Ήταν Μάιος του 2004, όταν ο πατέρας του Ραμζάν Καντίροφ έπεφτε νεκρός σε ηλικία 52 ετών έπειτα από έκρηξη βόμβας στη VIP κερκίδα του σταδίου Ντιναμό στο Γκρόζνι, την πρωτεύουσα της Τσετσενίας. 19 χρόνια μετά, ο γιος του και ισχυρός σύμμαχος του Πούτιν – που διαδέχτηκε τον Αχαμάντ Καντίροφ στην εξουσία στην Τσετσενία – είναι σε κώμα.
Η έκρηξη στο στάδιο το 2004 ήταν τρομακτική. Το υπουργείο Εσωτερικών της Τσετσενίας ανέφερε επισήμως ότι από την βομβιστική ενέργεια 32 ήταν οι νεκροί και 46 οι τραυματίες. Ο τότε πρόεδρος της Τσετσενίας Αχμάντ Καντίροφ, Πρόεδρος του Κρατικού Συμβουλίου της Τσετσενίας και ένας δημοσιογράφος του Reuters ήταν στη λίστα των νεκρών. Ο Στρατηγός Βαλέρι Μπαράνοφ – τότε διοικητής του ρωσικού στρατού στην Τσετσενία – έχασε το ένα πόδι.
Η βομβιστική ενέργεια αποδόθηκε σε Τσετσένους αντιφρονούντες τζιχαντιστές. Ο Καντίροφ κάποτε είχε καλέσει τους μουσουλμάνους της Τσετσενίας να πολεμήσουν με τζιχάντ εναντίον του ρωσικού στρατού. Αλλά στη συνέχεια άλλαξε πλευρά το 1999.
Αρκετοί ήταν όσοι το θεώρησαν ως προδοσία. Ο ηγέτης των τσετσένων ανταρτών Shamil Basayev ισχυρίστηκε αργότερα ότι είχε πληρώσει 50.000 δολάρια για την βομβιστική επίθεση.
Ο βόμβα ήταν μια μεγάλη απώλεια για τον Βλαντιμίρ Πούτιν καθώς ο Αχμάντ Καντίροφ ήταν ο άνθρωπος του Κρεμλίνου στην Τσετσενία.
O Αχμάντ Καντίροφ άλλαξε πλευρά στον Δεύτερο Πόλεμο της Τσετσενίας προσφέροντας την υπηρεσία του στη διοίκηση του Βλαντιμίρ Πούτιν στη Ρωσία και έγινε πρόεδρος της Τσετσενίας το 2003.
Ο Αχμάντ Καντίροφ δολοφονήθηκε τον Μάιο του 2004. Τον Φεβρουάριο του 2007, Ο Ραμζάν Καντίροφ αντικατέστησε τον Αλού Αλχάνοφ στην προεδρία, λίγο αφότου είχε κλείσει τα 30, που είναι το ελάχιστο όριο ηλικίας για τη θέση. Συμμετείχε σε βίαιες μάχες εξουσίας με τους Τσετσένους διοικητές Sulim Yamadayev και Said-Magomed Kakiyevγια τη συνολική στρατιωτική εξουσία και με τον Αλχάνοφ για την πολιτική εξουσία. Από τον Νοέμβριο του 2015, είναι μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής του Κρατικού Συμβουλίου της Ρωσικής Ομοσπονδίας..
Ποιος ήταν ο Αχμάντ Καντίροφ
Ο πρόεδρος της Τσετσενίας Αχμάντ Καντίροφ, έμεινε μόλις επτά μήνες στη θέση του αρχηγού κράτους. Είχε μπει στο στόχαστρο των ανταρτών της Τσετσενίας και από τον προκάτοχό του, Ασλάν Μασκάντοφ.
Ο Καντίροφ έγινε μια από τις βασικές προσωπικότητες στη Τσετσενία χάρη στις τακτικές του Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν, ο οποίος χρειαζόταν πολύ έναν πιστό Τσετσένο για τις υποθέσεις του, ενώ προσπαθούσε να υπονομεύσει το καθεστώς του Μασκάντοφ. Επίσης επέτρεψε στον Ρώσο ηγέτη να αποστασιοποιηθεί από τον πόλεμο της Τσετσενίας, όταν αυτό ήταν πολιτικά σκόπιμο.
Μέχρι που ο Πούτιν ξεκίνησε τη δεύτερη από τις μετασοβιετικές εκστρατείες στην Τσετσενία, λίγο μετά την άνοδό του στην εξουσία το φθινόπωρο του 1999, ο Καντίροφ ήταν ένας σεβαστός μουσουλμάνος θρησκευτικός ηγέτης στην Τσετσενία.
Ο Τζόχαρ Ντουντάεφ, ο Τσετσένος που ηγήθηκε του νικηφόρου πολέμου κατά της Ρωσίας του Μπόρις Γέλτσιν το 1994-1996, τον είχε κάνει ανώτατο μουφτή της Τσετσενίας. Ο Καντίροφ κάλεσε σε ιερό πόλεμο εναντίον της Ρωσίας, ηγήθηκε μιας μεραρχίας ανταρτών στον πόλεμο και συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις του 1996 που οδήγησαν σε μια ταπεινωτική ρωσική υποχώρηση.
Μέχρι το 1999, που ο Καντίροφ ευθυγραμμίστηκε ενάντια στους φονταμενταλιστές και τελικά έκλεισε μια «διαβολική» συμφωνία με το Κρεμλίνο. Ο Μασκάντοφ του αφαίρεσε τη θέση του κορυφαίου κληρικού της Τσετσενίας.
Ο Καντίροφ γεννήθηκε σε μια οικογένεια φτωχών αγροτών στην Καραγκάντα, στο Καζακστάν. Στη σοβιετική περίοδο, ο Καντίροφ ήταν γεωργός και οικοδόμος, προτού αφοσιωθεί στη θρησκεία στα χρόνια της φιλελευθεροποίησης του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, στα μέσα της δεκαετίας του 1980.
Παρακολούθησε ισλαμικά θρησκευτικά σχολεία στη Μπουχάρα και στην Τασκένδη, στο Ουζμπεκιστάν, πριν ιδρύσει ένα από τα πρώτα σύγχρονα ισλαμικά θρησκευτικά ινστιτούτα στην Τσετσενία. Σπούδασε επίσης στο Ομάν και την Ιορδανία, πριν επιστρέψει μόνιμα στην Τσετσενία το 1991 καθώς κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση.
Μέχρι το 1993, στο αποκορύφωμα της αποσχιστικής εκστρατείας του Ντουντάγιεφ, είχε γίνει αναπληρωτής μουφτής ή θρησκευτικός ηγέτης της Τσετσενίας, και ανέβηκε στην κορυφαία θέση το 1995, όταν έκανε την περίφημη διακήρυξη τζιχάντ κατά της Ρωσίας, μια υπόσχεση που αργότερα ανακάλεσε.
Πότε πήγε με τον Πούτιν
Την εποχή του πολέμου του Πούτιν, που ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 1999, ο Καντίροφ είχε έντονο πολιτικό φλερτ από το Κρεμλίνο και έψαχνε για μια θέση που θα ενίσχυε τη θέση του στις περίπλοκες διαμάχες εξουσίας μεταξύ αντίπαλων φυλών και πολέμαρχων στην Τσετσενία.
Αυτή η φιλοδοξία κορυφώθηκε όταν εξελέγη πρόεδρος, ουσιαστικά με εντολή του Κρεμλίνου. Όπως ένα προηγούμενο δημοψήφισμα για ένα σύνταγμα της Τσετσενίας που δεσμευόταν ότι η δημοκρατία θα είναι μέρος της Ρωσίας, οι εκλογές νοθευτηκαν για να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της Μόσχας.
Ο Πούτιν έπρεπε να ανατρέψει τον Μασκάντοφ, ο οποίος είχε εκλεγεί το 1997. Ο Καντίροφ λέγεται ότι είχε πάρει σχεδόν το 80% των ψήφων. Οι εκλογές βοήθησαν τον Πούτιν να ισχυριστεί ότι ο πόλεμος τελείωσε και ότι η δημοκρατία είχε επικρατήσει στην Τσετσενία.
Έκτοτε, ο Καντίροφ οικοδόμησε την εξουσία μέσω της στρατολόγησης δυνάμεων ασφαλείας πιστών σε αυτόν προσωπικά, και υπό την ηγεσία του γιου του, ο οποίος, απέκτησε τη φήμη για σχέσεις με κακοποιούς, απαγωγές και διαφθορά.
«Η ελευθερία είναι κάτι που δεν χρειάζεται ο απλός άνθρωπος», είχε δηλώσει ο Καντίροφ στη Ρωσίδα δημοσιογράφο Άννα Πολιτκόφσκαγια. «Δεν θα έλεγα ότι είμαστε ηλίθιοι, αλλά εμείς οι Τσετσένοι είμαστε πιο πολεμοχαρείς από άλλα έθνη και έχουμε επιτρέψει την εκμετάλλευση του πολεμικού μας ένστικτου και του εαυτού μας».
Σε κώμα ο Ραμζάν Καντίροφ
Όπως μετέδωσε την Παρασκευή (15/9) το Nexta, ο Ραμζάν Καντίροφ, ηγέτης της Τσετσενίας και ισχυρός σύμμαχος του Βλαντιμίρ Πούτιν βρίσκεται σε κώμα.
«Ο Καντίροφ είναι σε κρίσιμη κατάσταση. Ένας εκπρόσωπος της Κύριας Διεύθυνσης Πληροφοριών της Ουκρανίας, Αντρέι Γιουσόφ, δήλωσε ότι οι ασθένειες του Καντίροφ επιδεινώθηκαν, γεγονός που οδήγησε σε κρίσιμη κατάσταση». Κατά το ίδιο μέσο «οι πληροφορίες επιβεβαιώνονται από διάφορες πηγές σε ιατρικούς και πολιτικούς κύκλους. Δεν πρόκειται για τραυματισμούς. Άλλες λεπτομέρειες χρειάζονται περαιτέρω διευκρίνιση. Είναι άρρωστος εδώ και πολύ καιρό και μιλάμε για συστηματικά προβλήματα υγείας».
Υπενθυμίζεται ότι προ ημερών ο ίδιος ο Καντίφορ κατήγγειλε προσπάθεια να τον δηλητηριάσουν. Ειδικότερα, σύμφωνα με έναν μακάβριο ισχυρισμό του ρωσικού καναλιού επικοινωνίας Telegram «VChK-OGPU», o Ραμζάν Καντίροφ φέρεται να έθαψε ζωντανό τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησής του και προσωπικό του γιατρό, Έλχαν Σουλεϊμάνοφ, εν μέσω ισχυρισμών του Τσετσένου πολέμαρχου ότι τον δηλητηρίαζε.
Ο Έλχαν Σουλεϊμάνοφ, στενός σύντροφος του Ραμζάν Καντίροφ εξαφανίστηκε και εκφράζεται φόβος ότι είναι νεκρός εν μέσω ισχυρισμών ότι δηλητηρίαζε τον Τσετσένο πολέμαρχο, σύμφωνα με αναφορές από τη Ρωσία.
Ο Έλχαν Σουλεϊμάνοφ, 49 ετών, στενός σύντροφος του Καντίροφ και γιατρός του, υπηρέτησε ως υπουργός Υγείας και αναπληρωτής πρωθυπουργός της Τσετσενίας. Εδώ και έναν χρόνο έχει σταματήσει να δημοσιεύει αναρτήσεις του στο Instagram και έκτοτε δεν έχει δει ή ακούσει κανείς κάτι για αυτόν, ανέφερε στο δημοσίευμά της η Daily Mail.
Ο ανιψιός του Καντίροφ επικεφαλής στη ρωσική θυγατρική της Danone
Ένας 32χρονος ανιψιός του Τσετσένου ηγέτη Ραμζάν Καντίροφ διορίστηκε πριν από ένα χρόνο, νέος επικεφαλής της ρωσικής θυγατρικής της εταιρείας Danone, μετά την εντολή του Κρεμλίνου για προσωρινή κρατικοποίηση της γαλλικής εταιρείας γαλακτοκομικών στη Ρωσία.
Σύμφωνα με διάταγμα που υπέγραψε ο Πούτιν, το ρωσικό κράτος ανέλαβε τον έλεγχο της ρωσικής θυγατρικής της Danone μαζί με το μερίδιο της Carlsberg σε μια ζυθοποιία.
Ο Γιάκουμπ Ζακρίεφ, αντιπρόεδρος της κυβέρνησης της Τσετσενίας και υπουργός Γεωργίας, ανέλαβε τη θέση του γενικού διευθυντή της Danone Ρωσίας. «Η επιλογή του ως γενικού διευθυντή της Danone Ρωσίας δείχνει ότι οι εκπρόσωποι της ομάδας του προέδρου της Τσετσενίας και ήρωα της Ρωσίας Ραμζάν Αχμάτοβιτς Καντίροφ είναι ταλαντούχοι και επιτυχημένοι μάνατζερ», έγραψε ο Ντουντάγεφ στο Telegram.
Ο Ζακρίεφ είναι ο γιος της Ζουλάι, μιας από τις μεγαλύτερες αδελφές του Καντίροφ, και έχει σπουδάσει οικονομικά στο Moscow State University.
Ο διορισμός του έδειξε τη σημαντική επιρροή του Καντίροφ, του γιου του πρώην προέδρου της Τσετσενίας Αχμάντ Καντίροφ, ο οποίος δολοφονήθηκε το 2004 σε βομβιστική επίθεση στην πρωτεύουσα Γκρόζνι.