Δημοσιεύθηκε την Τετάρτη η έκθεση της Ευρωβουλής για την Τουρκία σημειώνοντας ότι η διαδικασία ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ δεν μπορεί να συνεχιστεί υπό τις παρούσες συνθήκες. Επίσης κάνει σαφές ότι δεν υπάρχει σύνδεση μεταξύ της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και της διαδικασίας ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ ενώ η ΕΕ αναμένει από την Τουρκία να σεβαστεί τις δημοκρατικές αξίες, το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Τέλος η ΕΕ δεσμεύεται να στηρίξει περαιτέρω τους πρόσφυγες και τις προσπάθειες ανασυγκρότησης της Τουρκίας μετά τον σεισμό.
Στην ετήσια έκθεσή τους, οι ευρωβουλευτές καλούν την ΕΕ και την Τουρκία να βγουν από το σημερινό αδιέξοδο και να βρουν «ένα παράλληλο και ρεαλιστικό πλαίσιο» για τις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας.
Αν η τουρκική κυβέρνηση δεν αλλάξει δραστικά πορεία, η διαδικασία ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ δεν μπορεί να συνεχιστεί υπό τις παρούσες συνθήκες, αναφέρουν οι ευρωβουλευτές στην έκθεσή τους που εγκρίθηκε την Τετάρτη με 434 ψήφους υπέρ, 18 κατά και 152 αποχές.
Προτρέποντας την τουρκική κυβέρνηση, την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της να βγουν από το σημερινό αδιέξοδο και να προχωρήσουν προς μια στενότερη εταιρική σχέση, οι ευρωβουλευτές συνιστούν την εξεύρεση ενός παράλληλου και ρεαλιστικού πλαισίου για τις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας και καλούν την Επιτροπή να διερευνήσει πιθανές μορφές.
Οι ευρωβουλευτές επιβεβαιώνουν ότι η Τουρκική Δημοκρατία παραμένει υποψήφια για ένταξη στην ΕΕ, σύμμαχος στο ΝΑΤΟ και βασικός εταίρος σε θέματα ασφάλειας, εμπορικών και οικονομικών σχέσεων και μετανάστευσης, τονίζοντας ότι η χώρα αναμένεται να σέβεται τις δημοκρατικές αξίες, το κράτος δικαίου, τα ανθρώπινα δικαιώματα και να τηρεί τους νόμους, τις αρχές και τις υποχρεώσεις της ΕΕ.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καλεί επίσης την Τουρκική Δημοκρατία να επικυρώσει την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση και υπογραμμίζει ότι η διαδικασία ένταξης στο ΝΑΤΟ μιας χώρας δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να συνδεθεί με τη διαδικασία ένταξης στην ΕΕ μιας άλλης χώρας. Η πρόοδος κάθε χώρας στην ΕΕ παραμένει βασισμένη στα δικά της πλεονεκτήματα, τονίζουν οι ευρωβουλευτές.
Η έκθεση χαιρετίζει την ψήφο της Τουρκίας υπέρ της καταδίκης του επιθετικού πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ και τη δέσμευσή της στην κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, εκφράζοντας τη λύπη της για το γεγονός ότι η Τουρκία δεν υποστηρίζει κυρώσεις εκτός του πλαισίου του ΟΗΕ. Το ποσοστό ευθυγράμμισης της Τουρκίας με την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας της ΕΕ έχει υποχωρήσει στο χαμηλότερο ποσοστό όλων των εποχών του 7%, καθιστώντας το μακράν το χαμηλότερο από όλες τις χώρες της διεύρυνσης.
Οι ευρωβουλευτές επαινούν τις προσπάθειες της Τουρκίας να συνεχίσει να φιλοξενεί τον μεγαλύτερο προσφυγικό πληθυσμό στον κόσμο, σχεδόν τέσσερα εκατομμύρια ανθρώπους. Χαιρετίζουν το γεγονός ότι η ΕΕ συνεχίζει να παρέχει χρηματοδότηση για τους πρόσφυγες και τις κοινότητες υποδοχής στην Τουρκική Δημοκρατία και δεσμεύονται σθεναρά να το διατηρήσουν αυτό στο μέλλον.
Εκφράζοντας τα θερμά τους συλλυπητήρια στις οικογένειες των θυμάτων των καταστροφικών σεισμών της 6ης Φεβρουαρίου 2023, οι ευρωβουλευτές δηλώνουν ότι η ΕΕ θα πρέπει να συνεχίσει να καλύπτει τις ανθρωπιστικές ανάγκες και τις προσπάθειες ανοικοδόμησης της Τουρκίας. Τονίζουν ότι η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη θα μπορούσε να οδηγήσει σε απτή βελτίωση των σχέσεων μεταξύ της ΕΕ και της Τουρκίας.
Ο εισηγητής της έκθεσης Ισπανός Νάτσο Σάντσες Άμορ (Σοσιαλδημοκράτες) δήλωσε ότι «πρόσφατα είδαμε ένα ανανεωμένο ενδιαφέρον από την τουρκική κυβέρνηση για την αναζωογόνηση της διαδικασίας ένταξης στην ΕΕ. Αυτό δεν θα συμβεί λόγω γεωπολιτικών παζαριών, αλλά μόνο όταν οι τουρκικές αρχές δείξουν πραγματικό ενδιαφέρον να σταματήσουν τη συνεχιζόμενη οπισθοδρόμηση των θεμελιωδών ελευθεριών και του κράτους δικαίου στη χώρα. Εάν η τουρκική κυβέρνηση θέλει πραγματικά να αναζωογονήσει την πορεία της προς την ΕΕ, θα πρέπει να το αποδείξει με συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις και δράσεις, όχι με δηλώσεις».
Να θυμίσουμε ότι οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την ΕΕ έχουν ουσιαστικά ακινητοποιηθεί από το 2018, λόγω της επιδείνωσης του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας στην Τουρκία.
Έντονη η αντίδραση από το Τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών
Το Τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών αντέδρασε έντονα στην έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και εξέδωσε ανακοίνωση όπου σημειώνει πως είναι γεμάτη από άδικες κατηγορίες και προκαταλήψεις που βασίζονται στην παραπληροφόρηση των αντιτουρκικών κύκλων, αντανακλά τη συνήθη ρηχή και χωρίς όραμα προσέγγιση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ΕΚ) τόσο για τις σχέσεις με τη χώρα μας όσο και για το μέλλον της ΕΕ.
Συνεχίζοντας η ανακοίνωση επισημαίνει ότι «δυστυχώς, η έκθεση αυτή δείχνει επίσης ότι τα μέλη του ΕΚ είναι αιχμάλωτοι της καθημερινής λαϊκίστικης πολιτικής και πόσο μακριά βρίσκονται από την ανάπτυξη της σωστής στρατηγικής προσέγγισης τόσο απέναντι στην ΕΕ όσο και απέναντι στην περιοχή μας».
«Σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο για τη σταθερότητα και την ασφάλεια της ηπείρου μας, όταν έχει ανοίξει ένα παράθυρο ευκαιρίας για την αναζωογόνηση των σχέσεων Τουρκίας-ΕΕ, θεωρούμε παράλογο το ΕΚ να αναδεικνύει διαφορετικές επιδιώξεις αντί των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, οι οποίες αποτελούν τη ραχοκοκαλιά των σχέσεών μας» προσθέτει επίσης η ανακοίνωση.
Επιπλέον το Τουρκικό ΥΠΕΞ, τονίζει ότι, «οι αξιώσεις του ΕΚ για το Αιγαίο, την Ανατολική Μεσόγειο και την Κύπρο, οι οποίες αντανακλούν τις μονομερείς απόψεις ορισμένων κύκλων και είναι αποκομμένες από την ιστορική και νομική πραγματικότητα, δεν έχουν καμία ισχύ για εμάς».
«Το επόμενο διάστημα, κοινός μας στόχος με την ΕΕ είναι η ταχεία ολοκλήρωση της επικαιροποίησης της Τελωνειακής Ένωσης και του διαλόγου για την απελευθέρωση των θεωρήσεων. Τα αμοιβαία βήματα που θα κάνουμε σε αυτά τα θέματα θα φέρουν τις σχέσεις Τουρκίας-ΕΕ και την ενταξιακή μας διαδικασία σε ένα νέο και δυναμικό επίπεδο» λέει επίσης το Τουρκικό ΥΠΕΞ.
Καταλήγοντας η ανακοίνωση, επισημαίνει ότι «η χώρα μας έχει τη δυνατότητα να μετατρέψει την ΕΕ σε μια παγκόσμια δύναμη απέναντι σε όλες τις τρέχουσες προκλήσεις, ιδίως την ασφάλεια, την ενέργεια, την κλιματική αλλαγή, τη μετανάστευση, την εκτροπή του εμπορίου και τις οικονομικές δυσκολίες. Αυτή η πραγματικότητα μπορεί να αναγνωριστεί μόνο με μια οραματική προοπτική που δεν υποτάσσεται στα καθημερινά συμφέροντα ορισμένων κύκλων.
Μετά τις εκλογές του ΕΚ του 2024, ελπίζουμε ότι το νέο Κοινοβούλιο θα ενεργήσει με αμερόληπτη, ορθολογική και εποικοδομητική προοπτική».