Το επίδομα θέρμανσης δίνεται πλέον και βάσει της θερμοκρασίας που επικρατεί στην κάθε περιοχή.
Οι κάτοικοι στο Κάτω Νευροκόπι Δράμας -όπου επικρατούν ιδιαίτερα χαμηλές θερμοκρασίες- όμως, διαμαρτύρονται έντονα για το ποσό που παίρνουν, τονίζοντας πως οι ίδιοι χρειάζεται να ξοδέψουν τουλάχιστον 1.500 ευρώ κάθε χρόνο για τη θέρμανσή τους.
Την Παρασκευή έγινε η πρώτη πληρωμή και έλαβαν μόλις 250 ευρώ, ποσό κατά πολύ χαμηλότερο από το ανώτατο όριο του επιδόματος, το οποίο φθάνει τα 650 ευρώ.
Μιλώντας στη δημόσια τηλεόραση, ο δήμαρχος Γιάννης Κυριακίδης δήλωσε πως με τα νέα δεδομένα εξομοιώνονται όλες οι θερμοκρασίες κάτω των 15,5 βαθμών Κελσίου και πως δεν υπάρχει καμία διαφορά μεταξύ του -14 που αντιμετωπίζουν και του +14 άλλων περιοχών.
«Δεν γίνεται να κρίνει το υψόμετρο την ανάγκη για θέρμανση και όχι οι θερμοκρασίες κάτω του μηδενός», υπογράμμισε και προσέθεσε πως, κάθε χρόνο, μία οικογένεια στο Κάτω Νευροκόπι θα δαπανήσει 1.500 με 2.000 ευρώ για θέρμανση με καυσόξυλα και 2.500 ευρώ αν χρησιμοποιήσει πέλετ. Το ποσό αυξάνεται εάν χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο θέρμανσης το πετρέλαιο.
Ο δήμαρχος Κάτω Νευροκοπίου, έχει ήδη αποστείλει επιστολή για το θέμα στο Υπουργείο Οικονομικών. Σε αυτή, ζητά αλλαγή του τρόπου υπολογισμού των συντελεστών και αύξηση του ύψους του επιδόματος ώστε να βοηθηθούν ουσιαστικά οι κάτοικοι της ακριτικής περιοχής.
Πώς βγαίνει το ποσό του επιδόματος βάσει θερμοκρασίας
Όπως έχει ανακοινώσει το υπουργείο Οικονομικών, το νέο σύστημα υπολογισμού βασίζεται σε μελέτη της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας (ΕΜΥ), η οποία χώρισε την Ελλάδα σε 200.000 τετράγωνα (διαστάσεων 750 x 750 μ.), ώστε να αποτυπώνονται με τη μέγιστη δυνατή ακρίβεια οι κλιματικές και γεωγραφικές παράμετροι.
Έτσι, σε κάθε περιοχή το ύψος του επιδόματος θέρμανσης υπολογίζεται με βάση τις πραγματικές ανάγκες θέρμανσης που έχει, αναλόγως του υψομέτρου, της απόστασης από τη θάλασσα, αλλά και του αριθμού των ημερών κατά τη διάρκεια του χρόνου που έχει θερμοκρασίες χαμηλότερες των 15,5 βαθμών Κελσίου (βαθμοημέρες).
Το ύψος του επιδόματος καθορίζεται στο ποσό των 220 ευρώ πολλαπλασιαζόμενο με τον συντελεστή επιδότησης ανά οικισμό, στον οποίο βρίσκεται η κύρια κατοικία, όπως αυτός προσδιορίζεται στο Παράρτημα της σχετικής Υπουργικής Απόφασης που δημοσιεύθηκε ήδη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.