Ο Αμερικανός Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν ξεκίνησε την Τετάρτη το ταξίδι του στη Μέση Ανατολή, σε μια προσπάθεια να πιέσει για περισσότερο πετρέλαιο από τις χώρες του Κόλπου και να εμβαθύνει τις σχέσεις του Ισραήλ με τον Αραβικό Κόσμο.
Ο Μπάιντεν βρίσκεται στο ναδίρ της δημοτικότητας του, αναμένοντας τις ενδιάμεσες εκλογές. Σύμφωνα με δημοσκόπηση των New York Times/Siena College αυτή την εβδομάδα, η δημοτικότητα του Μπάιντεν είναι μόλις 33%, χαμηλότερη από ό,τι ήταν ο Ντόναλντ Τραμπ σε αντίστοιχο σημείο της προεδρίας του.
Σύμφωνα με τον μέσο όρο πέντε δημοσκοπήσεων στον ιστότοπο δημοσκοπήσεων FiveThirtyEight, το ποσοστό αποδοχής του Μπάιντεν την περασμένη εβδομάδα ήταν στο 38,6%, το χαμηλότερο σε αυτό το σημείο της προεδρίας από την εποχή του Χάρι Τρούμαν.
Αλλά ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι το 64% των Δημοκρατικών δεν τον θέλει να είναι ο υποψήφιος του κόμματος για την προεδρία το 2024. Με άλλα λόγια, ο Μπάιντεν φτάνει στο μέσο της πρώτης του θητείας με μόλις το 26% του κόμματός του να είναι έτοιμο να πει «τέσσερα ακόμη χρόνια».
Όμως δεν είναι μόνο η κατάρρευση της δημοτικότητας που κάνει αδύναμο πολιτικά κι εύκολα «διαχειρίσιμο» τον Αμερικανό Πρόεδρο.
Είναι και η αλλαγή στάσης απέναντι στην Σαουδική Αραβία, μια χώρα που υποσχέθηκε προεκλογικά ότι θα την καταντήσει «παρία» λόγω της δολοφονίας του Σαουδάραβα δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι στο προξενείο της χώρας στην Κωνσταντινούπολη, στην οποία ενεπλάκη σύμφωνα με τις πληροφορίες ο διάδοχος πρίγκιπας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν.
Όπως σημειώνει η Washington Post, η συνάντηση του Μπάιντεν με τον Σαουδάραβα διάδοχο θα σηματοδοτήσει ότι οι αμερικανικές αξίες είναι διαπραγματεύσιμες καθώς ο Αμερικανός Πρόεδρος κλείνει τα μάτια στη δολοφονία του Τζαμάλ σε μια προσπάθεια να μειώσει τις τιμές της βενζίνης πριν από τα μέσα του φετινού φθινοπώρου.
Ο Αμερικανός Πρόεδρος έχει δικαιολογήσει το ταξίδι του ως μια απαραίτητη κίνηση για την προώθηση της σταθερότητας στη Μέση Ανατολή και την αποτροπή της ρωσικής και κινεζικής επιθετικότητας, σημειώνει η αμερικανική εφημερίδα.
«Αλλά ο πρόεδρος θα πρέπει να ξέρει ότι η συνάντηση με τον Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, ή MBS, όπως είναι γνωστός, θα δώσει στον Σαουδάραβα ηγέτη αυτό ακριβώς που δεν έχουν τα τρία χρόνια σαουδαραβικών εκστρατειών δημοσίων σχέσεων, τα έξοδα λόμπι και ακόμη και ένα νέο πρωτάθλημα γκολφ : επιστροφή στην αξιοπρέπεια. Αυτή η άδικη απαλλαγή θα υπονομεύσει, με τη σειρά της, τους στόχους εξωτερικής πολιτικής που ελπίζει να επιτύχει ο Μπάιντεν» προσθέτει η Washington Post.
Στο βωμό του αντιρωσικού μένους και της ανάγκης για περισσότερο πετρέλαιο και ενεργειακούς πόρους ο Μπάιντεν θυσιάζει τις αξίες τις οποίες υπερασπίζεται στην πραγματικότητα, ανοίγοντας ένα παράθυρο ευκαιρίας να «ξεπλυθούν» αυταρχικοί ηγέτες, απλά και μόνο επειδή έχουν έναν φυσικό πόρο που είναι αναγκαίος στις ΗΠΑ.
Όμως και η συνάντηση του Αμερικανού Προέδρου με τον Ισραηλινό Πρωθυπουργό Γαΐρ Λαπίντ, δεν μπορεί να παράξει σταθερά πολιτικά αποτελέσματα, καθώς ο Λαπίντ είναι υπηρεσιακός Πρωθυπουργός για να οδηγήσει την χώρα του σε εκλογές το φθινόπωρο. Στην πραγματικότητα κατά την υποδοχή του Αμερικανού Προέδρου, ο Λαπίντ θα είναι ένας προσωρινός πρωθυπουργός, ο οποίος μπορεί κάλλιστα να μην είναι στην εξουσία σε πέντε μήνες, που θα συναντηθεί με έναν πρόεδρο του οποίου το δικό του πολιτικό μέλλον φαίνεται όλο και πιο αβέβαιο.
Υπό αυτές τις συνθήκες φαντάζει δύσκολο για τον Μπάιντεν να κάμψει τα θέλω των ηγετών που θα συναντηθεί, μ’ αυτό να γίνεται πιο έντονο στην Σαουδική Αραβία.
Όταν ο Μπάιντεν πάει στη Σαουδική Αραβία και προσπαθήσει να πείσει τους Σαουδάραβες και τους ηγέτες των άλλων χωρών του Κόλπου, της Αιγύπτου και της Ιορδανίας με τους οποίους θα συναντηθεί να κάνουν ό,τι τους ζητά, θα το ζητήσει από μια αδύναμη πολιτική θέση.
Αυτοί οι ηγέτες, ιδίως ο Σαουδάραβας πρίγκιπας διάδοχος Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, μπορεί να αναρωτηθούν γιατί να εισακούσουν τα αιτήματά του, όταν είναι πιθανό ότι δεν θα είναι στην εξουσία σε άλλα δυόμισι χρόνια. Γιατί να μην περιμένουν απλώς και να τρέξουν τον χρόνο μέχρι να βρεθεί κάποιος στον Λευκό Οίκο που θα μπορούσε να είναι πιο δεκτικός;
Στο Ισραήλ, αυτό είναι λιγότερο πιθανό να αποτελέσει μεγάλο θέμα, καθώς είναι αμφίβολο ότι ο Μπάιντεν θα πιέσει πολύ τον Λαπίντ[τον οποίο προτιμά από τον Νετανιάχου], ώστε να μην περιπλέξει τα πράγματα κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας.
Για παράδειγμα, όπως αναφέρει η Jerusalem Post, ο Μπάιντεν είναι απίθανο να ωθήσει τον Λαπίντ σε κάποια δραματική παραχώρηση προς τους Παλαιστίνιους -όπως να συμφωνήσει να ανοίξει προξενείο των ΗΠΑ στην ανατολική Ιερουσαλήμ- επειδή κάτι τέτοιο θα μπορούσε να βλάψει τον Λαπίντ εκλογικά. Για το λόγο αυτό, η επίσκεψη του Μπάιντεν που πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια προεκλογικής εκστρατείας μειώνει την άσκηση οποιασδήποτε σοβαρής αμερικανικής πίεσης.
Το ταξίδι αυτό του Αμερικανού Προέδρου πραγματοποιείται πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ τον Νοέμβριο, όπου όλα δείχνουν ότι οι Δημοκρατικοί οδεύουν προς μια συντριβή και είναι πιθανό να χάσουν τον έλεγχο και των δύο σωμάτων του Κογκρέσου ή – τουλάχιστον – της Βουλής των Αντιπροσώπων. Αυτό σημαίνει ότι στο δεύτερο μισό της πρώτης θητείας του ο Μπάιντεν θα δυσκολευτεί ακόμη περισσότερο να περάσει την εσωτερική του ατζέντα απ’ ό,τι έχει ήδη δυσκολευτεί.
Για τον λόγο αυτό ο Μπάιντεν ψάχνει για νίκες στο εξωτερικό, όπου έχει πολλά περισσότερα περιθώρια και δεν εξαρτάται από την υποστήριξη του Κογκρέσου, με την Μέση Ανατολή να φαντάζει η πιο πρόσφορη λύση.
Ο Τζο Μπάιντεν είναι ο πρώτος πρόεδρος μετά τον Μπιλ Κλίντον που δεν έχει παρουσιάσει ένα δραματικό διπλωματικό όραμα για την επίλυση του ισραηλινοπαλαιστινιακού ζητήματος. Αλλά μετά τις ενδιάμεσες εκλογές, αν ο πρόεδρος δεν έχει καμία πιθανότητα να προωθήσει την εσωτερική του ατζέντα, μπορεί να στρέψει το βλέμμα του προς αυτή την κατεύθυνση.
Αυτό θα μπορούσε να ισχύει ιδιαίτερα αν φαίνεται ότι ο Μπάιντεν δεν θα είναι ο υποψήφιος του κόμματός του το 2024, διότι τότε θα ψάχνει επίσης για μια κληρονομιά, και η Μέση Ανατολή είναι ένα μέρος όπου τόσοι πολλοί προηγούμενοι πρόεδροι έχουν πάει σε αναζήτηση της δικής τους.
Ο Αμερικανός Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν ξεκίνησε την Τετάρτη το ταξίδι του στη Μέση Ανατολή, σε μια προσπάθεια να πιέσει για περισσότερο πετρέλαιο από τις χώρες του Κόλπου και να εμβαθύνει τις σχέσεις του Ισραήλ με τον Αραβικό Κόσμο.
Ο Μπάιντεν βρίσκεται στο ναδίρ της δημοτικότητας του, αναμένοντας τις ενδιάμεσες εκλογές. Σύμφωνα με δημοσκόπηση των New York Times/Siena College αυτή την εβδομάδα, η δημοτικότητα του Μπάιντεν είναι μόλις 33%, χαμηλότερη από ό,τι ήταν ο Ντόναλντ Τραμπ σε αντίστοιχο σημείο της προεδρίας του.
Σύμφωνα με τον μέσο όρο πέντε δημοσκοπήσεων στον ιστότοπο δημοσκοπήσεων FiveThirtyEight, το ποσοστό αποδοχής του Μπάιντεν την περασμένη εβδομάδα ήταν στο 38,6%, το χαμηλότερο σε αυτό το σημείο της προεδρίας από την εποχή του Χάρι Τρούμαν.
Αλλά ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι το 64% των Δημοκρατικών δεν τον θέλει να είναι ο υποψήφιος του κόμματος για την προεδρία το 2024. Με άλλα λόγια, ο Μπάιντεν φτάνει στο μέσο της πρώτης του θητείας με μόλις το 26% του κόμματός του να είναι έτοιμο να πει «τέσσερα ακόμη χρόνια».
Όμως δεν είναι μόνο η κατάρρευση της δημοτικότητας που κάνει αδύναμο πολιτικά κι εύκολα «διαχειρίσιμο» τον Αμερικανό Πρόεδρο.
Είναι και η αλλαγή στάσης απέναντι στην Σαουδική Αραβία, μια χώρα που υποσχέθηκε προεκλογικά ότι θα την καταντήσει «παρία» λόγω της δολοφονίας του Σαουδάραβα δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι στο προξενείο της χώρας στην Κωνσταντινούπολη, στην οποία ενεπλάκη σύμφωνα με τις πληροφορίες ο διάδοχος πρίγκιπας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν.
Όπως σημειώνει η Washington Post, η συνάντηση του Μπάιντεν με τον Σαουδάραβα διάδοχο θα σηματοδοτήσει ότι οι αμερικανικές αξίες είναι διαπραγματεύσιμες καθώς ο Αμερικανός Πρόεδρος κλείνει τα μάτια στη δολοφονία του Τζαμάλ σε μια προσπάθεια να μειώσει τις τιμές της βενζίνης πριν από τα μέσα του φετινού φθινοπώρου.
Ο Αμερικανός Πρόεδρος έχει δικαιολογήσει το ταξίδι του ως μια απαραίτητη κίνηση για την προώθηση της σταθερότητας στη Μέση Ανατολή και την αποτροπή της ρωσικής και κινεζικής επιθετικότητας, σημειώνει η αμερικανική εφημερίδα.
«Αλλά ο πρόεδρος θα πρέπει να ξέρει ότι η συνάντηση με τον Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, ή MBS, όπως είναι γνωστός, θα δώσει στον Σαουδάραβα ηγέτη αυτό ακριβώς που δεν έχουν τα τρία χρόνια σαουδαραβικών εκστρατειών δημοσίων σχέσεων, τα έξοδα λόμπι και ακόμη και ένα νέο πρωτάθλημα γκολφ : επιστροφή στην αξιοπρέπεια. Αυτή η άδικη απαλλαγή θα υπονομεύσει, με τη σειρά της, τους στόχους εξωτερικής πολιτικής που ελπίζει να επιτύχει ο Μπάιντεν» προσθέτει η Washington Post.
Στο βωμό του αντιρωσικού μένους και της ανάγκης για περισσότερο πετρέλαιο και ενεργειακούς πόρους ο Μπάιντεν θυσιάζει τις αξίες τις οποίες υπερασπίζεται στην πραγματικότητα, ανοίγοντας ένα παράθυρο ευκαιρίας να «ξεπλυθούν» αυταρχικοί ηγέτες, απλά και μόνο επειδή έχουν έναν φυσικό πόρο που είναι αναγκαίος στις ΗΠΑ.
Όμως και η συνάντηση του Αμερικανού Προέδρου με τον Ισραηλινό Πρωθυπουργό Γαΐρ Λαπίντ, δεν μπορεί να παράξει σταθερά πολιτικά αποτελέσματα, καθώς ο Λαπίντ είναι υπηρεσιακός Πρωθυπουργός για να οδηγήσει την χώρα του σε εκλογές το φθινόπωρο. Στην πραγματικότητα κατά την υποδοχή του Αμερικανού Προέδρου, ο Λαπίντ θα είναι ένας προσωρινός πρωθυπουργός, ο οποίος μπορεί κάλλιστα να μην είναι στην εξουσία σε πέντε μήνες, που θα συναντηθεί με έναν πρόεδρο του οποίου το δικό του πολιτικό μέλλον φαίνεται όλο και πιο αβέβαιο.
Υπό αυτές τις συνθήκες φαντάζει δύσκολο για τον Μπάιντεν να κάμψει τα θέλω των ηγετών που θα συναντηθεί, μ’ αυτό να γίνεται πιο έντονο στην Σαουδική Αραβία.
Όταν ο Μπάιντεν πάει στη Σαουδική Αραβία και προσπαθήσει να πείσει τους Σαουδάραβες και τους ηγέτες των άλλων χωρών του Κόλπου, της Αιγύπτου και της Ιορδανίας με τους οποίους θα συναντηθεί να κάνουν ό,τι τους ζητά, θα το ζητήσει από μια αδύναμη πολιτική θέση.
Αυτοί οι ηγέτες, ιδίως ο Σαουδάραβας πρίγκιπας διάδοχος Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, μπορεί να αναρωτηθούν γιατί να εισακούσουν τα αιτήματά του, όταν είναι πιθανό ότι δεν θα είναι στην εξουσία σε άλλα δυόμισι χρόνια. Γιατί να μην περιμένουν απλώς και να τρέξουν τον χρόνο μέχρι να βρεθεί κάποιος στον Λευκό Οίκο που θα μπορούσε να είναι πιο δεκτικός;
Στο Ισραήλ, αυτό είναι λιγότερο πιθανό να αποτελέσει μεγάλο θέμα, καθώς είναι αμφίβολο ότι ο Μπάιντεν θα πιέσει πολύ τον Λαπίντ[τον οποίο προτιμά από τον Νετανιάχου], ώστε να μην περιπλέξει τα πράγματα κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας.
Για παράδειγμα, όπως αναφέρει η Jerusalem Post, ο Μπάιντεν είναι απίθανο να ωθήσει τον Λαπίντ σε κάποια δραματική παραχώρηση προς τους Παλαιστίνιους -όπως να συμφωνήσει να ανοίξει προξενείο των ΗΠΑ στην ανατολική Ιερουσαλήμ- επειδή κάτι τέτοιο θα μπορούσε να βλάψει τον Λαπίντ εκλογικά. Για το λόγο αυτό, η επίσκεψη του Μπάιντεν που πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια προεκλογικής εκστρατείας μειώνει την άσκηση οποιασδήποτε σοβαρής αμερικανικής πίεσης.
Το ταξίδι αυτό του Αμερικανού Προέδρου πραγματοποιείται πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ τον Νοέμβριο, όπου όλα δείχνουν ότι οι Δημοκρατικοί οδεύουν προς μια συντριβή και είναι πιθανό να χάσουν τον έλεγχο και των δύο σωμάτων του Κογκρέσου ή – τουλάχιστον – της Βουλής των Αντιπροσώπων. Αυτό σημαίνει ότι στο δεύτερο μισό της πρώτης θητείας του ο Μπάιντεν θα δυσκολευτεί ακόμη περισσότερο να περάσει την εσωτερική του ατζέντα απ’ ό,τι έχει ήδη δυσκολευτεί.
Για τον λόγο αυτό ο Μπάιντεν ψάχνει για νίκες στο εξωτερικό, όπου έχει πολλά περισσότερα περιθώρια και δεν εξαρτάται από την υποστήριξη του Κογκρέσου, με την Μέση Ανατολή να φαντάζει η πιο πρόσφορη λύση.
Ο Τζο Μπάιντεν είναι ο πρώτος πρόεδρος μετά τον Μπιλ Κλίντον που δεν έχει παρουσιάσει ένα δραματικό διπλωματικό όραμα για την επίλυση του ισραηλινοπαλαιστινιακού ζητήματος. Αλλά μετά τις ενδιάμεσες εκλογές, αν ο πρόεδρος δεν έχει καμία πιθανότητα να προωθήσει την εσωτερική του ατζέντα, μπορεί να στρέψει το βλέμμα του προς αυτή την κατεύθυνση.
Αυτό θα μπορούσε να ισχύει ιδιαίτερα αν φαίνεται ότι ο Μπάιντεν δεν θα είναι ο υποψήφιος του κόμματός του το 2024, διότι τότε θα ψάχνει επίσης για μια κληρονομιά, και η Μέση Ανατολή είναι ένα μέρος όπου τόσοι πολλοί προηγούμενοι πρόεδροι έχουν πάει σε αναζήτηση της δικής τους.