«Αυτή τη στιγμή φαίνεται πλέον πιο καθαρά ότι η πιθανότερη κατάληξη θα είναι ένας συνασπισμός «φανάρι», από τα χρώματα του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD), των Πρασίνων και των Φιλελευθέρων (FDP), με Καγκελάριο τον Όλαφ Σολτς (SPD). Τα κόμματα βρίσκονται μεν σε προκαταρκτικές συνομιλίες, όχι σε προγραμματικές διαπραγματεύσεις, αλλά η αλήθεια είναι ότι επί της ουσίας δεν υπάρχει άλλη επιλογή, πρέπει να τα βρουν. Το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα (CDU), μετά την ήττα και την προαναγγελθείσα ριζική ανανέωση σε πρόσωπα και πολιτικές, με ορίζοντα το Συνέδριο του Δεκεμβρίου, δεν ξέρω αν είναι σε θέση να κυβερνήσει, αλλά δε φαίνεται πάντως να είναι σε θέση να μπει σε διερευνητικές συνομιλίες»
Τα παραπάνω τονίζει με συνέντευξή της στο iEidiseis η Φαίη Καραβίτη, ανταποκρίτρια του ΑΠΕ και της τηλεόρασης του «Άλφα» στο Βερολίνο, εκ των κορυφαίων ελλήνων δημοσιογράφων στο εξωτερικό.
Η Φαίη Καραβίτη αναφέρεται στο χρόνο που θα χρειαστεί για να συμφωνήσουν οι τρεις εταίροι του υπό διαμόρφωση κυβερνητικού συνασπισμού, αναλύει την κατάσταση που επικρατεί στους Χριστιανοδημοκράτες, τι σημαίνει τυχόν ανάληψη της θέσης του υπουργού Οικονομικών από τον ηγέτη των Φιλελεύθερων Κρίστιαν Λίντνερ, αλλά και για το πώς ψήφισε η νέα γενιά, καθώς προτίμησε Φιλελεύθερους και Πράσινους, με τη νέα γενιά να ψηφίζει Χριστιανοδημοκράτες.
Πού βρίσκεται η πρωτοβουλία σχηματισμού κυβέρνησης; Ποια είναι τα αγκάθια και ποιος ο οδικός χάρτης;
Αυτή τη στιγμή φαίνεται πλέον πιο καθαρά ότι η πιθανότερη κατάληξη θα είναι ένας συνασπισμός «φανάρι», από τα χρώματα του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD), των Πρασίνων και των Φιλελευθέρων (FDP), με Καγκελάριο τον Όλαφ Σολτς (SPD). Τα κόμματα βρίσκονται μεν σε προκαταρκτικές συνομιλίες, όχι σε προγραμματικές διαπραγματεύσεις, αλλά η αλήθεια είναι ότι επί της ουσίας δεν υπάρχει άλλη επιλογή, πρέπει να τα βρουν. Το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα (CDU), μετά την ήττα και την προαναγγελθείσα ριζική ανανέωση σε πρόσωπα και πολιτικές, με ορίζοντα το Συνέδριο του Δεκεμβρίου, δεν ξέρω αν είναι σε θέση να κυβερνήσει, αλλά δε φαίνεται πάντως να είναι σε θέση να μπει σε διερευνητικές συνομιλίες. Άρα ο δρόμος είναι ένας και τα τρία κόμματα του «φαναριού» το γνωρίζουν. Επειδή βέβαια σε κάποια θέματα οι διαφορές είναι χαώδεις, θα χρειαστεί χρόνος για να καταλήξουμε σε προγραμματική συμφωνία.
Πώς θα είναι στην ίδια κυβέρνηση δυο διαφορετικά κόμματα, όπως οι Πράσινοι και οι Φιλελεύθεροι; Ποιος θα κάνει πίσω σε τι;
Αναγκαστικά, όλοι θα κάνουν πίσω σε κάτι. Γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Και ο κόσμος εδώ δεν δείχνει μεγάλη ανοχή σε …ιδιοτροπίες οι οποίες θα οδηγούσαν σε νέες εκλογές. Αυτό όμως που φοβάμαι είναι ότι εκεί που η Γερμανία έχει ανάγκη από ένα νέο ξεκίνημα, μια ώθηση προς τα εμπρός στις πολιτικές π.χ. για το κλίμα και την ψηφιοποίηση, σε πολλά θέματα αυτό που τελικά θα συμφωνηθεί θα είναι λιγότερο τολμηρό από αυτό που θα χρειαζόταν η χώρα. Σίγουρα πάντως η προγραμματική συμφωνία θα είναι προϊόν μεγάλων συμβιβασμών.
Τυχόν τοποθέτηση του Λίντνερ στην θέση του υπουργού Οικονομικών τι θα σηματοδοτήσει;
Νομίζω ότι αυτή η θέση μάλλον έχει ήδη δοθεί στον αρχηγό του FDP. Τουλάχιστον είναι αυτό που έχει ο ίδιος ζητήσει. Η πολιτική της Γερμανίας δεν θα αλλάξει. Ούτε με υπουργό Οικονομικών τον Σοσιαλδημοκράτη Όλαφ Σολτς άλλαξε. Και εκείνος ήταν πιστός οπαδός των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, όπως και ο προκάτοχός του, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Χρησιμοποιούσε ωστόσο διαφορετικές διατυπώσεις και πιο …στρογγυλεμένο λόγο. Φοβάμαι ότι με τον Κρίστιαν Λίντνερ θα επιστρέφαμε σε γλώσσα περισσότερο αιχμηρή, ενώ, ενόψει της αναθεώρησης του Συμφώνου Σταθερότητας, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας θα έχει σίγουρα μεγάλη σημασία. Μια έκπληξη θα ήταν αν αναλάμβανε το υπουργείο Οικονομικών ο συμπρόεδρος των Πρασίνων, Ρόμπερτ Χάμπεκ, ο οποίος πιθανότατα θα είναι Αντικαγκελάριος.
Στους Χριστιανοδημοκράτες τι εκτιμάς ότι θα γίνει; Τι πιθανότητες δίνεις στη διαδοχή Λάσετ; Και υπάρχει θέμα διάσπασης;
Οι Χριστιανοδημοκράτες «πληρώνουν» πολλά λάθη. Πρώτον, η Άγγελα Μέρκελ όλα αυτά τα χρόνια φρόντιζε – πολύ επιτυχώς – να μην υπάρχει δελφίνος που να μπορεί να την αμφισβητήσει. Έπειτα, χάρη κυρίως στην Άγγελα Μέρκελ, έμειναν πάρα πολλά – 16 – χρόνια στην εξουσία, με όποια φθορά αυτό συνεπάγεται. Σε αυτά τα χρόνια δεν χρειάστηκε προφανώς να ανανεωθούν. Όσο κέρδιζαν εκλογές, ουδείς τολμούσε να μιλήσει για αλλαγές. Το 2018, έπειτα από κάποιες ήττες σε τοπικές εκλογές, το κόμμα πίστεψε ότι για όλα τα προβλήματά του ευθυνόταν η Μέρκελ και με μάλλον αδέξιο τρόπο την εξώθησε στην παραίτηση. Εκείνη όμως ξεκαθάρισε ότι σκόπευε να εξαντλήσει τη θητεία της στην Καγκελαρία.
Το γεγονός δημιούργησε μια ιδιότυπη διαρχία, η οποία, με έναν «πολιτικό ελέφαντα» όπως ήταν η Άγγελα Μέρκελ, λειτούργησε τελικά σε βάρος του CDU. Ένα ακόμη λάθος που πιστεύω όμως ότι πληρώνει το CDU, είναι και η υπερβολική προσκόλλησή του στους κομματικούς μηχανισμούς. Όταν π.χ. επρόκειτο να εκλεγεί πέρυσι νέος αρχηγός, όλες οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι ο κόσμος προτιμούσε τον παλιό επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, Φρίντριχ Μερτς, ο οποίος είχε μείνει πάνω από μια δεκαετία εκτός πολιτικής. Ο Άρμιν Λάσετ ωστόσο ήλεγχε το κόμμα και για την εκλογή του αρκούσαν οι μισοί από τους 1001 συνέδρους. Κατόπιν, όταν έπρεπε να επιλεγεί ο υποψήφιος Καγκελάριος, οι δημοσκοπήσεις έδειχναν πάλι προς τον αρχηγό της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU) και Πρωθυπουργό της Βαυαρίας, Μάρκους Ζέντερ. Και πάλι όμως, οι κομματικοί μηχανισμοί επικράτησαν και το αποτέλεσμα το είδαμε. Τη διάσπαση πάντως δεν την θεωρώ καθόλου πιθανή. Το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα έχει τεράστια παράδοση και ισχυρές ρίζες στην γερμανική κοινωνία. Θα πρέπει όμως να περάσει περίοδο σοβαρής αυτοκριτικής και τολμηρών αποφάσεων για να ξανακερδίσει τους ψηφοφόρους. Και πολλά θα εξαρτηθούν από το σε ποια κατεύθυνση θα κινηθεί για το νέο αρχηγό. Αν δηλαδή θα πάμε σε μια πραγματικά νέα και διαφορετική επιλογή. Ας μην ξεχνάμε πάντως: τα δύο πρώην «μεγάλα» κόμματα έχουν ποσοστό περίπου 25%.
Πώς ψήφισαν τελικά κοινωνικά και ηλιακά οι Γερμανοί; Υπάρχει θέμα διαφορετικής συμπεριφοράς της νεολαίας;
Εδώ είχαμε μια έκπληξη. Το 23% των νεών ψηφοφόρων προτίμησαν τους Φιλελεύθερους, ενώ τους Πράσινους επέλεξε το 22%. Το SPD ψήφισε το 15% και τη Χριστιανική Ένωση το 10%. Ακολούθησαν με 8% η Αριστερά και με 7% η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD). Ειδικά στις ηλικίες 18-24, FDP και Πράσινοι μοιράζονται από 23% των ψηφοφόρων. Και τα δύο κόμματα έχουν υπερδιπλασιάσει την επίδοσή τους από την αντίστοιχη στις εκλογές του 2017.
Στις μεγαλύτερες ηλικίες, το 39% των άνω των 70 ετών ψήφισαν CDU/CSU και το 34% SPD, ενώ ακολουθεί το FDP με 8%.