Η αντισεισμική προστασία στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται ως θέμα μείζονος σημασίας, καθώς η χώρα μας βρίσκεται υπό τη σκιά της πανταχού παρούσας απειλής των σεισμών.
Επομένως, η προστασία των κτιρίων από τη σεισμική δραστηριότητα δεν είναι απλώς θέμα μηχανικής, αλλά ζωτικής σημασίας επιδίωξη διαφύλαξης των ανθρώπινων ζωών.
Σε ημερίδα που διοργάνωσαν ο Οργανισμός Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ) και το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Πρόγνωσης Σεισμών (ΕΚΠΠΣ) την Τετάρτη 13/9, παρουσιάστηκε ο Κανονισμός για την Αποτίμηση και τις Δομητικές Επεμβάσεις Τοιχοποιίας – ΚΑΔΕΤ, ο οποίος έρχεται να καλύψει ένα κενό στα εθνικά κανονιστικά κείμενα της χώρας και θα είναι ιδιαίτερα χρήσιμος τόσο για τους Μηχανικούς όσο και για το κοινωνικό σύνολο ευρύτερα.
Μιλώντας στο iEidiseis, ο Στέφανος Δρίτσος, Ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών και αναπληρωτής Πρόεδρος ΕΚΠΠΣ, ο οποίος συμμετείχε στην Ημερίδα, εξηγεί τις στρατηγικές που χρησιμοποιούνται από τους πολιτικούς μηχανικούς, ώστε να διασφαλιστεί ότι οι σύγχρονες κατασκευές μπορούν να αντέξουν τους ισχυρούς σεισμούς, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο επεμβαίνουν οι ειδικοί για την ενίσχυση της αντισεισμικής προστασίας στα ήδη υπάρχοντα κτίρια.
Πόσα ρίχτερ «αντέχουν» τα κτίρια στην Ελλάδα;
«Τα ρίχτερ είναι μια μονάδα που μετράει πόση ενέργεια εκλύεται όταν γίνεται ένας σεισμός. Εκείνο όμως το οποίο επιβαρύνει το κτίριο, μετρήσιμα για τους μηχανικούς, είναι η επιτάχυνση που θα δώσει αυτή η ενέργεια.
Ουσιαστικά, υπάρχει μια συσχέτιση των Ρίχτερ και των επιταχύνσεων, αλλά η επιτάχυνση συναρτάται με την απόσταση από όπου θα εκλυθεί η ενέργεια του σεισμού. Μπορεί να σημειωθεί μια ενέργεια των 5 Ρίχτερ για παράδειγμα και να τύχει να δώσει μικρές επιταχύνσεις, γιατί δεν εκλύεται με μεγάλη βιαιότητα.
Επομένως, δεν μπορούμε να απαντήσουμε με βεβαιότητα στο πόσα Ρίχτερ μπορεί να αντέξει ένα κτίριο, αλλά όλα τα κτίρια μέσα στην Ελλάδα υπολογίζονται με μία συγκεκριμένη επιτάχυνση.
Οι επιταχύνσεις αυτές είναι διαφοροποιημένες στο χάρτη της ελληνικής επικράτειας σε τρεις ζώνες: Ζώνη 1 με επιτάχυνση 0.16g, ζώνη 2 με 0.24g και ζώνη 3 με 0.36g (όπου g η επιτάχυνση βαρύτητας της γης).
Ο μηχανικός λοιπόν θα σχεδιάσει ένα κτίριο με βάση τον κανονισμό και την επιτάχυνση αυτή, τη στιγμή που θα έχει προκύψει στατιστικά από τους σεισμολόγους ότι υπάρχει πιθανότητα 10% να την υπερβούμε (σ.σ την επιτάχυνση) στα 50 χρόνια».
Πώς ελέγχουμε την αντισεισμικότητα σε ένα ήδη κατασκευασμένο κτίριο και, εφόσον διαπιστωθεί ότι υπάρχει πρόβλημα, πώς διορθώνεται;
«Έχουμε δύο κανονισμούς για να ελέγξουμε τη σεισμική επάρκεια ενός κτιρίου. Με βάση αυτούς θα ελέγξουμε σε τι ενισχύσεις χρειάζεται να προχωρήσουμε.
Το 2023 εκδόθηκε ο κανονισμός ΚΑΔΕΤ που αφορά τα κτίρια από τοιχοποιία. Ο προηγούμενος κανονισμός ΚΑΝΕΠΕ αφορά στα κτίρια με οπλισμένο σκυρόδεμα.
Με απλά λόγια, το αν ένα κτίριο «πονά», είτε έχουμε παρατηρήσει ρωγμές είτε όχι, θα φανεί στον «λογαριασμό». Αν για παράδειγμα μία περιοχή ανήκει σε ζώνη 0.24g και υπολογιστεί ότι το υπό εξέταση κτίριο δεν αντέχει 0.24g αλλά 0.16g, σημαίνει ότι πρέπει να ενισχυθεί.
Στα υφιστάμενα κτίρια λειτουργούμε κατά μία έννοια σαν τον γιατρό. Ελέγχουμε και κάνουμε «τσεκ απ», εστιασμένο ή όχι. Αφού βγάλουμε ένα αποτέλεσμα, βλέπουμε την «παθολογία», δηλαδή ποια είναι τα αδύνατα σημεία, και δίνουμε την κατάλληλη «αγωγή».
Η αγωγή μπορεί να είναι απλή, να δώσουμε μια «αντιβίωση», δηλαδή μια μικρή επισκευή. Αλλά μπορεί ακόμα και να χρειαστεί «σοβαρή εγχείρηση», να του κάνουμε «by pass» δηλαδή».
Πότε θεωρείται ασφαλές ένα κτίριο;
«Σύμφωνα με τον κανονισμό, ένα κτίριο θεωρείται ασφαλές ανάλογα με το τι σπουδαιότητα έχει. Υπάρχουν 4 κατηγορίες σπουδαιότητας, ανάλογα με τις συνέπειες ενδεχόμενης κατάρρευσης αμέσως μετά τον σεισμό.
Στην πρώτη (χαμηλότερη) ανήκουν κτίρια όπως αποθήκες κλπ. Στη δεύτερη ανήκουν οι κατοικίες, στην τρίτη τα σχολεία και στην τέταρτη και υψηλότερη βρίσκονται τα νοσοκομεία και τα κτίρια που έχουν ανακηρυχθεί ως μνημεία.
Ανάλογα λοιπόν με την κατηγορία που ανήκει το κτίριο, ο κανόνας αναφέρει τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί. Ειδικά αν πρόκειται για σχολεία και νοσοκομεία, χρειάζεται οπωσδήποτε τα κτίρια να βρίσκονται στις σεισμικές κλάσεις που ορίζει ο κανονισμός.
Αν πρόκειται όμως για κατοικίες ή αποθήκες, ο κανονισμός σου λέει το εξής με απλά λόγια: «ακόμα και αν ως ιδιοκτήτης δεν επιθυμείς να φτάσεις στην ανώτερη αντισεισμική κλάση, πήγαινε τουλάχιστον μία παραπάνω από αυτή που είσαι τώρα. Δεν θα μείνεις δηλαδή εκεί που είσαι. Θα κάνεις την «επέμβαση» και θα ανέβεις μία κλάση παραπάνω».
Έχουμε ζητήσει μάλιστα σε συζητήσεις να δοθούν οικονομικά κίνητρα προς τους ιδιοκτήτες, αν «ανεβάσουν» το κτίριό τους μια κλάση παραπάνω από το υποχρεωτικό, κάτι που εφαρμόζεται ήδη στην Ιταλία».
Τι πρέπει να ισχύει ειδικά για τα νοσοκομεία;
«Πιστεύω ότι τα καινούρια νοσοκομεία που κατασκευάζονται θα πρέπει να διαθέτουν σεισμική μόνωση. Γιατί όταν γίνεται ένας σεισμός, σε πολλά κτίρια προκαλούνται βλάβες που χρήζουν επισκευής. Στο νοσοκομείο όμως δεν θέλουμε να σημειώνονται βλάβες, γιατί πρέπει να δουλεύει ακόμα και την ώρα του σεισμού.
Στην Τουρκία, εδώ και 10-15 χρόνια, όλα τα καινούρια νοσοκομεία πρέπει να κατασκευάζονται υποχρεωτικά με σεισμική μόνωση.
Στην Ελλάδα υπάρχουν πολύ συγκεκριμένα κτίρια που διαθέτουν σεισμική μόνωση, όπως για παράδειγμα το ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος κ.α.. Θα έπρεπε να είναι κανόνας από την Πολιτεία ειδικά για τα νοσοκομεία».