Τον Μάιο του 2012 το εκλογικό σώμα, καταπονημένο από τη χρεοκοπία του μεταπολιτευτικού δικομματισμού, έκανε «ντου» στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ που το εκπροσωπούσε.
Τα δυο «κόμματα εξουσίας» σχεδόν κατεδαφίσθηκαν – το ένα δεν ανέκαμψε ποτέ – και απίθανοι τύποι βρέθηκαν με κοινοβουλευτική ισχύ: Καμμένος, Μιχαλολιάκος και ο συμπαθής, αλλά περιφερειακός, Φώτης Κουβέλης.
Η κάλπη ανέδειξε ένα βαβυλωνιακό κόμμα, χωρίς συνοχή και σοβαρή στελέχωση, με ιδεοληψίες και πολιτική υστέρηση. Αλλά το προσωπικό «ιμπέριουμ» του επικεφαλής του, το οδήγησε σε τρία χρόνια στην κυβέρνηση.
Ο συνδυασμός με την αντιευρωπαϊκή ψήφο στο «διαπραγματευτικό» Δημοψήφισμα – που προκήρυξε ο Τσίπρας – έδειχνε ότι το Μνημόνιο που υπέγραψε απερίσκεπτα ο Γ. Παπανδρέου ήταν τομή στη Μεταπολίτευση που τελείωνε κακήν κακώς.
Ωστόσο ο δικομματισμός ανασυντάχθηκε σε χαμηλότερα επίπεδα και με αλλαγή του ενός «εταίρου».
Ο άλλος παραδόθηκε, για δεύτερη φορά, στην οικογένεια Μητσοτάκη. Το νεότερο μέλος της πήρε την διακυβέρνηση, με τον βουλιμικό επαγγελματισμό του και την ασκεί έκτοτε ως δικαίωμα – ακόμη και με αθέμιτα μέσα.
Έχοντας μείνει ανέπαφος από τα σκάνδαλά του και την κακοδιαχείριση, αντιμετώπισε την σύγκρουση των τρένων στα Τέμπη, ως προεκλογικό ατύχημα – ενοχοποιώντας έναν σταθμάρχη και όλες τις μεταπολεμικές κυβερνήσεις.
Αυτό αποδείχθηκε αποτελεσματικό στις κάλπες. Βοήθησε βέβαια και ο Αλέξης Τσίπρας: δεν διάβασε σωστά τις – πρώτες μετά την Πανδημία – μαζικές κινητοποιήσεις και άφησε την εκπροσώπησή του στον «αρμόδιο τομεάρχη»… Νίκο Παππά – που προκαλούσε αποστροφή!
Η ηγεμονία Μητσοτάκη που διαμόρφωνε το 41% της ΝΔ – με καταποντισμό του ΣΥΡΙΖΑ – έβαζε στο ντουλάπι σκάνδαλα, αντιλαϊκές επιλογές και την αδιαφάνεια της ΙΧ εξωτερικής πολιτικής του.
Καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ είχε πίσω του το Μάτι, το ΠΑΣΟΚ το «Σάμινα» και οι εσωκομματικοί αντίπαλοί του την Ηλεία, δεν πίστευε πως τον απειλούσε ότι χάθηκαν 57 ζωές.
Δεν υπολόγισε ότι η αναμέτρηση – ανάμεσα στη διαχείριση συγκάλυψης που έκανε ο ίδιος και στην αξίωση για Δικαιοσύνη που απαιτούσαν οι συγγενείς των θυμάτων, με επικεφαλής τη Μαρία Καρυστιανού – θα απελευθέρωνε τον «λαϊκό παράγοντα», που λέει ο Κουτσούμπας.
Τα συλλαλητήρια της 28ης Φεβρουαρίου ανέδειξαν την αυτενέργεια αυτού του παράγοντα. Για πρώτη φορά από το 1974, σε μια μεγάλη λαϊκή κινητοποίηση κανένα κόμμα δεν τόλμησε να εμφανιστεί ως διεκδικητής της οργάνωσης και της επιτυχίας της.
Η κυβέρνηση που στρατολόγησε μια ομάδα ακραίων υπουργών για να την περιορίσει, ηττήθηκε και ο Πρωθυπουργός έχασε το έδαφος κάτω από τα πόδια του.
Η αυτονομία των κινητοποιήσεων δεν επέτρεψε ούτε στην αντιπολίτευση να επωφεληθεί. Οι θεωρίες για την Κωνσταντόπουλου είναι άστοχες. Όσοι βγαίνουν στον δρόμο παρακάμπτουν όλα τα πολιτικά κόμματα – μαζί και τα δήθεν «αντισυστημικά» – επειδή αντιλαμβάνονται ως κατεδαφιστέο ολόκληρο το πολιτικό σύστημα.
Το σεισμικό δυναμικό που συσσώρευσε η καθεστωτική διακυβέρνηση Μητσοτάκη μετά το 2019, ενεργοποιήθηκε από τη συλλογική αίσθηση ότι στη σύγκρουση των τρένων, ο Πρωθυπουργός προσπαθεί να κρύψει κάποιο μυστικό του. Αλλά το εγχείρημα τον καταπίνει.
Τελικά ο Θεός της πολιτικής και η Ιστορία είχαν τα δικά τους σχέδια για το «τέλος της Μεταπολίτευσης»: η «τομή» στη διαδρομή της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας είναι τα Τέμπη.
Ο Μητσοτάκης αναδεικνύεται τελευταίος και ταυτόχρονα μοιραίος Πρωθυπουργός του μεταπολιτευτικού κύκλου, γιατί με τους χειρισμούς του βρίσκεται στη λάθος πλευρά αυτής της τομής.