Ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών Μάο Νινγκ ανακοίνωσε στην καθημερινή συνέντευξη Τύπου που πραγματοποιήθηκε στο Πεκίνο ότι ο πρωθυπουργός Λι Τσιανγκ θα εκπροσωπήσει τη χώρα του στη σύνοδο κορυφής των G20 που θα πραγματοποιηθεί στο Νέο Δελχί στις 9-10 Σεπτεμβρίου, αντί για τον Σι Τζινπίνγκ.
Αναφέροντας ότι θεωρούν την G20 ως ένα σημαντικό φόρουμ για την παγκόσμια οικονομική και χρηματοπιστωτική συνεργασία, ο Μάο σημείωσε ότι ο πρωθυπουργός Λι Τσιάνγκ θα ηγηθεί της κινεζικής αντιπροσωπείας στη σύνοδο αυτή τη φορά και θα δώσει έμφαση στο ρόλο της G20 όσον αφορά τη διεθνή οικονομική συνεργασία και την παγκόσμια ανάπτυξη.
Ο Σι Τζινπίνγκ θα είναι ο πρώτος Κινέζος πρόεδρος που δεν θα παραστεί αυτοπροσώπως στις συναντήσεις από το 2008, όταν οι σύνοδοι κορυφής των ηγετών της G20 πραγματοποιούνταν κάθε χρόνο.
Ο Κινέζος εκπρόσωπος αρνήθηκε να απαντήσει σε ερώτηση σχετικά με τον λόγο αυτής της επιλογής, αλλά δήλωσε σχετικά με τις προσδοκίες της Κίνας από τη σύνοδο κορυφής ότι «ελπίζουμε ότι η G20 θα επιτύχει συναίνεση για την οικονομική ανάκαμψη και τη βιώσιμη ανάπτυξη σε μια εποχή που γίνονται αισθητές οι πιέσεις στην παγκόσμια οικονομία και αναδύονται νέες προκλήσεις για την ανάπτυξη, και θα στείλει ένα μήνυμα κοινής ευημερίας και ανάπτυξης».
Η είδηση ότι ο Σι δεν θα συμμετάσχει στη σύνοδο κορυφής είχε κάνει την εμφάνιση της προηγουμένως σε δυτικά και ινδικά μέσα ενημέρωσης. Σύμφωνα με δημοσιεύματα που επικαλούνται διπλωματικές πηγές που εμπλέκονται στη διοργάνωση της συνόδου κορυφής, η κινεζική αντιπροσωπεία είχε εκφράσει τις αντιρρήσεις της για τη συναίνεση της συνόδου κορυφής σε ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, από τον πόλεμο στην Ουκρανία έως την κατανομή των οικονομικών βαρών μεταξύ αναπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών, από την κλιματική αλλαγή έως την υγεία.
Ορισμένοι Ινδοί παρατηρητές είχαν εκφράσει την άποψη ότι η Κίνα «προσπαθεί να υπονομεύσει τη σύνοδο κορυφής που φιλοξενεί η Ινδία» λόγω των διαφωνιών που προκαλούνται από τη συνοριακή διαμάχη μεταξύ τους.
Παρόλο που διεξάγονται συνομιλίες για την επίλυση των εντάσεων στις αμφισβητούμενες συνοριακές περιοχές στα Ιμαλάια, η δυσπιστία μεταξύ του Πεκίνου και του Νέου Δελχί για το θέμα αυτό εξακολουθεί να υφίσταται.
Σε μια άτυπη συνάντηση με τον Ινδό πρωθυπουργό Ναρέντρα Μόντι στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής, ο Κινέζος πρόεδρος Σι συμφώνησε να συνεχιστούν οι συνομιλίες και να μειωθούν οι εντάσεις στην περιοχή.
Στην κοινή δήλωση που έγινε μετά τη συνάντηση, αναφέρθηκε ότι οι δύο ηγέτες «συμφώνησαν να διατηρήσουν τη δυναμική του διαλόγου [σχετικά με τη συνοριακή διαμάχη] και να συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις μέσω στρατιωτικών και διπλωματικών διαύλων».
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, ο Μόντι τόνισε ότι η τήρηση της Γραμμής Πραγματικού Ελέγχου που χωρίζει τις συνοριακές περιοχές μεταξύ των δύο χωρών είναι «απαραίτητη» για την εξομάλυνση των σινο-ινδικών σχέσεων, ενώ ο Σι τόνισε ότι τα μέρη «θα πρέπει να αντιμετωπίσουν κατάλληλα το συνοριακό ζήτημα, έχοντας κατά νου τα συνολικά συμφέροντα στις διμερείς σχέσεις».
Οι παρατηρητές είχαν εκτιμήσει ότι τα μηνύματα που δόθηκαν έδειχναν ότι η συνάντηση έδειχνε προς μια «αναμέτρηση» και όχι προς μια «συμφιλίωση», όπως είχε ανακοινωθεί.
Από την άλλη πλευρά, στη σύνοδο κορυφής των BRICS που πραγματοποιήθηκε στο Γιοχάνεσμπουργκ της Νότιας Αφρικής στις 22-24 Αυγούστου, προσκλήθηκαν στην κοινότητα 6 νέα μέλη, μεταξύ των οποίων η Σαουδική Αραβία, η Αργεντινή, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Ιράν, η Αίγυπτος και η Αιθιοπία, με την πολιτική διεύρυνσης που υποστηρίζει η Κίνα.
Το γεγονός ότι η μη συμμετοχή της Κίνας στην G20 σε επίπεδο αρχηγών κρατών ήρθε αμέσως μετά την απόφαση επέκτασης των BRICS μπορεί να σηματοδοτήσει μια αλλαγή στη στάση του Πεκίνου απέναντι στη νέα παγκόσμια τάξη.
Η G20, η οποία συγκεντρώνει αναδυόμενες και ανεπτυγμένες οικονομίες, χρησιμεύει ως ένα σημαντικό φόρουμ όπου οι αναπτυσσόμενες χώρες κάνουν τη φωνή τους να ακουστεί στην παγκόσμια διακυβέρνηση.
Εκτός από τα μέλη των BRICS, Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Νότια Αφρική, στην ομάδα συμμετέχουν αναδυόμενες οικονομίες όπως η Τουρκία, η Ινδονησία, η Αργεντινή, το Μεξικό και η Σαουδική Αραβία.
Μετά τη διεύρυνση, εικάζεται ότι το Πεκίνο ήθελε να τοποθετήσει τους BRICS ως εναλλακτική λύση στην υπό δυτική ηγεσία G7 και ακόμη και στην G20.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και ο πρόεδρος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ συμφώνησαν να «διαχειριστούν με υπευθυνότητα» την αυξανόμενη οικονομική και γεωπολιτική αντιπαλότητα μεταξύ των δύο χωρών κατά τη συνάντησή τους στη σύνοδο κορυφής που πραγματοποιήθηκε στο νησί Μπαλί της Ινδονησίας τον Νοέμβριο του 2022.
Συμφώνησαν να αποκαταστήσουν τους διαύλους επικοινωνίας στις σχέσεις που είχαν φτάσει σε οριακό σημείο μετά την επίσκεψη της πρώην προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ Νάνσι Πελόζι στην Ταϊβάν τον Αύγουστο του 2022, η οποία βρίσκεται σε διαμάχη για την κυριαρχία της με την Κίνα.
Στο διάστημα που μεσολάβησε, ωστόσο, οι πολιτικές εντάσεις συνέχισαν να αυξάνονται με την κρίση που προκλήθηκε από την είσοδο κινεζικού αερόστατου μεγάλου ύψους στον εναέριο χώρο των ΗΠΑ τον Φεβρουάριο και τους νέους περιορισμούς που επέβαλαν οι ΗΠΑ στην Κίνα στον τομέα της τεχνολογίας.
Το γεγονός ότι ο Σι δεν συμμετέχει στην G20 και αποφεύγοντας την επαφή υψηλού επιπέδου με τον ηγέτη των ΗΠΑ σε πολυμερή πλατφόρμα δείχνει ότι τα ψυχροπολεμικά σύννεφα μεταξύ των δύο χωρών δεν έχουν ακόμη διαλυθεί.