Πέντε συλλήψεις για ηλεκτρονικές απάτες στη Βόρεια Ελλάδα, πραγματοποίησε η ΕΛΑΣ μαζί με την Υποδιεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος Βορείου Ελλάδος, ενώ ανάμεσα στους συλληφθέντες υπάρχουν δύο αστυνομικοί.
Μάλιστα, στη δικογραφία περιλαμβάνονται ακόμα τέσσερα άτομα που κατηγορούνται για συνέργεια σε απάτη με υπολογιστή, τα οποία δεν συνελήφθησαν καθώς δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του αυτοφώρου.
Επίσης, η ΕΛΑΣ σημειώνει πως η υπόθεση διερευνάται από τον Δεκέμβριο του 2018, στο πλαίσιο εγκλήσεων πολιτών και τραπεζικού ιδρύματος, σύμφωνα με τις οποίες άγνωστοι δράστες, χρησιμοποιώντας τα διαπιστευτήρια πρόσβασης τρίτων ατόμων σε συστήματα ηλεκτρονικής τραπεζικής, καθώς και δεδομένα καρτών τους, αφαιρούσαν από τραπεζικούς λογαριασμούς μεγάλα χρηματικά ποσά.
Από την έρευνα ταυτοποιήθηκε ψηφιακά ένας εκ των συλληφθέντων και σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε στην οικία του, τον Οκτώβριο του 2019, βρέθηκε και κατασχέθηκε μεγάλος αριθμός καρτών (κινητής τηλεφωνίας, πιστωτικές, προπληρωμένες και κάρτες ψηφιακών πορτοφολιών διαφόρων εταιρειών και τραπεζικών ιδρυμάτων), συσκευές κινητής τηλεφωνίας, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, καθώς και χειρόγραφες σημειώσεις.
Κατόπιν εκδόθηκαν Βουλεύματα από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης για την περαιτέρω εξέταση των κατασχεθέντων, την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών και την άρση του τραπεζικού απορρήτου, προκειμένου να διερευνηθούν οι ροές χρηματικών ποσών από μέλη της εγκληματικής οργάνωσης.
Κατά την πολύμηνη αστυνομική έρευνα – προανάκριση που επακολούθησε, εξακριβώθηκε πλήρως η μεθοδολογία και ο τρόπος δράσης της εγκληματικής οργάνωσης, καθώς και οι τομείς δραστηριότητας των μελών αυτής.
Ηγετικό ρόλο στην εγκληματική οργάνωση είχε ιδιώτης ημεδαπός, ο οποίος φέρεται να αγόραζε, αρχικά μέσω διαδικτύου, υποκλαπέντα στοιχεία πιστωτικών και χρεωστικών καρτών και ακολούθως, μαζί με τα μέλη της οργάνωσης, προέβαιναν σε διαδικτυακές συναλλαγές, χρεώνοντας τους τραπεζικούς λογαριασμούς τρίτων προσώπων. Ενδεικτικά οι συναλλαγές αφορούσαν:
- στην πληρωμή λογαριασμών οργανισμών κοινής ωφέλειας ή οφειλών προς το δημόσιο
- ατομικών ή άλλων προσώπων έναντι αντιτίμου
- σε έκδοση χρεωστικών και προπληρωμένων καρτών, καθώς και φόρτιση αυτών μέσω διαδικτύου
- στη δημιουργία φόρτιση και χρήση ψηφιακών πορτοφολιών (wallets) και
- σε διαδικτυακές αγορές διαφόρων προϊόντων έτοιμου φαγητού και υγρών καυσίμων
Μάλιστα είχαν συστήσει δίκτυο «συνεργατών», οι οποίοι αφενός έκαναν χρήση των χρηματικών ποσών που αντλούνταν με την προαναφερθείσα διαδικασία (αγορές προϊόντων, πληρωμές οφειλών ιδίων, φόρτιση καρτών κ.λπ.) και αφετέρου εντόπιζαν «υποψήφιους» ιδιώτες, οι οποίοι επιθυμούσαν να εξοφλήσουν τις οφειλές τους προς το δημόσιο ή εταιρείες κοινής ωφέλειας έναντι χαμηλότερου αντιτίμου.
Όσον αφορά στους λογαριασμούς (για οφειλές στο δημόσιο, Οργανισμούς κοινής ωφέλειας κ.λπ.) αφού αυτοί συλλέγονταν, αποστέλλονταν απευθείας ή μέσω μελών της οργάνωσης, στον αρχηγό αυτής, ο οποίος μεριμνούσε για την εξόφλησή τους και την επιστροφή του σχετικού αποδεικτικού πληρωμής.
Σημειώνεται ότι μετά από σχετική αλληλογραφία με αρμόδιες Υπηρεσίες και τραπεζικά ιδρύματα, προέκυψαν τα στοιχεία ταυτότητας περίπου (100) ατόμων, τα οποία φέρονται να εξόφλησαν οφειλές τους έναντι δημοσίου ή οργανισμών κοινής ωφέλειας, καταβάλλοντας στην εγκληματική οργάνωση μέρος μόνο των οφειλών αυτών.
Επιπλέον, μέλη της οργάνωσης παρείχαν ουσιαστική συνδρομή εκδίδοντας τραπεζικές κάρτες, επ’ ονόματί τους, στις οποίες κατέληγαν χρηματικά ποσά από την παράνομη δραστηριότητα.