Η Άσμα αλ Άσαντ, σύζυγος του Μπασάρ αλ Άσαντ, αποτελεί μια από τις πιο πολυσυζητημένες προσωπικότητες στη σύγχρονη ιστορία της Συρίας.
Γεννημένη στο Λονδίνο το 1975, η πρώην τραπεζικός και πτυχιούχος του King’s College αναδείχθηκε σε σύμβολο της γυναικείας ενδυνάμωσης στη Μέση Ανατολή πριν μετατραπεί σε μία από τις πιο αμφιλεγόμενες φιγούρες του καθεστώτος Άσαντ.
Το «Ρόδο της Ερήμου», όπως την είχε αποκαλέσει το 2010 η Vogue, εξελίχθηκε σε μια «Λαίδη Μάκμπεθ» της Συρίας, σύμφωνα με επικριτές.
Αρχικά ενσάρκωνε την εικόνα μιας κοσμικής, φιλελεύθερης γυναίκας, αλλά η ανάμειξή της στις οικονομικές πολιτικές του καθεστώτος και οι καταγγελίες για εκμετάλλευση της ξένης ανθρωπιστικής βοήθειας ενίσχυσαν τη σύνδεσή της με την καταπίεση του λαού.
Η μετάβασή της από τον τραπεζικό τομέα στη Δύση στη συριακή εξουσία σημαδεύτηκε από τη συμμετοχή της στην οικονομική στρατηγική του καθεστώτος, η οποία επέβαλε σκληρά μέτρα στη μεσαία τάξη και έλεγχε τη διανομή βασικών πόρων.
Παρά την προσπάθεια διατήρησης της δημόσιας εικόνας της, η φήμη της συρρικνώθηκε καθώς ο ρόλος της στην καταπίεση του συριακού λαού γινόταν όλο και πιο εμφανής.
Προσωπικό χαμηλό γι’ αυτήν ήταν όταν η Vogue απέσυρε τη συνέντευξή της από το site της το 2012, μετά τις αντιδράσεις του κοινού για τον πόλεμο στη Συρία.
Παρά τις προκλήσεις για τη δημόσια εικόνα της, εξακολουθούσε να εμφανίζεται στη διεθνή σκηνή και να συναντά αρχηγούς κρατών της Ευρώπης.
Η Άσμα και ο Μπασάρ αλ Άσαντ φέρονται να έχουν διαφύγει από τη Συρία, πιθανότατα αναζητώντας καταφύγιο στη Ρωσία, ενώ η πρώην Πρώτη Κυρία έχει πλέον απολέσει την άλλοτε λαμπερή της εικόνα, αφήνοντας πίσω της μια παρακαταθήκη έντονων αντιπαραθέσεων.
Το σπίτι των γονιών της Άσμα Άσαντ βρίσκεται στο δυτικό Λονδίνο, σε μια γειτονιά με σπίτια που κοστίζουν από 600.000 έως 1 εκατ. λίρες κατά μέσο όρο, σε έναν δρόμο γεμάτο δέντρα, κοντά σε πάρκα και πολυσύχναστους εμπορικούς δρόμους με μπουτίκ, αρτοποιεία και καφετέριες. Τα πεθερικά του Άσαντ λέγεται ότι δεν κυκλοφορούν ιδιαίτερα δημοσίως, εδώ και αρκετό καιρό.