Τα Βαλκάνια παράγουν περισσότερη Ιστορία από αυτήν που μπορούν να καταναλώσουν διαπίστωνε ο Τσόρτσιλ στην δεύτερη διάσημη απαξιωτική γενίκευση για την περιοχή.
Είχε προηγηθεί ο Καγκελάριος Μπίσμαρκ που την εποχή του Ρωσοτουρκικού Πολέμου του 1876-77 προεξοφλούσε την μη εμπλοκή του Βερολίνου με την γνωστή φράση « Τα Βαλκάνια δεν αξίζουν ούτε τα κόκκαλα ενός Πομερανού Γρεναδιέρου».
Σήμερα τριάντα χρόνια μετά την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και σχεδόν δύο δεκαετίες από την Σύνοδο Κορυφής της Θεσσαλονίκης τον Ιούνιο του 2003 όπου οι τότε 15 δεσμεύθηκαν ως προς την ενταξιακή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων η περιοχή έχει πάρει την ονομασία «Μαύρη Τρύπα» του ευρωπαϊκού χάρτη.
Από ειρωνεία της τύχης την 1η Ιουλίου η Σλοβενία η χώρα που αποσχίσθηκε στα γρήγορα από την Γιουγκοσλαβία με έναν πόλεμο ολίγων ημερών πριν από τριάντα χρόνια ανέλαβε την εκ περιτροπής εξάμηνη Προεδρία της Ε.Ε των 27.
Υποτίθεται ότι τα αγκάθια για την πλήρη ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στην Ε.Ε είναι η αδύνατη μέχρι στιγμής εξομάλυνση των σχέσεων της Σερβίας με το Κόσσοβο αλλά και το Βέτο της Βουλγαρίας στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων μεταξύ Βρυξελλών και Βόρειας Μακεδονίας καθώς η Σόφια αρνείται να αναγνωρίσει «μακεδονική» εθνότητα και γλώσσα αλλά απλά και μόνον ένα δεύτερο βουλγαρικό κράτος !
Το σκηνικό είναι παραπλανητικό καθώς η αναβίωση των βαλκανικών εθνικισμών και αλυτρωτισμών προφανώς και οφείλεται πρώτον στην συρρικνωμένη αξιοπιστία της ευρωπαϊκής δέσμευσης για πλήρη ένταξη και δεύτερον στην ένταξη δεύτερης κατηγορίας που επιφυλάχθηκε στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.
Πέραν όμως των παραπάνω δεν υφίσταται επί του παρόντος το σημαντικότερο προαπαιτούμενο για μια νέα διεύρυνση της Ε.Ε των 27 στα Δυτικά Βαλκάνια που δεν είναι άλλο από την συμφωνία της Γερμανίας και της Γαλλίας.
Η Γαλλία από την πτώση του τείχους το 1989 μέχρι και σήμερα θέτει ως προαπαιτούμενο κάθε διεύρυνσης την υλοποίηση βημάτων εμβάθυνσης και συνοχής και σε αντίθετη περίπτωση γερμανικές αντισταθμιστικές κινήσεις.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο εκβιασμός που άσκησε η Γαλλία των Σιράκ-Ζοσπέν την Άνοιξη του 1998 στην Γερμανία του Κολ.
Τότε το Βερολίνο έβαζε Βέτο στην συμμετοχή της Ιταλίας αλλά και συνολικά του ευρωπαϊκού Νότου στην πρώτη ομάδα χωρών της ΟΝΕ.
Το Παρίσι που φρίκιασε με τη ιδέα και μόνον να είναι ο Νότος μιας Βόρειας ΟΝΕ απείλησε ότι αν αποκλεισθεί η Ιταλία θα βάλλει Βέτο στην διεύρυνση της Ε.Ε στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη που αποτελούσε στρατηγική προτεραιότητα για το Βερολίνο.
Έτσι η Ιταλία ήταν στην πρώτη ομάδα της ΟΝΕ την 1.1.1999 συμπαρασύροντας ταυτόχρονα την Ισπανία και την Πορτογαλία και ανοίγοντας την πόρτα για την Ελλαδα δύο χρόνια αργότερα.
Τέσσερα χρόνια αργότερα στην Σύνοδο Κορυφής της Κοπεγχάγης τον Δεκέμβριο του 2002 επικυρώθηκε η διεύρυνση προς Ανατολάς με εξαίρεση τα Βαλκάνια πλην Σλοβενίας με την Βουλγαρία , Ρουμανία και Κροατία να προσχωρούν λίγα χρόνια αργότερα.
Με δυο λόγια δεν πρόκειται να υπάρξει πραγματική και αξιόπιστη ενταξιακή προοπτική για τα Δυτικά Βαλκάνια όσο η Γαλλία και η Γερμανία δεν θα μπορούν να συνδιαμορφώσουν έναν κοινό παρονομαστή για την πορεία της ευρωπαϊκές ολοκλήρωσης μετά την Πανδημία.
Όσο οι Σοιμπλε, Λασέτ, Βαϊντμαν και Σολτς θα προαναγγέλλουν και θα προεξοφλούν επιστροφή στην ασφυκτική δημοσιονομική περιοριστική πολιτική που ίσχυε μέχρι την Πανδημία τόσο τα Δυτικά Βαλκάνια θα παραμένουν «Μαύρη Τρύπα» στον ευρωπαϊκό χάρτη στην καλύτερη περίπτωση και στην χειρότερη πεδίο διείσδυσης και άσκησης γεωπολιτικής επιρροής για την Κίνα και για την Ρωσία αλλά και για την Τουρκία του Ερντογάν.