισμό που τους ασκεί η γοτθική πρόσοψη της Νοτρ Νταμ.

Αντιπαράθεση ειδικών για την αποκατάσταση της Παναγίας των Παρισίων

Μετά την καταστροφική πυρκαγιά στην Παναγία των Παρισίων και τις αποφασιστικές υποσχέσεις της γαλλικής κυβέρνησης να την αποκαταστήσει το ταχύτερο δυνατόν, ο λόγος αναπόφευκτα περνά στους ειδικούς, αρχιτέκτονες, μηχανικούς, διαχειριστές των πολιτιστικών έργων, για να αποφασίσουν τον τρόπο, τη μέθοδο, ακόμη και τη μορφή που θα πρέπει να έχει μετά τις σχετικές εργασίες η Νοτρ Νταμ.

Και τούτο γιατί και τα αρχιτεκτονικά μνημεία δεν μένουν στατικά μέσα στην πορεία τους στην ιστορία και στις διακυμάνσεις στην αντίληψη των εκάστοτε γενεών για το κάλλος και το υψηλόν. Πράγματι, ο αρχιτέκτονας Βιολέ-λε-Ντυκ που είχε αναλάβει στα μέσα του 19ο αιώνα τη ριζική ανακαίνιση της Παναγίας, είχε προσθέσει τους αποτροπαϊκούς δαίμονες (τα γνωστά gargoyle), που προφανώς δεν είχε οραματισθεί ο επίσκοπος Μορίς ντε Σουλί στον 12ο αιώνα. Όπως επίσης της πρόσθεσε και τον πυργίσκο του “Βέλους”, ο οποίος κατέρρευσε από τις φλόγες, και στον οποίο ουδέποτε μπόρεσε να σκαρφαλώσει ο καμπούρης κωδωνοκρούστης Κουασιμόδος, καθώς το λογοτεχνικό έργο του Βίκτωρος Ουγκώ κυκλοφόρησε το 1831. Ο ίδιος ο Ουγκώ μέσα στις σελίδες του περιέγραφε «τη μεγάλη φωτιά ανάμεσα στους δύο πύργους», όπως ακριβώς φαίνεται στη φωτογραφία που κυκλοφορεί σε όλα τα μέσα ενημέρωσης και το διαδίκτυο.

Πλέον έχει ξεκινήσει μία μεγάλη συζήτηση για το εάν η Παναγία θα πρέπει να επιστρέψει στην ακριβώς προηγούμενη μορφή της, ή είναι πρέπον να προστεθούν και σε αυτή στοιχεία σημερινά, που όμως θα εξασφαλίζουν καλύτερη θωράκισή της από καταστροφές. Και πάνω σε αυτό το σημείο καταγράφονται οι πρώτες διαμάχες.

Ο πασίγνωστος αρχιτέκτονας Ρέντσο Πιάνο για παράδειγμα, σε σχόλιά του στην εφημερίδα Corriere della Sera, τάσσεται υπέρ της ανακατασκευής των ξύλινων αντηρίδων της στέγης, το γνωστό «forêt=δάσος», λόγω του πλήθους των δρύινων μαδεριών σε περίπλοκες συνθέσεις τριαρθωτών τόξων που χρησιμοποιήθηκαν για να στηρίξουν το βάρος της.

Από την πλευρά του, ο επίσης διάσημος Ιταλός αρχιτέκτονας Μασιμιλιάνο Φούκσας, που διατηρεί και γραφείο του στο Παρίσι, τάσσεται υπέρ μίας μέσης οδού: «Θεωρώ πως θα πρέπει να σκεφθούμε μία μέση λύση με τα σημεία εκείνα που έχουν χαθεί στη φωτιά, κι ευελπιστώ πως θα είναι λιγότερα από εκείνα που είδαμε στις εικόνες και τα οποία θα μπορούν να αναστυλωθούν. Πιστεύω στη μέση οδό ανάμεσα στο ακραία σύγχρονο και στην αναστύλωση των παλαιών στοιχείων».

Ερωτηθείς εάν θα έβλεπε στη στέγη της Παναγίας έναν κρυστάλλινο θόλο σαν «τον Φάρο», που σχεδίασε ο ίδιος για ένα παλαιό μέγαρο της Ρώμης, ο Φούκσας απάντησε: «δεν βλέπω τόσο έναν Φάρο, αλλά η πρώτη ιδέα που μου ήλθε στο μυαλό ήταν αυτή ενός πανύψηλου πύργου φτιαγμένο από κρύσταλλο Μπακαρά, που είναι γαλλικό, και θα φωτίζεται τη νύχτα και θα γεμίζει φως». Αναφερόμενος στην πιθανότητα να του ανατεθεί η αποκατάσταση της Νοτρ Νταμ δήλωσε: «δεν διεκδικώ την υποψηφιότητα και δεν έχω έτοιμο κάποιο σχέδιο, γιατί επαναλαμβάνω τούτη τη στιγμή προέχει να αγκαλιάσουμε αυτό το διεθνές σύμβολο που χάθηκε στις φλόγες. Όμως γνωρίζω ένα πράγμα: θα ήθελα τούτη τη φορά να σκεφθούμε ένα έργο όπως εκείνα του Μεσαίωνα, ένα συλλογικό έργο. Η πλειονότητα των Καθεδρικών κτίσθηκαν από πλήθος μαστόρων, όλοι τους ισάξιοι, από τους λαξευτές της πέτρας, τους μαρμαρογλύφους έως τους αρχιτέκτονες».

Άγνοια για το τι πρέπει να γίνει τελικά, δηλώνει από την πλευρά της η Κάρμελ Λορένθο, διευθύντρια της Ανωτάτης Σχολής Συντήρησης κι Αποκατάστασης των Πολιτιστικών Μνημείων της Γαλικίας (που έχει υπό τη μέριμνά της τον διάσημο Καθεδρικό Ναό του Σαντιάγο ντε Κομποστέλα, το μεγαλύτερο δείγμα ρωμανικού ρυθμού). Η ίδια τονίζει πως εκείνο που θα πρέπει να γίνει εν πρώτοις είναι η διαδικασία που οι ειδικοί ονομάζουν «αναστύλωση», δηλ. την αποκατάσταση της αρχικής μορφής του κτίσματος με τα ακριβή υλικά του που διασώθηκαν από τις φλόγες. «Όμως θα πρέπει να αφήσουμε ορατές τις νέες τεχνικές και τα καινούργια υλικά που χρησιμοποιήθηκαν, επιλέγοντας χρώματα και τονικότητες διαφορετικές. Το μόνο που δεν πρέπει να γίνει, είναι να προσποιηθούμε πως δεν συνέβη τίποτα», τονίζει.

Ο υποδιευθυντής του Ινστιτούτου Εθνικής Κληρονομιάς της Ισπανίας Χαβιέρ Ριβέρα Μπλάνκο τονίζει πως προσωπικά θα επέλεγε «υλικά ανθεκτικά στην πυρκαγιά, όπως σίδηρο, όμως εκείνο που δεν έχει νόημα είναι να δημιουργηθούν ακριβή αντίγραφα των αγαλμάτων που καταστράφηκαν. Τα νέα που θα πάρουν τη θέση τους θα πρέπει να έχουν ένα σύγχρονο ύφος, δεν θα πρέπει να είναι η “ξεπατικωτούρα” των παλιών».

Δεν συμμερίζεται την άποψη αυτή ο Φρανθίσκο Νταρόκα, του Ιδρύματος Σύγχρονης Αρχιτεκτονικής, σημειώνοντας πως «η εικονογραφία της Νοτρ Νταμ είναι τόσο δυνατή», που το πιο αρμόζον είναι να την αποκαταστήσουμε «με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πιστότητα», αφήνοντάς την ακριβώς όπως ήταν μία ημέρα πριν την καταστροφή. «Ο καθεδρικός των Παρισίων προσδίδει ένα ειδικό βάρος στην προσωπικότητα της πόλης. Είναι η δύναμη της συλλογικής μνήμης που ακυρώνει κάθε πιθανή μετατροπή του. Ο τόσο άδοξος τρόπος θανάτου του καθιστά απαράδεκτη κάθε προσπάθεια να φτιάξουμε μία παραλλαγή του: θα πρέπει να είναι ο ίδιος, όπως πριν την καταστροφή». Προς επίρρωση του επιχειρήματός του, ο Νταρόκα παραθέτει το παράδειγμα του Καμπαναριού του Αγίου Μάρκου στη Βενετία, το οποίο είχε καταρρεύσει το 1902. «Κανείς δεν θα αποδεχόταν κάτι διαφορετικό».

Από την πλευρά του, ο Τζουζέπ Φεράντο, του Αρχιτεκτονικού Συλλόγου της Καταλωνίας, υποστηρίζει πως δεν χρειάζεται να αποκατασταθεί η μορφή του Καθεδρικού, αλλά μάλλον «να διατηρηθεί η ίδια το πνεύμα της ίδιας καινοτόμου διάθεσης του Βιολέ-λε-Ντυκ», όταν διαμόρφωσε το κτίσμα. «Εισήγαγε στον ναό τεχνικές και πρότυπα της εποχής του. Φυσικά, εκείνη που επλήγη περισσότερο από τη φωτιά ήταν η δική του ανακαινιστική πτυχή, όμως αυτό που πρέπει να κάνουμε τώρα είναι εκέινο που έπραξε τότε».

Την ίδια άποψη υποστηρίζει και η Κριστίνα Αρανσάι της Υπηρεσίας Αναστυλώσεων της Άλαβα (όπου υπάρχει ένα από τα καλλίτερα δείγματα καθεδρικών, χαρακτηρισμένου ως μνημείο της ανθρωπότητας από την UNESCO), η οποία δηλώνει πως ούτε κι αυτή θα αποκαθιστούσε τη Νοτρ Νταμ στην «πρωτότυπη μορφή της». Τον ηθικό παράγοντα επιστρατεύει και η Καρλότα Σανταμπάρμπαρα της Επαγγελματικής Ένωσης Συντηρητών και Αναστυλωτών της Ισπανίας (ACRE) για να εκφράσει την αντίθεσή της στις «ιστορικές πλαστογραφήσεις».

Αλλά ήταν ο Βίκτωρ Ουγκώ εκείνος που για πρώτη φορά είχε επισημάνει στο έργο του «Η Παναγία των Παρισίων» το 1831 την μεγάλη φθορά που παρουσίαζε ο μεγαλοπρεπής ναός στην εποχή του. Σήμερα δεν χρειάζεται κάποιο άλλο μεγάλο έργο που να καταγγέλλει την παρακμή του ναού, που αποτελεί το «σύμπαν» του Κουασιμόδου, που ο μεγαλοφυής συγγραφέας με την πέννα του έχει εξακτινώσει σημασιολογικά για όλους τους ανθρώπους στον κόσμο. Το μόνο που θα πρέπει να αποφασισθεί είναι εάν ο Κουασιμόδος μέσα στο ανακαινισμένο σύμπαν του θα συνεχίσει να σκαρφαλώνει στα παλιά δομικά στοιχεία του 12ου αιώνα, ή σε κάποια υπερσύγχρονη κατασκευή του 21ου αιώνα.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Κτηματολόγιο Αθήνα: Τι πρέπει να κάνουν οι ιδιοκτήτες
Το βίντεο του Μητσοτάκη που εξόργισε τους καλλιτέχνες
Chevron Right