Δεν έφτανε η μεγάλη καταστροφική πυρκαγιά που κατέκαψε ολόκληρα στρέμματα οκτώ ολόκληρες ημέρες στο δάσος της Δαδιάς στον νομό Έβρου, έρχεται ακόμα ένα νέο πλήγμα για τον νομό, αυτό στον τουρισμό της περιοχής.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του thesstoday.gr, τουριστικά γραφεία που οργανώνουν εκδρομές και ξεναγήσεις στη περιοχή, αναγκάζονται να αφαιρούν από τα προγράμματά τους τη δασική περιοχή που έγινε στάχτη.
Τα τελευταία 19 χρόνια, περίπου το 80% από τα γκρουπ τουριστών που επισκέπτονταν τον Έβρο και τη Θράκη, είχαν στο πρόγραμμά τους να ξεναγηθούν στον μοναδικό οικολογικό πλούτο του δάσους της Δαδιάς με την επισκεψιμότητα κάθε χρόνο να είναι παραπάνω από ικανοποιητική. Πλέον, το δάσος καταστράφηκε από την πύρινη λαίλαπα με αποτέλεσμα πολλές ακυρώσεις από την πλευρά των τουριστών, μόλις ενημερώθηκαν για την καταστροφική πυρκαγιά.
«Δυστυχώς οι πληγές που συνεχίζουν να ανοίγουν είναι μεγάλες, κι από τις αποφάσεις των πρακτορείων αλλά και των επισκεπτών. Το δάσος πρέπει να αποκτήσει και πάλι ζωή και να αναγεννηθεί. Πρέπει όλοι να συμβάλουμε σε αυτό, αντί να κάνουμε βήματα πίσω. Πριν την πυρκαγιά είχαμε τουρίστες από όλη την Ελλάδα και χώρες του εξωτερικού» αναφέρει στο ThessToday.gr ο ξεναγός Ανδρεάς Ιωαννίδης.
Οι πρώτοι τουρίστες μετά την πυρκαγιά
Στις 7 Αυγούστου βρέθηκαν στην περιοχή οι πρώτοι τουρίστες από την Πελοπόννησο και τον νομό Αρκαδίας και η συγκίνηση στα μάτια τους ήταν εμφανής. Όπως εξηγεί ο κ. Ιωαννίδης, η επίσκεψή τους στον μοναδικό πνεύμονα των σπάνιων αρπακτικών του Εθνικού Πάρκου της Δαδιάς, έδωσε μία νότα ελπίδας και αισιοδοξίας πως το ενδιαφέρον του κόσμου θα επιστρέψει στα προ της πυρκαγιάς δεδομένα. Παρά την στάχτη και τα αποκαΐδια, οι ίδιοι ήθελαν να στηρίξουν ώστε να αναστηθεί ο δασικός χώρος.
«Κατά την διάρκεια της εκδρομής με το λεωφορείο, από τον οικισμό του Προβατώνα μέχρι και το χωριό της Δαδιάς, είχαμε δίπλα μας μόνο τα καμένα. Το κλίμα ήταν περίεργο. Οι επισκέπτες δεν μιλούσαν, απλά κοιτούσαν και φωτογράφιζαν το «μαύρο» τοπίο. Η οσμή του καμένου υπάρχει ακόμη στην περιοχή και φέρνει στην μνήμη μας τις δύσκολες στιγμές που περάσαμε όλοι, κυρίως οι πυροσβέστες και οι εθελοντές, που κατάφεραν να σώσουν τον πυρήνα του δάσους. Αν καιγόταν αυτό το μέρος, θα ήταν αναντικατάστατο, ακόμη κι αν γλίτωνε όλο το υπόλοιπο εθνικό πάρκο».
Στο κέντρο ενημέρωσης ο κ. Ιωαννίδης, έδωσε την ευκαιρία στους επισκέπτες να μάθουν για την δασική προίκα του Έβρου, τον πλούτο της ορνιθοπανίδας, τα αρπακτικά και τα θηλαστικά, καθώς και την βιοποικιλότητα που υπάρχει και τραυματίστηκε με την μεγάλη πυρκαγιά. «Όλη η διαδρομή που ανεβαίναμε με το λεωφορείο, ή και με τα πόδια για το Παρατηρητήριο έχει γίνει στάχτη. Είναι σοκαριστικό να βλέπεις πως όλα όσα υπήρχαν, ουσιαστικά έχουν καταστραφεί. Οι αρχαίοι Έλληνες το πεύκο το θεωρούσαν “διαολεμένο”, ακριβώς γιατί μία φωτιά ξεσπάει πολύ εύκολα. Το δάσος της Δαδιάς ήταν γεμάτο πεύκα. Ακόμη και στο έδαφος υπήρχαν πολλές ξεραμένες πευκοβελόνες, που χρειάζεται μόνο ένα δευτερόλεπτο για να δημιουργηθεί αναζωπύρωση».
«Το δάσος ήταν η ζωή μας, καταστραφήκαμε»
Στο χωριό της Λευκίμμης, δίπλα από το Εθνικό Πάρκο της Δαδιάς, βρίσκεται ο τουριστικός ξενώνας «Το Αρχοντικό», ο οποίος είναι από τους λίγους που έχουν απομείνει τόσο κοντά στην δασική περιοχή. Η ιδιοκτήτρια Μυρσίνη Δεληγιάννη, μαζί με τον σύζυγό της, «έφεραν» την περιουσία τους από την Αλεξανδρούπολη στο χωριό, επενδύοντας περίπου δύο εκατομμύρια ευρώ για την νέα τους αρχή.
«Τρώμε τα σωθικά μας εδώ και πολλά χρόνια. Το δάσος ακόμη και την πριν την πυρκαγιά ήταν παρατημένο στο έλεός του και κανείς δεν ασχολούταν. Παράλληλα, δεν υπάρχουν και οι κατάλληλες δομές για να φιλοξενηθούν οι τουρίστες που ήθελαν να το επισκεφθούν. Γενικότερα η οργάνωση είναι ανύπαρκτη και δεν εκμεταλλευτήκαμε σωστά, σαν κοινωνία και πολιτεία, το διαμάντι που είχαμε δίπλα μας» εξηγεί η κα Δεληγιάννη στο ThessToday.gr.
Όπως λέει, όταν πρωτοήρθαν στο χωριό είχαν πέντε επισκέπτες στον ξενώνα τους, και με το πέρασμα των χρόνων κατάφεραν να φτάσουν στους 40.000. «Το κράτος δεν αξιοποίησε το δάσος μας, συνεχώς έπεφτε ο τουρισμός όσο περνούσε ο καιρός, και ο κόσμος σταμάτησε να μένει εδώ. Πλέον το δάσος καταστράφηκε, και εμείς μαζί του, ήταν η ζωή μας. Μετανιώνουμε που επενδύσαμε όλα μας τα χρήματα για να φτιάξουμε έναν ξενώνα που δεν υπάρχει νόημα να φιλοξενήσει πλέον τους επισκέπτες».