Είναι γνωστό, ότι οι υψηλές εξωτερικές θερμοκρασίες μεταβάλλουν τα εσωτερικό ενός αυτοκινήτου σε «φούρνο», όπου δεν μπορείς να αγγίξεις ούτε το τιμόνι και το λεβιέ ταχυτήτων, επειδή ζεματάνε. Εξίσου διαδεδομένη είναι και η άποψη, ότι τα αυτοκίνητα με σκούρο αμάξωμα μαζεύουν περισσότερη ζέστη και αναπτύσσουν υψηλότερες θερμοκρασίες στην καμπίνα επιβατών σε σύγκριση με τα λευκά και τα υπόλοιπα ανοιχτόχρωμα μοντέλα.
Πρόκειται για μια άποψη που ευσταθεί ή μήπως αποτελεί έναν από τους πολλούς αστικούς μύθους γύρω από το αυτοκίνητο; Την απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα δίνουν έρευνες και πειράματα, που έχουν πραγματοποιηθεί κατά καιρούς στο εξωτερικό, αλλά και στην Ελλάδα και καταλήγουν στα εξής τεκμηριωμένα συμπεράσματα:
Σε συνθήκες καύσωνα ζεματάει πολύ περισσότερο η λαμαρίνα ενός σκουρόχρωμου μοντέλου από την αντίστοιχη ενός ανοιχτόχρωμου, με τη διαφορά να φτάνει και να ξεπερνάει κατά περίπτωση τους 20 βαθμούς Κελσίου.
Η ανάπτυξη των θερμοκρασιών στο εσωτερικό γίνεται σε αρχικό στάδιο γρήγορα και στη συνέχεια επιβραδύνεται, όμως η τελική τιμή είναι παρόμοια ανεξαρτήτως εξωτερικού χρώματος του οχήματος. Με άλλα λόγια, έξω υπάρχουν μεγάλες διαφορές, όχι όμως και στο εσωτερικό του αυτοκινήτου.
Οι μετρήσεις αφορούν τόσο τα κόκπιτ και τα τιμόνια των αυτοκινήτων, όσο και την περιοχή του κεφαλιού του οδηγού. Οι τελικές θερμοκρασίες μέσα στην καμπίνα επιβατών μπορούν να ξεπεράσουν εύκολα τους 50 βαθμούς μετά από μία ώρα έκθεσης σε έντονη ηλιακή ακτινοβολία και βέβαια ανεβαίνουν ακόμη ψηλότερα, αν στέκεται το όχημα περισσότερο χρόνο στον ήλιο.
Ανάλογη εικόνα έχουμε και για την ψύξη του οχήματος. Τα πρώτα λεπτά δροσίζει γρηγορότερα μέσα σε ένα ανοιχτόχρωμο όχημα σε σχέση με ένα μαύρο ή σκουρόχρωμα, ωστόσο η κατάσταση ισορροπεί γύρω στο δεκάλεπτο, οπότε έχουμε πλέον σχεδόν ίδιους ρυθμούς πτώσης της θερμοκρασίας.
Όλα αυτά δείχνουν, πόσο επικίνδυνος είναι ο καύσωνας για τους οδηγούς και τους επιβάτες αυτοκινήτων, ωστόσο υπάρχουν τρόποι για να τον αντιμετωπίσουμε (ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ).