Το κρατικό Γραφείο Ερευνών της Ουκρανίας ολοκλήρωσε την προκαταρκτική έρευνα για τον φιλορώσο πολιτικό Βίκτορ Μεντβεντσούκ, ο οποίος κατηγορείται για προδοσία και παραπέμπεται σε δίκη.
Ο Μεντβεντσούκ, ένας από τους στενότερους συμμάχους του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν στην Ουκρανία, κινδυνεύει να καταδικαστεί σε κάθειρξη 15 ετών εφόσον κριθεί ένοχος για την κατηγορία της προδοσίας και για παραβίαση του δικαίου του πολέμου, σύμφωνα με την ανακοίνωση που αναρτήθηκε στον ιστότοπο της υπηρεσίας.
Σύμφωνα με την ανακριτική υπηρεσία, ο Μεντβεντσούκ παρείχε βοήθεια στη ρωσική ηγεσία με «ανατρεπτικές δραστηριότητες» εναντίον της Ουκρανίας, όπως με τη συλλογή πληροφοριών για την τοποθεσία των στρατιωτικών μονάδων.
Ο Ουκρανός πολιτικός, που είναι επικεφαλής του κόμματος «Πλατφόρμα Αντιπολίτευσης-Για τη Ζωή», αρνείται ότι διέπραξε οτιδήποτε επιλήψιμο. Είχε τεθεί σε κατ’ οίκον περιορισμό πέρσι, με την κατηγορία της προδοσίας, αλλά έφυγε από το σπίτι του μετά την εισβολή της Ρωσίας την Ουκρανία, στις 24 Φεβρουαρίου και συνελήφθη τον Απρίλιο.
https://www.facebook.com/zelenskiy.official/posts/3052542014996154
Τον Φεβρουάριο, η ουκρανική κυβέρνηση ανέφερε πως ο Μεντβεντσούκ, είχε διαφύγει από κατ’ οίκον περιορισμό, αφότου βρέθηκε αντιμέτωπος με την κατηγορία της προδοσίας. Κατηγορήθηκε επίσης για «απόπειρα λεηλασίας των φυσικών πόρων στην Κριμαία», την ουκρανική χερσόνησο που προσάρτησε η Ρωσία το 2014.
Ο Βίκτορ Μεντβεντσούκ, που διέθετε τη 12η μεγαλύτερη περιουσία στην Ουκρανία το 2021, ύψους 620 εκατ. δολαρίων σύμφωνα με το περιοδικό Forbes, καυχιόταν πως έχει στενή προσωπική σχέση με τον ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν: σύμφωνα με τον ενδιαφερόμενο, είναι ο νονός μιας από τις κόρες του.
Ο ιδρυτής του φιλορωσικού κόμματος «Πλατφόρμα της Αντιπολίτευσης – Για τη Ζωή», το οποίο είχε εκλέξει κάπου τριάντα βουλευτές στο ουκρανικό κοινοβούλιο προτού τεθεί εκτός νόμου τον Μάρτιο, μετά τη ρωσική εισβολή, ήταν άλλοτε διαπραγματευτής –επέμενε γι’ αυτό το Κρεμλίνο, κατά το Κίεβο- στις συνομιλίες κυβέρνησης και αυτονομιστών στο Ντονμπάς.
Στις 12 Απριλίου, οι ουκρανικές αρχές ανακοίνωσαν τη σύλληψη του ολιγάρχη και πολιτικού, που απέδρασε μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.