«Έχουμε ελευθερία, δώστε μας φτερά για να την προστατεύσουμε», ήταν τα λόγια του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, όπου έθεσε το αίτημα για παραχώρηση πολεμικών αεροσκαφών από τη Δύση.
«Χρειαζόμαστε πυροβολικό, πυρομαχικά, σύγχρονα άρματα μάχης, πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς, σύγχρονα μαχητικά αεροσκάφη», τόνισε ο ίδιος, ενώ παράλληλα ζήτησε να επιταχυνθεί η ενταξιακή διαδικασία της χώρας του στην ΕΕ.
Τον περασμένο χρόνο, οι δυτικές δυνάμεις υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ αγωνίστηκαν να περιορίσουν τις μάχες στην Ουκρανία από την κλιμάκωση σε αυτό ακριβώς που φοβόντουσαν περισσότερο οι θεωρητικοί του ψυχρού πολέμου. Αυτό αποτελεί μια αποσταθεροποίηση της ισορροπίας δυνάμεων στην Ευρώπη, που οδηγεί σε μια εκτεταμένη και καταστροφική σύγκρουση, σημειώνει ο αρθρογράφος του Guardian, Simon Jenkins.
Ο βραβευμένος δημοσιογράφος παραθέτει τους προβληματισμούς του, σχετικά με τις επιπτώσεις που θα υπάρξουν για τη Δύση, αν αποφασίσει να ικανοποιήσει το αίτημα του Ζελένσκι.
«Τεράστια δέσμευση»
Η Ουκρανία απαιτεί η Ρωσία να θεωρείται απειλή για όλη την Ευρώπη, αλλά και τον κόσμο. Απορρίπτει τον κίνδυνο της πυρηνικής κλιμάκωσης ως αδρανή απειλή. Ενθαρρυμένη από τα δυτικά όπλα, θέλει τώρα να διώξει τη Ρωσία από όλη την Ουκρανία.
Στρατιωτικοί εμπειρογνώμονες λένε ότι η αίτηση του Ζελένσκι για αεροσκάφη θα απαιτούσε μια μακροπρόθεσμη και τεράστια δυτική δέσμευση, συμπεριλαμβανομένου πιθανώς του ανθρώπινου δυναμικού στο έδαφος. Θα τερματίσει την αποφασιστικότητα του ΝΑΤΟ να αποφύγει τη συμμετοχή στον πόλεμο. Σίγουρα αυτό θα διέλυε τη συμμαχία, συνεχίζει ο Jenkins.
Η μόνη λογική διέξοδος από αυτή τη σύγκρουση είναι η αποκατάσταση κάποιας εκδοχής των συνόρων του 2021, που έγινε αποδεκτή από το Κίεβο και τους ευρωπαίους εκπροσώπους στο πλαίσιο της συμφωνίας του Μινσκ μετά το 2014.
Βέβαια, αποδείχτηκε «νεκρό γράμμα» και καταργήθηκε τερατωδώς από την επακόλουθη εισβολή της Ρωσίας. Αλλά όπως σε όλους τους πολέμους, αργά ή γρήγορα πρέπει να επιτευχθεί μια συμφωνία με βάση κάποια υπάρχουσα ισορροπία δυνάμεων.
Αυτό είναι που πρέπει να κυριαρχήσει στη συζήτηση για το αίτημα του Ζελένσκι για αεροσκάφη. Στρατιωτικοί εμπειρογνώμονες εξηγούν δε, ότι τα τζετ δεν είναι δυνατόν να τεθούν σε χρήση μέχρι την ερχόμενη άνοιξη, η και παραπάνω.
Οι Ουκρανοί πιλότοι δεν μπορούν να εκπαιδευτούν, ούτε να κατασκευαστούν εγκαταστάσεις στο έδαφος για να τα χειριστούν. Τα αεριωθούμενα δεν μπορούν να καταλάβουν έδαφος και, ως βομβαρδιστικά, θα επιτρέπεται μόνο να βομβαρδίζουν δυνάμεις στην Ουκρανία. Έχουν περιορισμένη τακτική χρήση. Αυτή την άνοιξη, η αντιαεροπορική και αντιπυραυλική άμυνα θα ήταν πολύ πιο χρήσιμη, όπως και η άφιξη των δυτικών αρμάτων μάχης, εξηγεί ο αρθρογράφος.
Κίνδυνος για μεγαλύτερη επίθεση
Με άλλα λόγια, η προμήθεια αεροσκαφών θα ήταν περισσότερο μια κλιμάκωση της υποστήριξης παρά στρατιωτική ενίσχυση. Θα μπορούσε – υποτίθεται – να σημαίνει για τον Πούτιν ότι ο πόλεμος του δεν πρόκειται να τελειώσει και θα πρέπει να προχωρήσει σε ειρήνη.
Ίσα ίσα όμως, μπορεί να συμβεί το αντίθετο, προειδοποιεί ο ειδικός: Ο Ρώσος πρόεδρος – ή οποιοσδήποτε «σκληρότερος» που θα τον… εκτοπίσει -, μπορεί να απαντήσει με πυρηνικά, ή μια άγρια αεροπορική επίθεση στο Κίεβο.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το στοίχημα των αεροσκαφών δεν πρέπει να αξίζει τον κόπο. Καλύτερα να βοηθήσουμε τον Ζελένσκι να αποκτήσει πλεονέκτημα στο πεδίο της μάχης την ερχόμενη άνοιξη, ως βάση για μια συνεχή προσπάθεια για ειρήνη.
Μέχρι στιγμής, η Δύση έχει διατηρήσει έναν εντυπωσιακό βαθμό ελέγχου αυτής της φρικτής σύγκρουσης. Δεν μπορεί να παραδώσει αυτόν τον έλεγχο σε μια τόσο κρίσιμη συγκυρία, καταλήγει ο Simon Jenkins.