Περιπέτειες με τον νόμο έχει η εφοπλιστική οικογένεια Παπαδημητρίου, καθώς ο εφοπλιστής Δημήτρης Παπαδημητρίου συνελήφθη για υπόθεση αρχαιοκαπηλίας.
Η Αστυνομία προχώρησε στη σύλληψή του χθες, Δευτέρα μετά από έρευνα στο σπίτι του, όπου βρέθηκαν βυζαντινές εικόνες που θεωρούνται αρχαιότητες και εμπίπτουν στις διατάξεις του νόμου περί αρχαιοτήτων. Πληροφορίες αναφέρουν πως σχηματίστηκε δικογραφία και για τη μητέρα του, Δέσποινα, καθώς εικόνες εντοπίστηκαν και στο σπίτι της.
Η νέα υπόθεση ήρθε στο φως μετά από καταγγελία που δέχτηκε το ελληνικό FBI για ύπαρξη Βυζαντινών εικόνων μεγάλης ιστορικής αξίας μέσα στο σπίτι του.
Ειδικοί που ασχολούνται με τα θέματα αρχαιοκαπηλίας κάνουν λόγο στο iEidiseis, για μία εθισμένη οικογένεια σε κειμήλια και αρχαιότητες.
Αστυνομικοί πραγματοποίησαν έρευνες και στα τρία σπίτια του εφοπλιστή, όπως και στο πατρικό της οικογένειας.
Οι κατηγορούμενοι φέρονται να ισχυρίστηκαν ότι η υπόθεση αφορά σε παλιότερο περιστατικό και ότι οι ίδιες εικόνες είχαν ελεγχθεί στο παρελθόν, με τις Αρχές να καταλήγουν τότε ότι δεν αποτελούν αρχαιότητες που εμπίπτουν στον σχετικό νόμο.
Δεν είναι η πρώτη φορά που μέλη της οικογένειας εμπλέκονται σε υπόθεση αρχαιοκαπηλίας, καθώς στο παρελθόν ενεπλάκησαν σε υπόθεση παράνομης διακίνησης αρχαιοτήτων στη Σχοινούσα το 2006. Η υπόθεση είχε προκαλέσει σάλο και στο εξωτερικό.
Όπως έγινε γνωστό ο εφοπλιστής αφέθηκε ελεύθερος.
Σύμφωνα με δικαστικούς κύκλους, είναι πολύ πιθανό, οι κατηγορίες για παραβίαση του νόμου περί αρχαιοτήτων να αφορούν τη μητέρα των εφοπλιστών, Δέσποινα Παπαδημητρίου, η οποία είναι υπέργηρη και άρα η ηλικία της μπορεί να αποτελέσει «ασπίδα» σε πιθανές δικαστικές διώξεις στο μέλλον.
Η υπόθεση της Σχοινούσας
Η υπόθεση παράνομης διακίνησης αρχαιοτήτων στη Σχοινούσα, με κεντρικά πρόσωπα τους εφοπλιστές Δέσποινα και Δημήτρη Παπαδημητρίου, αποκαλύφθηκε το 2006 και είχε διεθνή απήχηση.


Στη βίλα της Σχοινούσας και σε ακίνητα στο Ψυχικό είχαν εντοπιστεί το 2006, χιλιάδες αρχαία αντικείμενα, πολλά από τα οποία ήταν ενσωματωμένα σε κατασκευές ή αποθηκευμένα σε κιβώτια. Οι αρχαιότητες φέρονται να είχαν προέλευση από τον ελλαδικό χώρο και το εξωτερικό, ενώ μέρος τους αγοράστηκε από γνωστούς οίκους δημοπρασιών.
Οι Αρχές κατά τη διάρκεια των ερευνών τους εντόπισαν τρεις μαρμάρινες προτομές μέσα σε ξύλινα κιβώτια, ξύλινα, πήλινα και μαρμάρινα δάπεδα αποξηλωμένα από άγνωστα αρχαία κτίρια, αποτοιχισμένες τοιχογραφίες.
Η αθώωση και η αναίρεση από τον Άρειο Πάγο
Το 2022, το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών τους αθώωσε για το κακούργημα της υπεξαίρεσης μνημείων μεγάλης αξίας. Ωστόσο, ο Άρειος Πάγος ανέτρεψε την απόφαση, κάνοντας λόγο για έλλειψη αιτιολόγησης και υπέρβαση εξουσίας από τους εφέτες. Η υπόθεση θα εκδικαστεί εκ νέου τον Δεκέμβριο με διαφορετική σύνθεση δικαστών.
Ο Άρειος Πάγος επισημαίνει ότι η αθωωτική απόφαση δεν έλαβε υπόψη το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων και αντιφάσκει με τα δεδομένα της υπόθεσης, κάνοντας λόγο για σοβαρές παραλείψεις των εφετών.
Οι αρεοπαγίτες έκριναν ότι αυτή δεν έχει την απαιτούμενη αιτιολογία που απαιτούν το Σύνταγμα και η ποινική νομοθεσία, καθώς «δεν συνεκτίμησε το περιεχόμενο ενός εκάστου εκ των εισφερθέντων αποδεικτικών μέσων και όλων των πραγματικών δεδομένων της προδικασίας και της ακροαματικής διαδικασίας» και έλαβε μόνο ορισμένα από αυτά κατ’ επιλογή.
Ακόμη, όπως έκρινε το ΣΤ’ Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, η εφετειακή απόφαση «περιέχει κρίσεις οι οποίες δεν συνδέονται με το ερευνώμενο αδίκημα και ούτε τελούν σε λογική αλληλουχία με τα περιστατικά που φέρεται ότι αποδείχθηκαν, ενώ τμήματα των παραδοχών αντιφάσκουν μεταξύ τους δημιουργώντας ασάφεια στην αιτιολογία της αθωωτικής απόφασης».
Κατά τους αεροπαγίτες, η εφετειακή αθωωτική απόφαση εξαιτίας των αντιφατικών παραδοχών και των λογικών κενών που περιέχει καθιστά ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο ως προς τους κατηγορουμένους. Ο Αρειος Πάγος, δηλαδή, αποδίδει ευθέως στους εφέτες «αρνητική υπέρβαση εξουσίας», ήτοι ότι παρέλειψαν να αποφασίσουν για ζητήματα για τα οποία είχαν υποχρέωση να αποφασίσουν.
Πώς αποκαλύφθηκε η υπόθεση της Σχοινούσας
Ήταν Απρίλιος του 2006 όταν η Ελληνική Αστυνομία σε συνεργασία με διεθνείς διωκτικές αρχές άρχισαν να ξεδοντιάζουν ένα από τα μεγαλύτερα -αν όχι το μεγαλύτερο- κύκλωμα αρχαιοκαπηλίας σε όλον τον κόσμο.
Πρωταγωνιστές ήταν ο έμπορος τέχνης Ρόμπιν Σάιμς και ο Χρήστος Μιχαηλίδης, οι οποίοι είχαν αναπτύξει τον μεγαλύτερο «στρατό» εντοπισμού και διακίνησης αρχαίων αντικειμένων, με εμπιστευτικές αγοραπωλησίες σε πάμπλουτους συλλέκτες, ανεξέλεγκτες δημοπρασίες σε γνωστούς οίκους του εξωτερικού και συναλλαγές εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ.

Ένα κύκλωμα που περιελάμβανε σκαπανείς που έψαχναν σε χωράφια για αρχαία αντικείμενα, επιχειρηματίες που λειτουργούσαν ως «σύνδεσμοι» στο λαθρεμπόριο, νομιμοφανείς αρχαιοπώλες και κυρίως τους υπευθύνους μεγάλων γνωστών μουσείων σε όλον τον κόσμο.
H αντίστροφη μέτρηση για τον εντοπισμό των μελών της ομάδας είχε ξεκινήσει μετά την έφοδο της ΕΛ.ΑΣ. σε ακίνητα της εφοπλιστικής οικογένειας Παπαδημητρίου (η Δέσποινα Παπαδημητρίου είναι αδερφή του Χρ. Μιχαηλίδη) στη Σχοινούσα και στο Ψυχικό, την οποία ακολούθησε η ανακάλυψη εκατοντάδων αρχαίων αντικειμένων.
Η υπόθεση προκάλεσε σάλο και η είδηση έκανε τον γύρο του κόσμου, αφενός λόγω του όγκου και της τεράστιας αξίας των αρχαιοτήτων που βρέθηκαν στα δύο ακίνητα της οικογένειας Παπαδημητρίου και αφετέρου γιατί αδελφός της Δέσποινας Παπαδημητρίου ήταν, όπως προαναφέρθηκε, ο έμπορος τέχνης και αρχαιολογικών θησαυρών Χρήστος Μιχαηλίδης (σκοτώθηκε σε περίεργο δυστύχημα στην Ιταλία το 1999), ο οποίος μαζί με τον Ρόμπιν Σάιμς είχαν συνδεθεί με το σκάνδαλο του Μουσείου Γκετί.
Στην υπόθεση του Μουσείου Γκετί είχε εμπλακεί και η πρώην έφορος του μουσείου, Μάριον Τρου, η οποία κατηγορήθηκε ότι λειτουργούσε ως κλεπταποδόχος προϊόντων λαθρανασκαφής ή κλοπής.
Μάλιστα διαρκούσης της δίκης της Μάριον Τρου, είχε ταξιδέψει στην Ιταλία ο εισαγγελέας Ιωάννης Διώτης, ο οποίος τον Νοέμβριο του 2005, πριν αποκαλυφθεί η υπόθεση της Σχοινούσας, είχε παραλάβει φωτογραφίες αρχαίων αντικειμένων, τα οποία εκτίθεντο σε διάφορα μουσεία ανά τον κόσμο και θεωρούντο προϊόντα λαθρανασκαφής ή κλοπής.
Η έρευνα των Αρχών οδήγησε σε κακουργηματικές διώξεις κατά μελών της οικογένειας Παπαδημητρίου.
Επτά μήνες μετά την αποκάλυψη του θησαυρού που έκρυβε η βίλα της Σχοινούσας και το σπίτι της οικογένειας Παπαδημητρίου στο Ψυχικό, η εισαγγελέας Πρωτοδικών Ελένη Ράικου άσκησε ποινική δίωξη κατά της Δέσποινας Παπαδημητρίου και κατά των παιδιών της Αλέξανδρου, Αγγελικής και Δημητρίου για υπεξαίρεση μνημείου ιδιαίτερα μεγάλης αξίας κατΆ επάγγελμα και κατά συνήθεια και για αποδοχή και διάθεση μνημείων ιδιαίτερα μεγάλης αξίας κατΆ επάγγελμα και κατά συνήθεια.
Η υπόθεση ανατέθηκε σε τακτικό ανακριτή ο οποίος στο πλαίσιο της ανάκρισης κάλεσε τους κατηγορούμενους προς απολογία.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στη δικογραφία που έχει σχηματιστεί αναφέρονται κορινθιακά κιονόκρανα αξίας 25.000 ευρώ το κάθε ένα, μαρμάρινη προτομή του 1ου π.Χ. αιώνα αξίας 35.000 ευρώ, έτερη μαρμάρινη προτομή του 1ου αιώνα μ.Χ. αξίας 90.000 ευρώ, δύο φύλλα βημόθυρου (οι πόρτες της Ωραίας Πύλης) τέλη 7ου αρχές 8ου αιώνα μ.Χ. που απεικονίζουν τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και η αξία τους ανέρχεται στα 50.000 ευρώ, καθώς και μαρμάρινη προτομή του 50-120 μ.Χ. αξίας 40.000 ευρώ.
Ο Ρόμπιν Σάιμς και ο Χρήστος Μιχαηλίδης γνωρίστηκαν το 1967, στην γκαλερί του Σάιμς στην Jermyn Street του Λονδίνου. Ο Μιχαηλίδης καταγόταν από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και σπούδαζε εκείνη την περίοδο Ιστορία της Τέχνης στο Λονδίνο.
Ο Μιχαηλίδης ήταν για τον Σάιμς ο «δραστήριος, ωραίος Ελληνας», γλωσσομαθής, με ικανότητα στην προσέγγιση ανθρώπων που γνωρίζουν από αρχαιότητες και τηρούν τις αρχές της εμπιστευτικότητας. Υστερα από μια υπερκερδοφόρα πώληση χιλιάδων νομισμάτων της Αρχαίας Αιγύπτου, οι Σάιμς και Μιχαηλίδης άρχισαν να αποκτούν μεγάλη φήμη στον χώρο των συλλεκτών.
Όπως γράφει το «Βήμα», ένας από τους πιο στενούς «συνεργάτες» του διδύμου, κύριος «κόμβος» στο δίκτυο απόκτησης αρχαίων αντικειμένων, ήταν ο Ιταλός έμπορος Νίνο Σαβόκα που είχε έδρα στο Μπολτσάνο και στο Μόναχο.
H επίσημα «καταγεγραμμένη» σχέση του Σαβόκα με τον Σάιμς ήταν η αγοραπωλησία μιας αρχαίας κεφαλής, μάλλον του θεού Απόλλωνα, που αποκαλύφθηκε το 1995, από τον 58χρονο Ιταλό Πέτρο Κασάντα σε λαθρανασκαφή κοντά στον αρχαιολογικό χώρο των λουτρών του Ρωμαίου αυτοκράτορα Κλαύδιου. Ο Σαβόκα πέθανε το 1998, σε ηλικία 48 ετών, στη διάρκεια μιας επιδρομής στο κατάστημά του από Ιταλούς καραμπινιέρους που συνεργάστηκαν με τη γερμανική αστυνομία.