Ελλάδα

Η ιδιαίτερη σχέση του Γιάννη Διακογιάννη με τη θετή του κόρη, Ρίκα Βαγιάνη

Το «δέσιμο» της Ρίκας Βαγιάνη με τον θετό της πατέρα, Γιάννη Διακογιάννη που την έκανε να αλλάξει επώνυμο.

Ο σπουδαίους δημοσιογράφος, συγγραφέας, σχολιαστής και παρουσιαστής αθλητικών εκπομπών της τηλεόρασης, Γιάννης Διακογιάννης πέθανε σε ηλικία 91 ετών.

Ήταν ο κορυφαίος του είδους, λόγω των μεγάλων γνώσεών του πάνω στον αθλητισμό και κυρίως στο ποδόσφαιρο, στον τρόπο μετάδοσης και τη γλαφυρότητα του ύφους του. 

«Του Διακογιάννη η φωνή»: Το τραγούδι – ύμνος στον Έλληνα δημοσιογράφο

Το όνομα του Γιάννη Διακογιάννη συμπεριλήφθηκε στο περίφημο τραγούδι, «Αρχίζει το ματς» του κορυφαίου ερμηνευτή, Λουκιανού Κηλαηδόνη.

Ο στίχος: «Πώς μας ενώνει και πώς μας δονεί, του Διακογιάννη η φωνή» έμεινε στην ιστορία, όπως και ο ίδιος ο Γιάννης Διακογιάννης.

Η ιδιαίτερη σχέση του με την Ρίκα Βαγιάνη και το επώνυμο

Εκτός από την αγάπη του για τις αθλητικές μεταδόσεις, ο Διακογιάννης είχε δύο ακόμη μεγάλες αγάπες: Τη σύζυγό του Βαρβάρα Δράκου και τη Ρίκα Βαγιάννη, την κόρη της από τον γάμο της με τον δημοσιογράφο Οδυσσέα Ζούλα, [που έγινε τη δική του θετή κόρη.

Με την Ρίκα ανέπτυξαν τέτοιο μεγάλο δέσιμο, που την έκανε να αλλάξει επώνυμο. Πήρε το επώνυμο «Βαγιάνη», που βγαίνει από το «Βα-» από το όνομα της μητέρας της, Βαρβάρα, και το «-γιάννη» από το όνομα του αγαπημένου της θετού πατέρα, Διακογιάννη.

Η Ρίκα αγάπησε την δημοσιογραφία και ακολούθησε τα βήματά του, αλλά δεν κατάφερε να την κάνει να αγαπήσει το γήπεδο.

Το συγκινητικό κείμενο της Βαγιάνη για τον Διακογιάννη

Το 2012 η Ρίκα Βαγιάννη έγραψε ένα συγκινητικό κείμενο για τον θετό της πατέρα, στο οποίο αποκαλύπτει λεπτομέρειες για τη σχέση τους και δημοσιεύτηκε στο protagon.gr:

«Μούχει σπάσει τα νεύρα», μουρμούραγε η μάνα μου στις φιλενάδες της τα ολυμπιακά καλοκαίρια.

Κρυφάκουγα.

«Ότι τι, δηλαδή;

«Ποτέ, μα ποτέ, δεν είναι εδώ. Δεν έχω άντρα εγώ!».

«Μα λείπει για τους Αγώνες! Είναι αυτός λόγος διαζυγίου;»

Ποτέ δεν ήταν εδώ τέτοια εποχή, Οι Ολυμπιακοί Αγώνες στο σπίτι μας είχαν πάντα τον τίτλο της ίδιας ταινίας: «Ο μπαμπάς λείπει σε ταξίδι για δουλειές» – και να σκεφτείτε πώς η ταινία δεν είχε καν γυριστεί.

Αν δεν είχαμε Ολυμπιακούς, είχαμε Μουντιάλ. Κι αν δεν είχαμε Μουντιάλ είχαμε Παγκόσμιο Στίβου, κι αν δεν είχαμε Παγκόσμιο Στίβου, είχαμε Τελικούς Κυπέλλου, Πρωταθλητριών, ή Κυπελλούχων ή Ουέφες, ή Πανευρωπαϊκό, και πάει λέγοντας.

«Μεγαλώσαμε μαζί του», μου λένε όλοι, σαν συνενωμένοι. «Μεγαλώσαμε με τη φωνή του».

Κι εγώ με τη φωνή του μεγάλωσα. Ποτέ δεν ήταν σπίτι. Κι όταν ήταν, πάλι δεν ήταν. Αν δεν είχε ταξίδια, είχε εφημερίδα, κι αν δεν είχε εφημερίδα, είχε εκπομπή, η «Αθλητική Κυριακή» και ο «Κόσμος της Μπάλας». Κι αν δεν είχε εκπομπή, είχε γήπεδο, ή σύσκεψη και δεν ξέρω κι εγώ ποια άλλη ζουρλαμάρα.

Δεν κατάφερε να με κάνει να αγαπήσω το γήπεδο. Θυμάμαι το δέος του μπροστά στον Πελέ και τον Κρόιφ. Ο μεγάλος αθλητής του έφερνε ρίγη, σε όποιο αγώνισμα κι αν κατέβαινε.

Στο γήπεδο, πάντως, αρχίσαμε άσχημα. Με πήρε κάνα δυό φορές μαζί του, εγώ, αντί για φάσεις και τεχνικές ξεσήκωσα ο,τι μπινελίκι και γαμοσταβρίδι εκσφενδονιζόταν στη Λεωφόρο. Μισή μερίδα παιδί. Ένα κυριακάτικο απόγευμα ρώτησα τη μαμά μου αν χωράει στον ποπό του διαιτητή μια ολόκληρη ποδοσφαιρική μπάλα. Και αλήθεια βοηθάει να βάλεις βαζελίνη για να περάσει από τη σούφρα του και επίσης, τι ακριβώς είναι η σούφρα, μαμά;

Κάπως έτσι κόπηκαν τα σούρτα – φέρτα στα ματς. Μαχαίρ.

Κατάφερε όμως να με κάνει να αγαπήσω το στίβο. Ο στίβος ήταν άλλο πράμα-εκκλησία. Η μαμά με άφηνε να πηγαίνω μαζί του όσο ήθελα. Στο στίβο, κανείς δεν ήθελε να βάλει τίποτα στον πωπό κανενός, με βαζελίνη ή χωρίς. Ή, τουλάχιστον, δεν το ξεφώνιζε. Ο στίβος ήταν Αγώνες. Άμιλλα. Κάτι σαν έντονη πνευματική εμπειρία στην οποία συμμετείχαν σε κρεσέντο όλες οι αισθήσεις αν το έβλεπε κανείς, τουλάχιστον, από τη δική του ματιά.

«Και πάμε στο ύψος: Εδώ οι αθλητές προετοιμάζονται για το άλμα» ανακοίνωνε ψιθυριστά στη μετάδοση, σαν να προέτρεπε το κοινό να μην ταράξει την ηρεμία του άλτη. Έδινε σήμα στον ηχολήπτη ότι ετοιμάζεται να «κόψει» μικρόφωνο. Κι άρχιζε τα πριβέ: Στριμωχτή εγώ, μισό παιδί, πολύ αδύνατο, στην καμπίνα δίπλα του. Κάπνιζε αμέτρητρα Gitanes στον κλειστό θαλαμίσκο. Στην Αμερική του σήμερα, θα τον είχαν πάει μέσα για έκθεση ανηλίκου σε θανατηφόρο παθητικό κάπνισμα. Δεν ήθελε να πάει Ατλάντα: Δεν γούσταρε. Εβλεπε μέσα από τον αθλητισμό να έρχονται σκοτεινές εποχές, έβλεπε πράγματα που οι άλλοι δεν διακρίναμε, ήταν φάσεις μπροστά, κουσούρι της δουλειάς, να προβλέπει.

Χρόνια πριν, εγώ μισή μερίδα παιδί: Στα τρία μέτρα μπροστά μας, ο Βζόλα, ετοιμάζεται να καταρρίψει το παγκόσμιο ρεκόρ, μετά την απόσπαση του Πανευρωπαϊκού χρυσού Nέων στο ύψος. Ή κάτι τέτοιο. Άρχιζαν τα πριβέ.

«Κοίτα τον. Όχι, το άλμα, Ρίνγκο: Την αυτοσυγκέντρωση να βλέπεις, εδώ είναι η δύναμη, Αυτός, θα δεις, θα γίνει μέγας άλτης. Θα γράψει ιστορία.

Μάλιστα. Τσεκ.

Όχι το άλμα, λοιπόν, αλλά το αμέσως πριν: Την προς τα μέσα κατάδυση.

«Κάνε άλμα μεγαλύτερο από τη φθορά», έγραφε το Σηματολόγιο του Ελύτη. Aυτά τα φρόντιζε η μάνα μου στο σπίτι, αφήνοντας – τάχα μου – τυχαία ανοιχτά βιβλία στο τραπέζι της κουζίνας.

Έκανε απελπισμένες προσπάθειες να μην εξελιχθώ σε γρυλλίζοντα σκυλο-χούλιγκαν, αλλά πλαγίως, ήξερε ότι δεν θα διάβαζα ποτέ κάτι που θα μου υποδείκνυε, δήθεν για να καλλιεργηθώ. Υποδορείως κούμπωναν εντός μου, κλικ-κλακ, η ποίηση κι ο αθλητισμός, το κορμί το σάρκινο και το Άλλο, το πώς το λέγανε, να δεις, ψυχή το λέγανε. Κλικ-κλακ.

Μεγάλωνα.

Ανάμεσα στον Πελέ και τον Ελύτη, τη Μοσχολιού και το Φον Κάραγιαν. Όλα έβγαζαν νόημα. Ακόμα και τα πιο ανεξήγητα. Από το λυσασμένο Μπερναμπέου ως την Επίδαυρο της Ορέστειας του Κουν, κι από τον Τάφο του Ινδού ως τη Scala, με κόκκινη Πανσέληνο. «Νessouno, mai», κι όμως, όλα είχαν νόημα.

Η ζωή μας, ένα Gitanes με φίλτρο.

Ψαχνόμουν. Μισή γυναίκα πια.

«Κοίτα τις που είναι σαν άντρες, Ρίνγκο»: Δεν μάσαγε τα λόγια του για τα γενειοφόρα θηλυκά εκτρώματα του «μεγαλείου» της τότε Ανατολικής Γερμανίας, «Κοίτα τις. Αυτό δεν είναι αθλητισμός, είναι τερατογένεση- ο άνθρωπος πρέπει να αγωνίζεται στα ανθρώπινα μέτρα, μόνο τότε αξίζει. Που θα μας οδηγήσουν όλες αυτές οι επιδόσεις, όλα αυτά τα ρεκόρ, αναρωτιέμαι…

Δεν είχε απάντηση. Καμιά φορά όμως, αξίζει να κάνεις μόνο την ερώτηση: Η προς τα μέσα κατάδυση, που λέγαμε.

Έλειπε πολύ. Συνέχεια. Αλλά εμένα, δεν μου «έλειπε». Η αγάπη εκπέμπει πιο δυνατά από το τηλεοπτικό σήμα.

Εντάξει, μείνανε και κάτι ψιλο-οιδιπόδεια – τα λένε και σύνδρομα της Ηλέκτρας- αν είστε πολύ ψείρας στα ψυχαναλυτικά. Εντάξει, ακόμα βλέπω Αγώνες από ξένα μόνο κανάλια, ή με τη φωνή στο mute. Από κακία που δεν είναι η φωνή του.

Μου έμαθε πως οι Ολυμπιακοί κύκλοι συμβολίζουν τις ανθρώπινες φυλές- κι ο τελευταίος όλη την ανθρωπότητα: Όλοι μας, από ένας κρίκος στης ζωής την εύθραυστη, αλλά αιώνια αλυσίδα. Η πάσα ουσία είναι η ισότητα και η συνύπαρξη, αλλιώς δεν αγωνιζόμαστε, απλώς πηδάμε παλούκια, σαν τα πιθήκια, με το συμπάθειο κιόλας.

Κανένα αξίωμα δεν δέχτηκε, καμιά τιμή δεν καταδέχτηκε. Όταν τα παράτησε, τα παράτησε ξερά. Όπως τα Gitanes– πέταξε το πακέτο μαζί με τα μικρόφωνα και δεν κανακοίταξε καπνό. Χωρίς εθισμούς και κολλήματα σε «περασμένα μεγαλεία».

Στο φίνις κρίνονται όλα.

«Οι κίτρινοι, Ρίνγκο, είναι καλοί στο πίνγκ πόνγκ, ας πούμε, και στα γυμναστικά. Οι άσπροι στο τένις και τα άλματα, οι μαύροι στις αποστάσεις και τα σπριντ. Αλλά αυτό δεν σημαίνει απολύτως τίποτα, Ρίνγκο. Το φυσικό πλεονέκτημα καλό είναι, αλλά ο αθλητισμός είναι μαγεία είναι ζωή, όλο απρόοπτα, κανενός το χρώμα δεν σημαίνει τίποτα. Στο φίνις κρίνονται όλα.»

Τώρα λείπει πάλι.

Αυτές τις μέρες, κάπου στις μικρές Κυκλάδες, ίσως πάρει το μάτι σας έναν όμορφο, ηλιοκαμένο παππού, που μπαινοβγαίνει ακατάπαυστα σ’ ένα επαρχιακό νοσοκομείο: Προσέχει τη γυναίκα του που ανέβασε πυρετό στις διακοπές. Της φέρνει νέα, αναψυκτικά και ψαρόσουπα από τη διπλανή ταβέρνα.

Η εξέλιξη του συναρπαστικού αγώνα «Μαμά vs Πνευμονία», αναμεταδίδεται στο τηλέφωνο λεπτομερώς, ανάλαφρα, ελλειπτικά, αλλά ουσιαστικά: Δεν σας κάνω πλάκα, είναι γοητευτικός, ακόμα κι όταν περιγράφει νοσηλείες! Aχ, όντως, Νessouno, mai…

«Μου σπάει τα νεύρα», μουρμουράει η μάνα μου. «Δεν φεύγει λεπτό από εδώ. Του λέω, έλα, πήγαινε μια βόλτα, να δεις κανένα αγώνισμα, να ξεσκάσεις, αυτός τίποτα, εδώ, μπάστακας δίπλα μου, όλη μέρα, ασχολείται μαζί μου. Κι έχουμε και Ολυμπιακούς αγώνες!».

«Ρε μάνα, το ότι σου συμπαραστέκεται ολοψύχως ο άντρας σου όταν ασθενείς, δεν το λες ακριβώς και λόγο διαζυγίου».

«Το ξέρω. Άρρωστη είμαι, παιδί μου, όχι ηλίθια»

Η προς την αγάπη κατάδυση. Πριν το άλμα και μετά. Πάνω από τη φθορά.

Στο σπίτι το δικό μας, πάλι, στην άλλη άκρη της Ελλάδας, οι Oλυμπιακοί Αγώνες παίζουν επί 24ώρου βάσεως.

Με τη φωνή στο mute, μπαμπά. Νessouno,mai…

Και με το νου στο finish, εκεί που κρίνονται όλα.

Η τελευταία τους κοινή τηλεοπτική εμφάνιση

Τον Ιούλιο του 2014, ο μεγάλος αθλητικογράφος εμφανίστηκε στην εκπομπή της ΝΕΡΙΤ, «Πάντα ν’ ανταμώνουμε», την οποία παρουσίαζε η Ρίκα με τον Θανάση Αλευρά. Η Ρίκα Βαγιάννη έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 56 ετών, τον Αύγουστο του 2018, δίνοντας μεγάλη μάχη με τον καρκίνο.

 Ήταν η τελευταίας του κοινή τηλεοπτική εμφάνισή της.

«Η Ρίκα έχει καρκίνο»

Τρία χρόνια μετά την κοινή τους εμφάνιση, τον Οκτώβριο του 2017, ο Γιάννης Διακογιάννης βρέθηκε στην ΕΣΗΕΑ για να συμπαρασταθεί σε συναδέλφους του σε απεργία. Ο ίδιος τότε είχε αποκαλύψει ότι η Ρίκα Βαγιάνη έπασχε από καρκίνο καρκίνο.

Τη αποκάλυψη είχε κάνει μέσω Facebook η δημοσιογράφος και φίλη της Ρίκας Βαγιάνη, Αφροδίτη Υψηλάντη.

«Να σας πω και κάτι που θα σας στενοχωρήσει: Η Ρίκα έχει καρκίνο…». Αυτό μας εκμυστηρεύτηκε ο πατριός της Ρίκας μας, Γιάννης Διακογιάννης όταν πέρασε από την ΕΣΗΕΑ, για να μας συμπαρασταθεί στην απεργία πείνας.

Σοκαριστήκαμε, αλλά του δώσαμε κουράγιο. Πού να φανταστούμε ότι η Μαρίκα Ζούλα, το Ρικάκι, θα έφευγε τόσο αθόρυβα και παράλληλα με τόσο πάταγο!» είχε γράψει στην προσωπική της σελίδα στο Facebook η δημοσιογράφος.

 https://www.facebook.com/photo/?fbid=1482158025153829&set=a.878449615524676

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Μουντιάλ 2022: Δεν υπάρχει μυστική συνταγή για την κατάκτηση του τροπαίου
Λύματα - Κορονοϊός: Άνοδος σε Πάτρα, Άγιο Νικόλαο, Ιωάννινα, Αττική και Θεσσαλονίκη
Chevron Right