Ιδιαίτερη είναι η ιστορία του πρίγκηπα Μιχαήλ της Ελλάδος και της Δανίας που είχε καταξιωθεί ως ιστορικός και λογοτέχνης με το ψευδώνυμο Μισέλ Ντε Γκρες και ο οποίος πέθανε πρόσφατα σε ηλικία 85 ετών.
Ήταν ο μοναδικός εν ζωή εγγονός του Γεωργίου του Α’, καθώς ο πατέρας του -ο πρίγκηπας Χριστόφορος- ήταν ο πέμπτος υιός του βασιλιά. Μητέρα του ήταν η Φραγκίσκη της Ορλεάνης από τον οίκο των Βουρβόνων.
Ο πρίγκηπας Μιχαήλ ήταν το μόνο μέλος της ελληνικής βασιλικής οικογένειας που δεν εγκατέλειψε τη χώρα, μετά το αντικίνημα της 13ης Δεκεμβρίου 1967.
Τα παιδικά χρόνια του πρίγκηπα Μιχαήλ
Στις αρχές του 1940, μετά τον θάνατο του πρίγκηπα Χριστόφορου, η Φραγκίσκη είχε σχεδιάσει την εγκατάστασή της, με τον υιό της Μιχαήλ, στη Ελλάδα. Καθώς ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος είχε ξεσπάσει, στις αρχές του καλοκαιριού του 1940 ο Γεώργιος Β’ της Ελλάδας την ειδοποίησε να εγκαταλείψει τάχιστα την Ιταλία.
Έτσι, ο Μιχαήλ πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο Λαράς του ισπανικού Μαρόκου και στη Μάλαγα της Ισπανίας.
Σπούδασε στο Παρίσι πολιτικές επιστήμες. Στο τέλος της δεκαετίας του 1950 επέστρεψε στην Ελλάδα και υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία στη Θεσσαλονίκη ως αξιωματικός του Ιππικού/Τεθωρακισμένων.
Δεν εγκατέλειψε την Ελλάδα
Νυμφεύτηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1965 στην Αθήνα την Μαρίνα Καρέλλα, διάσημη ζωγράφο, γλύπτρια και σκηνογράφο, μαθήτρια του Γιάννη Τσαρούχη.
Ο γάμος αυτός αναγνωρίσθηκε από τον Βασιλιά Κωνσταντίνο Β’, αφού πρώτα ο Μιχαήλ παραιτήθηκε των δικαιωμάτων του στον ελληνικό θρόνο. Έφυγε από το Τατόι και ζούσε με τη σύζυγό του στο Μαρούσι.
Με την Μαρίνα Καρέλλα απέκτησαν δύο παιδιά:
- Την Αλεξάνδρα, γεννηθείσα 15 Οκτωβρίου 1968, η οποία παντρεύτηκε τον Νικόλαο Μιρζαγιάντζ και απέκτησαν δύο παιδιά, τον Τιγκράν και τον Δαρείο.
- Την Όλγα, γεννηθείσα 17 Νοεμβρίου 1971, η οποία παντρεύτηκε τον δεύτερο εξάδελφό της, πρίγκηπα Αίμονα, γιο του Αμεντέο, δούκα της Αόστης. Απέκτησαν τρία παιδιά, τον Ουμπέρτο, τον Αμαντέο και την Ισαβέλλα, πρίγκηπες της Σαβοΐας.
Όταν ο πρίγκηπας έγινε συγγραφέας
Ο Μισέλ Ντε Γκρες ξεκίνησε την καριέρα του ως ιστορικός, αλλά και ως συγγραφέας το 1970, μοιράζοντας τον χρόνο του μεταξύ γραπτού λόγου και ιστορικής έρευνας. Καταπιάνονταν με ποικίλα θέματα που αφορούσαν την Ελλάδα, τους ήρωες της Επανάστασης, τους Λουδοβίκους και τους Τσάρους, αλλά και την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Ενδεικτικά κάποια από τα έργα του είναι: «Η Μαχαράνη», «Ο Βουρβώνος Μαχαραγιάς», «Ο Τελευταίος Σουλτάνος», «Το Μυστήριο των Κυθήρων» και «Μπουμπουλίνα».
Άφησε πίσω του ένα σημαντικό συγγραφικό έργο, με περισσότερα από 20 βιβλία, μυθιστορήματα και βιογραφίες.
Ο γαλλικός Τύπος έκανε λόγο για τον «συγγραφέα των αεροπορικών μπεστ σέλερ», επειδή είχε γίνει της μόδας, κυρίως για τους επιβάτες αεροπλάνων, να διαβάζουν το δικό του «La nuit du serail» («Μια νύχτα στο σεράι»), με την ιστορία μιας μικρής Γαλλίδας που την έπιασαν πειρατές. Το συγκεκριμένο βιβλίο έχει πουλήσει πάνω από 2 εκατ. αντίτυπα.
Η συγγραφική του πορεία ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1970 με ιστορικά δοκίμια ή ιστορικές βιογραφίες. Πρώτα βιβλία του ήταν ένα δοκίμιο για την Ατλαντίδα, μια βιογραφία του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Α’ Κομνηνού, ένα δοκίμιο για τον Ναπολέοντα Α’ με τίτλο «Ο δράκος· όταν ο Ναπολέων έκανε την Ευρώπη να τρέμει», που εκνεύρισε πολύ τους Γάλλους, αλλά και μια βιογραφία του Λουδοβίκου ΙΔ’ με τον ειρωνικό τίτλο «Η ανάποδη όψη του ήλιου».
Στη συνέχεια πέρασε στο ιστορικό μυθιστόρημα. Σημαντικά είναι τα έργα του για τη Θεοδώρα, την Μπουμπουλίνα, την αυτοκράτειρα Καρλότα του Μεξικού, την Ιωάννα της Λορένης κ.ά. Έμεινε τρεις εβδομάδες στην Ινδία, σε μια απομονωμένη περιοχή, όπου δούλεψε ως εθνολόγος, για να συγκεντρώσει στοιχεία για ένα εκ των βιβλίων του.
Οι εμφανίσεις του στην τηλεόραση ήταν σπάνιες και πίστευε ότι «στη Γαλλία τα βιβλία μου πουλούν καλύτερα με τη δημοσιότητα του ραδιοφώνου, παρά με αυτήν της τηλεόρασης». Έχει καθιερωθεί ως ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες συγγραφείς της γαλλικής γλώσσας.
Μέσα από το πλούσιο έργο του, κατάφερε να γεφυρώσει την Ελλάδα με τη Γαλλία, δύο χώρες που διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του. Με τη γραφή του έχει συμβάλει στον εμπλουτισμό της γαλλικής λογοτεχνίας, προσφέροντας μια φρέσκια, μεσογειακή πνοή στο είδος του ιστορικού μυθιστορήματος.
Η τελευταία κατοικία του θα είναι το Βασιλικό Κοιμητήριο Τατοΐου.